Ἑλληνομουσεῖον (τό). Ὀνομασία διδομένη πολλαχοῦ, ἐπὶ Τουρκοκρατίας, εἰς τὰ σχολεῖα ἀνωτέρων πως σπουδῶν. Περί «κοινῶν ἑλληνομουσείων ἐπ᾿ ὠφελείᾳ τοῦ γένους κοινῇ» γίνεται λόγος καὶ ἐν σιγιλλίῳ τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Γρηγορίου Ε', ἐκδοθέντι κατ᾿ Αὔγουστον τοῦ 1819.


Σ᾿ αὐτὸν τὸν διαδικτυακὸ χῶρο, ποὺ ἀπευθύνεται στοὺς φίλους τῆς χώρας τῶν Ἀγράφων, φιλοξενοῦνται κείμενα, ἄρθρα, μελέτες, ἀνακοινώσεις, βιβλία εἰκόνες, ταινίες ποὺ ἀφοροῦν ἢ παραπέμπουν στὴν ἱστορία, τὸν πολιτισμό, τὶς παραδόσεις, τὸ φυσικὸ περιβάλλον τοῦ ἱστορικοῦ χώρου τῶν Ἀγράφων, ὅπως αὐτὸς ἦταν γνωστὸς στὴν ὕστερη βυζαντινὴ ἀλλὰ καὶ μεταβυζαντινὴ ἐποχή. Σκοπὸς τῆς δημιουργίας του εἶναι νὰ γίνουν γνωστὰ καὶ νὰ ἀναδειχθοῦν, κατὰ τὰς δυνάμεις ἡμῶν, ὅλα ἐκεῖνα τά ‒ἀνὰ τοὺς αἰῶνες‒ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τοῦ τόπου μας καὶ τῶν ἀνθρώπων του.

Κυριακή 7 Δεκεμβρίου 2014

ΑΗ-ΝΙΚΟΛΑΣ ΤΗΣ ΡΑΧΗΣ ΒΡΑΓΓΙΑΝΩΝ

Ἑορτὴ τῆς ἱερᾶς μνήμης τοῦ ἁγίου Νικολάου ἀρχιεπισκόπου Μύρων τῆς Λυκίας, τοῦ    Θαυματουργοῦ, στὰ Μεγάλα Βραγγιανὰ τῶν Ἀγράφων.


   Στὸ  ναΰδριο τοῦ Ἁγίου Νικολάου τῆς Ράχης τῶν Μεγάλων Βραγγιανῶν, σὲ ὑψόμετρο περίπου 1.600 μ., τὸ πρωΐ τοῦ Σαββάτου τῆς 6ης Δεκεμβρίου 2014, τιμήθηκε μὲ τὸν Ὄρθρο καὶ τὴν Θεία Λειτουργία τῆς Ἡμέρας  ‒μετ᾿ ἀρτοκλασίας‒  ἡ ἱερὰ μνήμη τοῦ ἁγίου Νικολάου Μύρων.

    
  Ὁ μικρὸς ναός, κτισμένος τὸ 1900 μὲ κτήτορα τὸν Δ.(ημήτριο) Γ.(εώργιο) Μαλαμούλη, σύμφωνα μὲ ἐντοιχισμένη πλάκα στὴν εἴσοδό του, λειτουργήθηκε, κατὰ τὶς γραπτὲς σωζόμενες πηγές, ἀλλὰ καὶ τὴν προφορικὴ παράδοση τοῦ τόπου, γιὰ πρώτη φορὰ τὴν ἡμέρα τῆς μνήμης τοῦ Ἁγίου.
   Μὲ τὴν ἄχραντη ἡσυχία τοῦ περιβάλλοντος χώρου τῶν ἀμφικρήμνων ὀρέων τῶν Ἀγράφων, μὲ συνοδεία τὰ οὐράνια νέφη, τὴν ὁμίχλη καὶ τὸν σχεδὸν ὁμιλούντα ἄνεμο τοῦ ἀγραφιώτικου χώρου, οἱ λίγοι ἀριθμητικά, ἀλλὰ πολλοὶ γιὰ τὰ δεδομένα τῆς ἐποχῆς καὶ τοῦ τόπου,  προσκυνητὲς προσῆλθαν, ἀψηφοῦντες τὸ κρύο, τὴ βροχή, τὴν ὁμίχλη καὶ τὸ ἀπόμακρο τοῦ τόπου, ὡς ἄλλο φιλέορτο καὶ φιλακόλουθο ἐκκλησίασμα Παπαδιαμαντικῶν διηγημάτων καὶ Μωραϊτιδικῶν ἀφηγήσεων, ἐκ βαθέως ὄρθρου, στὸ λιτὸ ἀλλὰ ταυτόχρονα τόσο ἁρμονικὰ ἐνταγμένο στὸν χῶρο ναΰδριο τοῦ ἁγίου Νικολάου.  
  
 Ὁ ἱερέας τοῦ τόπου π. Κωνσταντῖνος Κουτσουπιᾶς, μὲ ἱεροψάλτες τὸν μοναχὸ τῆς μονῆς Πετρήλου π. Βαρσανούφιο καὶ τὸν συγχωριανό μας Περικλῆ Ἀντωνίου ἀπὸ τὸν συνοικισμὸ τῆς Κουστέσας, κηροκρατοῦντες, ὑπὸ τὸ ἱλαρὸν φῶς τῶν κεριῶν τῶν μανουαλίων καὶ τῶν λαδοκαντήλων ἔψαλλαν τὰ «τραγούδια τοῦ Θεοῦ»· τοὺς ὕμνους καὶ τὰ τροπάρια τῆς Ἱερῆς Ἀκολουθίας. Μαζί τους τὸ ἐκκλησίασμα βίωσε μοναδικὲς κατανυκτικὲς ὧρες· ζέστανε τὶς καρδιές του καὶ τὸ σῶμα του ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης μὲ τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα Του. Ὁ ἐπίτροπος Ἀριστείδης Θ. Τσιώλης μὲ τὴν ἀνύστακτη φροντίδα του γιὰ τὴν εὐπρεπῆ λειτουργία τοῦ ναοῦ, ὁ ὀκταετὴς Εὐάγγελος  υἱὸς Τιμοθέου Τσιάρα βοηθὸς τοῦ ἱερέως, ἡ Γεωργία Τσιάρα συζ. Τιμοθέου, ποὺ μὲ τὶς θυγατέρες της Ἰωάννα καὶ Θωμαΐδα παρασκεύασαν τοὺς ὑπέροχους παραδοσιακοὺς ἄρτους τῆς ἀρτοκλασίας, ὁ Ἀριστείδης Σπ. Τσιώλης μὲ τὴ συμβολή του στὴ διακίνηση καὶ ἐξυπηρέτηση τῶν προσκυνητῶν καὶ λειτουργῶν καὶ ὁ Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης μὲ τὴν προσφορὰ γλυκισμάτων καὶ ἐδεσμάτων γιὰ τὴν ἑορτάζουσα θυγατέρα του Νικολία ἔβαλαν τὴν δική τους καταλυτικὴ σφραγίδα, στὴν μικρή, ταπεινὴ καὶ ἐλάχιστη αὐτὴ εὐχαριστιακὴ κοινότητα καὶ στὴν ἐπιτυχία τοῦ ὅλου ἐγχειρήματος.  
  
    Ὁ φυσικὸς ἦχος τῶν ψαλμωδιῶν καὶ τὸ ἰσχνὸ καὶ χλωμὸ φῶς τῶν κεριῶν καὶ τῶν κανδηλῶν, ἀνάπαυσαν τὴν ψυχή μας καὶ τὴ φώτισαν πολὺ περισσότερο ἀπὸ τὸν τεχνητὸ ἦχο καὶ τὸν φωτισμὸ τῶν πολυελαίων τῶν μεγαλοπρεπῶν ναῶν καὶ ὁ ἅγιος Νικόλαος ὁ θαυματουργός «ὁ κανὼν πίστεως, ὁ εἰκὼν πραότητος καὶ ὁ ἐγκρατείας διδάσκαλος» τιμήθηκε ἀπὸ τοὺς ἐνορίτες τοῦ τόπου μας στὸν μοναχικὸ ἀλλὰ γεμᾶτο ἀπὸ ἐνθυμήσεις 114 ἐτῶν, ‒ὅσων προπορεύτηκαν καὶ ὅσων κάθε μέρα συνεχίζουν νὰ πορεύονται,‒ στὸν μικρὸ ναὸ τῆς Ράχης τοῦ Ἅη-Νικόλα, μὲ τὸ  θαυμαστό,  πέτρινο, θολωτὸ κτίσιμο τῆς ὀροφῆς. 
   
  Ὁ ἦχος τῆς μικρῆς καμπάνας ἀκούστηκε πάλι μετὰ ἀπὸ καιρὸ καὶ «ἡμέρεψε» τὸν μολυβένιο οὐρανὸ καὶ τὰ ἄγρια, ἀπόκρημνα βράχια τοῦ Καταραχιᾶ καὶ τῆς Νιάλας. Ὁ ταπεινὸς αὐτὸς ναός, πλὴν τῆς θείας λατρείας, προσέφερε καὶ προσφέρει στοὺς ταξιδιῶτες, ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια, προστασία, φροντίδα, παραμυθία καὶ θαλπωρὴ ‒τοὺς χειμερινοὺς ἰδιαίτερα μῆνες‒ ὅταν οἱ καιρικὲς συνθῆκες στὴν περιοχὴ πολλὲς φορὲς ἀπειλοῦν τὴν ἴδια τὴ ζωή τους. 
   Βιώσαμε νὰ συλλειτουργοῦν μαζί μας ὅλοι αὐτοὶ ποὺ θὰ ἤθελαν νὰ εἶναι στὸν ναό, ἀλλὰ λόγοι ποὺ ξεπερνοῦν τὶς δυνάμεις τους δὲν τοὺς τὸ ἐπέτρεψαν, καθὼς καὶ οἱ ψυχὲς ὅλων αὐτῶν, ποὺ ἔφυγαν ἀπὸ αὐτὸν τὸν Κόσμο, ἀλλὰ οἱ ἐνθυμήσεις τους εἶναι ἀποταμιευμένες σ᾿ αὐτὸν τὸν χῶρο· καὶ στὴ Μνήμη τοῦ Θεοῦ.

                                                                       Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης
Περισσότερες φωτογραφίες στὴ Σελίδα τοῦ facebook, Ἑλληνομουσεῖον Ἀγράφων

Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2014

Ο ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΤΗΣ Ι. Μ. ΜΥΡΤΙΑΣ ΤΡΙΧΩΝΙΔΟΣ ΓΕΝΝΑΔΙΟΣ (α΄ ΜΙΣΟ 18ου ΑΙ.)

             Ὁ ἱερομόναχος Γεννάδιος, ἡγούμενος τῆς
            παρὰ τὸ πέλαγος τῆς Αἰτωλίας ἱ. μ. Μυρτιᾶς
    Συμβολὴ στὴν ἱστορία της τὸ α΄ μισὸ τοῦ 18ου αἰώνα*
                                                         Τοῦ Κωνσταντίνου Σπ. Τσιώλη

  Μετὰ τὴν κοίμηση, στὶς 20 Ἰανουαρίου 1712, τοῦ ἡγουμένου τῆς μονῆς Μυρτιᾶς Γρηγορίου, στὸ διακόνημα τοῦ ἡγουμένου τοποθετεῖται, στὶς 31 Δεκεμβρίου 1712, ἀπὸ τὸν γνωστὸ λόγιο ἱεράρχη τῆς Τουρκοκρατίας, τὸν μητροπολίτη Ἄρτης καὶ Ναυπάκτου Νεόφυτο Μαυρομάτη, ὁ ἱερομόναχος Γεννάδιος, ὁ ὁποῖος φαίνεται πὼς διατηροῦσε στενὴ προσωπικὴ καὶ πνευματικὴ σχέση μὲ τὸν λόγιο, ἱερομόναχο τῆς Τουρκοκρατίας  Ἀναστάσιο Γόρδιο (1654-1729). Μὲ βάση τὴν τελευταία, χρονολογικῶς, σωζόμενη γραπτὴ μνεία-ἐνθύμηση τοῦ Γενναδίου, στὰ 1747, συμπεραίνουμε  πὼς  διετέλεσε ἡγούμενος τῆς μονῆς Μυρτιᾶς γιὰ περισσότερα ἀπὸ 35 χρόνια, καὶ ἀπὸ ὅσα σώζονται γι’ αὐτὸν διαπιστώνουμε πὼς ἦταν ἕνας ἐξαιρετικὰ δραστήριος  ἡγούμενος, μὲ μεγάλη προσφορά, μὲ ἐξαιρετικὴ δράση καὶ σπάνιο ἐνδιαφέρον  γιὰ τὴ Μονή, αὐτὸ τὸ ὀνομαστὸ ἱστορικὸ καὶ καλλιτεχνικὸ κέντρο τῆς περιοχῆς χτισμένο σὲ μαγευτικὴ τοποθεσία, μὲ τὰ περιβόλια τῆς Γουρίτσας καὶ τὴ λίμνη Τριχωνίδα στὰ πόδια του.
   Ὁ Γόρδιος πρέπει νὰ γνώρισε τὸν Γεννάδιο τὴν περίοδο τῆς εἰκοσαετοῦς παραμονῆς του (1690-1710) ὡς δασκάλου στὸ Αἰτωλικό. Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Γρηγορίου λοιπόν, ὁ Γεννάδιος, ἕνα ἀπὸ τὰ πρῶτα μελήματά του ἦταν νὰ γράψει στὸν Γόρδιο, ὁ ὁποῖος τότε μόναζε στὴ γενέτειρά του τὰ Βρανιανὰ τῶν Ἀγράφων (νῦν Μεγ. Βραγγιανά), νὰ τὸν συμβουλευθεῖ μὲ ποιόν τρόπο θὰ διαχειρισθεῖ τὰ ζητήματα τῆς Μονῆς. Πράγματι, ὁ Γόρδιος ἀνταποκρίνεται στὸ αἴτημα τοῦ Γενναδίου συμβουλεύει αὐτόν, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἄλλους μοναχοὺς τῆς μονῆς Μυρτιᾶς, γιὰ τοὺς τρόπους μὲ τοὺς ὁποίους θὰ προστατεύσουν καὶ θὰ ἀναδείξουν τὸ μοναστήρι τους. Οἱ συμβουλές του, ὅπως καταγράφονται σὲ γράμμα τοῦ Γορδίου πρὸς τὸν Γεννάδιο, στὶς 10 Ἀπριλίου 1719, ἀφοροῦν:
  1.τὴν τήρηση ἀπὸ τοὺς μοναχοὺς τῆς ἐκκλησιαστικῆς τάξεως τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν
  2. τὸν τύπο τῆς κοινοβιακῆς μοναστικῆς ζωῆς , ποὺ ὀφείλουν νὰ ἀκολουθοῦν
  3. τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο πρέπει νὰ διαχειρίζονται τὴ σχέση τους μὲ τὴν τοπικὴ κοινωνία καὶ τὶς τοπικὲς διοικητικὲς ἀρχές
  4. τὸ χρέος τους  νὰ μελετοῦν, ἰδιαίτερα Πατερικὰ κείμενα καὶ βίους ἁγίων
  5. τὰ γενικὰ χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα ποὺ πρέπει νὰ διέπουν τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ὀφείλουν νὰ διάγουν τὴ  μοναστικὴ ζωή τους.
  Ὁ Γεννάδιος ἀκολούθησε,  ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὸ ἐπιτελεσθὲν ἔργο του στὴ μονὴ Μυρτιᾶς, ποὺ καταγράφεται στὴν Πρόθεση τοῦ μοναστηριοῦ ἀλλὰ καὶ τὶς σημειώσεις ποὺ διέσωσαν ὁ Δημήτριος Λουκόπουλος ἀλλὰ καὶ  ἀρχιμανδρίτης Σοφρώνιος Παπακυριακοῦ, τὶς συμβουλὲς τοῦ Γορδίου. Ἔτσι, καὶ τὸν κοινοβιακὸ μοναστικὸ τύπο διετήρησε, καὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴ τάξη τήρησε, καὶ τὴν περιουσία τῆς Μονῆς διατήρησε ἀλλὰ καὶ αὔξησε, καὶ τὴν βιβλιοθήκη φρόντισε, καὶ πολὺ καλὴ συνεργασία καὶ σχέση εἶχε μὲ τοὺς ἄρχοντες τοῦ τόπου.
  Τὴν ἄνοιξη τοῦ 1719 ὁ Γεννάδιος στέλνει γράμμα στὸν Γόρδιο στὰ Βρανιανά. Ἀφορμή: ἡ ἀσθένεια τῆς ἀνεψιᾶς τοῦ Γεωργίου Ζάκχου προεστώτα τῆς Δερβέκιστας. Στὶς 5 Μαΐου 1719 ὁ Γόρδιος  ἀπαντᾶ στὸν Γεννάδιο μὲ ἐπιστολὴ στὴν ὁποία ἐπισυνάπτει καὶ φαρμακευτικὴ ἀγωγὴ γιὰ τὴν ἀνεψιά τοῦ προεστῶτα. Ἐπίσης, στὸ γράμμα αὐτό, ὁ Γόρδιος ἀπευθύνει πρόσκληση, ἐκφράζει τὴν ἐπιθυμία, ὅπως ὁ Γεννάδιος καὶ ἡ μοναστική του συνοδεία τὸν ἐπισκεφθοῦν στὰ Βρανιανά. Πράγματι, ὁ Γεννάδιος ἐπισκέφθηκε τὸν Γόρδιο στὰ Βρανιανὰ καὶ μάλιστα δύο φορές. Ἡ πρώτη μετάβαση τοῦ Γενναδίου στὰ Βρανιανά τοποθετεῖται τὸν Ἰούνιο ἢ Ἰούλιο τοῦ 1719. Ἡ δεύτερη μετάβαση στὰ Βρανιανὰ τοποθετεῖται στὸ τέλος Αὐγούστου μὲ μέσα Σεπτεμβρίου 1719. Σκοπὸς τῆς δεύτερης ἐπίσκεψής του ἦταν νὰ μεταφέρει πρόταση τῶν προεστώτων τοῦ Ἀποκούρου, γιὰ μετάβαση καὶ διαμονή τοῦ Γορδίου στὴν περιοχή. Ἡ ἀπάντηση τοῦ Γορδίου ἦταν διακριτικὰ ἀρνητική.
  Ὁ Γεννάδιος, λοιπόν, ἴσως, ὑπακούοντας καὶ στὶς προτροπὲς καὶ νουθεσίες τοῦ Ἀναστασίου Γορδίου, φαίνεται πὼς ὑπῆρξε ἐξαιρετικὰ δραστήριος ἡγούμενος. Ὁ μεγάλος Δωριέας λαογράφος Δημήτριος Λουκόπουλος (1874-1943) γράφει χαρακτηριστικὰ γι’ αὐτόν: «…φαίνεται ἄνθρωπος ἐξαιρετικῆς δράσεως καὶ σπανίου ἐνδιαφέροντος διὰ τὰ ζητήματα τῆς Μονῆς».

*Περίληψη, ἀντίστοιχης, προφορικῆς εἰσήγησης, στὶς 22 Νοεμβρίου 2014, στὸ Ἀγρίνιο, στὸ  Α΄ Ἐπιστημονικὸ Συνέδριο: Στὰ  βήματα τοῦ Πατροκοσμᾶ:  Ἀνακαλύπτοντας τὰ ἴχνη τῆς «Βυζαντινῆς Αἰτωλοακαρνανίας», ἰχνηλατῶντας τὴν ἱστορία τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μυρτιᾶς