Ἑλληνομουσεῖον (τό). Ὀνομασία διδομένη πολλαχοῦ, ἐπὶ Τουρκοκρατίας, εἰς τὰ σχολεῖα ἀνωτέρων πως σπουδῶν. Περί «κοινῶν ἑλληνομουσείων ἐπ᾿ ὠφελείᾳ τοῦ γένους κοινῇ» γίνεται λόγος καὶ ἐν σιγιλλίῳ τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Γρηγορίου Ε', ἐκδοθέντι κατ᾿ Αὔγουστον τοῦ 1819.


Σ᾿ αὐτὸν τὸν διαδικτυακὸ χῶρο, ποὺ ἀπευθύνεται στοὺς φίλους τῆς χώρας τῶν Ἀγράφων, φιλοξενοῦνται κείμενα, ἄρθρα, μελέτες, ἀνακοινώσεις, βιβλία εἰκόνες, ταινίες ποὺ ἀφοροῦν ἢ παραπέμπουν στὴν ἱστορία, τὸν πολιτισμό, τὶς παραδόσεις, τὸ φυσικὸ περιβάλλον τοῦ ἱστορικοῦ χώρου τῶν Ἀγράφων, ὅπως αὐτὸς ἦταν γνωστὸς στὴν ὕστερη βυζαντινὴ ἀλλὰ καὶ μεταβυζαντινὴ ἐποχή. Σκοπὸς τῆς δημιουργίας του εἶναι νὰ γίνουν γνωστὰ καὶ νὰ ἀναδειχθοῦν, κατὰ τὰς δυνάμεις ἡμῶν, ὅλα ἐκεῖνα τά ‒ἀνὰ τοὺς αἰῶνες‒ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τοῦ τόπου μας καὶ τῶν ἀνθρώπων του.

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2018

15 ΟΚΤ. ΓΕΝΕΘΛΙΟΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΩΡΑΪΤIΔΗ


Σκιάθος 15 Ὀκτωβρίου 1850. Γέννηση Ἀλεξάνδρου Μωραϊτίδη.

Ὑπέφωσκεν ἡ πρωΐα τῆς 15ης Ὀκτωβρίου ὅταν θυμήθηκε πὼς σὰν σήμερα γεννήθηκε στὴ Σκιάθο ὁ Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης ὁ βασιλέας τῆς ἑλληνικῆς διηγηματογραφίας, ὁ Ἑλληνας Δίκενς ὅπως εὐφυῶς εἶχε χαρακτηρισθεῖ ἀπὸ τὸν Βλάση Γαβριηλίδη. Τὸν Δεκέμβριο τοῦ 1901, στὰ πλαίσια τῶν δημοσιογραφικῶν του ἀποστολῶν, εἶχε μεταβεῖ τὸ Καρπενήσι· μὲ τὸ ἀτμόπλποιο «Ἤπειρος» μέχρι Στυλίδος καὶ μὲ ἱππήλατες ἅμαξες μετὰ ἕνα περιπετιῶδες ταξίδι μέσα ἀπὸ βουνά, χιόνια, καὶ ἔλατα ἔφτασε στὴν πρωτεύουσα τοὺ νεοσύστατου τότε νομοῦ Εὐρυτανίας καὶ γράφει γιὰ τὸ Καρπενήσι:  
Ὁ Ἀλέξ. Μωραϊτίδης ταξιδεύει στὸ
Καρπενήσι μὲ τὸ ἀτμόπλοιο "Ἤπειρος".
Ξηροπαστὲλ ὑπὸ Σπ. Σιατούφη
Ὁ Ἀλέξ. Μωραϊτίδης
ταξιδεύει στὸ
Καρπενήσι
μὲ ἱππήλατη ἅμαξα.
Ξηροπαστὲλ ὑπὸ Σπ. Σιατούφη
«Καὶ ἡ δικαία αὐτὴ χαρὰ τῆς ὀρεινῆς κωμοπόλεως εἶναι μεγαλοπρεπής, ὡς εἶναι μεγαλοπρεπῆ καὶ ὅλα τὰ καλά του. Μεγαλοπρεπὴς ὁ χειμών του. Μεγαλοπρεπεῖς καὶ αἱ κατάλευκοι κλιτύες τῶν ὑψικορύφων βουνῶν του. Μεγαλοπρεπεῖς καὶ αὐτοὶ οἱ ὀρεινοὶ ἀγρόται, ὀγκώδεις ἀπὸ τὰς βαρείας χλαίνας  καὶ σκληριπτύχους λιάρας. Ἀλλὰ καὶ ἡ φθήνια τῶν πραγμάτων εἶναι μεγαλοπρεπὴς καὶ αὐτὴ ἐν τῇ εὐτελείᾳ της. Τέλος, ὅλα ἐν τῷ Καρπενησίῳ μεγαλοπρεπῆ, τὰ ψύχη του, τὰ δάση του, τὰ κυνήγια του. Μεγαλοπρεπὴς ἀκόμη καὶ ἡ μόνωσις τῆς σφριγώσης πολίχνης, θλιβομένης διὰ τὴν ἔλλειψιν τὴν ἔνοχον τῆς συγκοινωνίας, ἥτις τὴν ἀποκλείει ἀπὸ τῆς Ἑλλάδος χειρότερον τῆς χιόνος, καταδικάζουσα αὐτὴν νὰ ζῇ ὡς ἐρημίτης μέσα εἰς τὰ μαῦρα πένθη τῆς μοναξίας καὶ μέσα εἰς τὰ μαῦρα ἔλατα…
— Ἀπὸ δῶ λοιπὸν πᾶνε σ᾿ τὸ Καρπενῆσι! ἔλεγα τὸ βράδυ-βράδυ καθήμενος εἰς τὸν οἰκῖσκόν μου καὶ καμαρόνων τὴν δύσιν λάμπουσαν εἰς τὰ χιόνια τοῦ Τυμφρηστοῦ, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου παρέστην μετὰ ἕνα τόσον μεγαλοπρεπῆ γῦρον θαλάσσης καὶ ξηρᾶς…»

 Κων. Σπ. Τσιώλης




 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου