Ἑλληνομουσεῖον (τό). Ὀνομασία διδομένη πολλαχοῦ, ἐπὶ Τουρκοκρατίας, εἰς τὰ σχολεῖα ἀνωτέρων πως σπουδῶν. Περί «κοινῶν ἑλληνομουσείων ἐπ᾿ ὠφελείᾳ τοῦ γένους κοινῇ» γίνεται λόγος καὶ ἐν σιγιλλίῳ τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Γρηγορίου Ε', ἐκδοθέντι κατ᾿ Αὔγουστον τοῦ 1819.


Σ᾿ αὐτὸν τὸν διαδικτυακὸ χῶρο, ποὺ ἀπευθύνεται στοὺς φίλους τῆς χώρας τῶν Ἀγράφων, φιλοξενοῦνται κείμενα, ἄρθρα, μελέτες, ἀνακοινώσεις, βιβλία εἰκόνες, ταινίες ποὺ ἀφοροῦν ἢ παραπέμπουν στὴν ἱστορία, τὸν πολιτισμό, τὶς παραδόσεις, τὸ φυσικὸ περιβάλλον τοῦ ἱστορικοῦ χώρου τῶν Ἀγράφων, ὅπως αὐτὸς ἦταν γνωστὸς στὴν ὕστερη βυζαντινὴ ἀλλὰ καὶ μεταβυζαντινὴ ἐποχή. Σκοπὸς τῆς δημιουργίας του εἶναι νὰ γίνουν γνωστὰ καὶ νὰ ἀναδειχθοῦν, κατὰ τὰς δυνάμεις ἡμῶν, ὅλα ἐκεῖνα τά ‒ἀνὰ τοὺς αἰῶνες‒ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τοῦ τόπου μας καὶ τῶν ἀνθρώπων του.

Κυριακή 4 Σεπτεμβρίου 2022

ΡΕΜΒΑΣΜΟΣ ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΥΓΟΥΣΤΟΥ

 

Ἀλέξ. Παπαδιαμάντης.

Σ
τὴν ἐτήσια λογοτεχνικὴ καὶ εἰκαστικὴ ἔκδοση Φιλολογικὴ Πρωτοχρονιὰ τοῦ ἔτους 1986 δημοσιεύτηκε, στὴ σελίδα 44, μικρὸ χρονογράφημα τῆς Ἀντιγόνης Γαλανάκη-Βουρλέκη (Κόρινθος 1912-1992) μὲ τίτλο «Ρεμβασμὸς Δεκαπενταύγουστου», τὸ ὁποῖο προφανῶς παραπέμπει στὸ πολὺ γνωστὸ ὁμώνυμο διήγημα τοῦ Ἀλεξάνδρου Παπαδιαμάντη. Ἡ Κορίνθια ποιήτρια καὶ πεζογράφος καταθέτει τὴν ἀνεκπλήρωτη ἐπιθυμία της, τὴ λαχτάρα της, τὸν πόθο της νὰ καταφέρει, τὶς ἡμέρες ποὺ προηγοῦνται τῆς 15ης Αὐγούστου, ἡμέρα ποὺ τιμᾶται ἡ μνήμη τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου νὰ διαβάσει τὸ πάντερπνο διήγημα τοῦ Ἀλεξάνδρου Παπαδιαμάντη, «Ρεμβασμὸς τοῦ Δεκαπενταυγούστου». Τὸ διήγημα, δημοσιεύτηκε στὸ περιοδικὸ Παναθήναια στὸ τεῦχος τῆς 15ης-30ης Ἰουνίου 1906, στὶς σελίδες 137-144, μὲ τὴν ὑπογραφή, «Α. ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ».

Τὰ κύματα τῆς βιοτικῆς θαλάσσης, τὸ πολυμέριμνον τῆς καθημερινότητος μὲ τὶς ἀλλότριες ἔννοιές της, δὲν ἐπιτρέπουν στὴν χρονογράφο τὴν πραγμάτωση τοῦ ποθουμένου της: τὴν ἀνάγνωση αὐτοῦ τοῦ διηγήματος τοῦ Παπαδιαμάντη, τὴν περίοδο τοῦ Δεκαπενταυγούστου. 

Ἀντιγόνη Γαλανάκη- Βουρλέκη
 (1912-1992)
.  


 

«Ρεμβασμὸς Δεκαπενταύγουστου

Κάθε φορὰ ποὺ ζῶ τὸ νέο καλοκαίρι, ξανάρχεται τοῦτος ὁ πόθος, δὲν λέει νὰ σβήσει....

Πόσα χρόνια εἶναι Θέ μου ‒ἕξη;, ἑπτά;‒ ποὔχω αὐτὴ τὴ μικρή, τὴν πολὺ μικρὴ ἐπιθυμία, τὴν εὔκολη, τὴν ἁπλῆ καὶ ποὺ ὅμως δὲν μπόρεσα νὰ τὴν ἱκανοποιήσω;

Κάθε φορά, κάθε καλοκαιράκι ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια καὶ καθὼς φτάνει στὸ τέλος του ὁ Ἰούλιος κ’εἶναι ὁ Αὔγουστος ἐπὶ θύραις λέω μὲ χαρὰ στὸν ἑαυτό μου: Νὰ βρῶ τὰ διηγήματα τοῦ Παπαδιαμάντη νὰ διαβάσω τὸν «Ρεμβασμὸ τοῦ Δεκαπενταυγούστου»!

Ὄμορφα ποὺ θἆναι, εὐτυχία κ’ ἀπόλαυση ποὺ θὰ σταθῇ γιὰ μένα τοῦτο τὸ διάβασμα! Κι ὅλο λέω μέσα μου: Μὴ ξεχάσεις, μὲ τίποτε μὴ ξεχάσεις, πρέπει ν’ ἀνοίξεις αὐτὸ τὸ βιβλίο.!

Ρεμβασμός

ἔργο Θάλειας Φλωρᾶ-Καραβία (Σιάτιστα 1871-Ἀθήνα 1960).

Τὶς ὧρες τοῦ καυτοῦ μεσημεριοῦ καθὼς ξαπλώνω μὲ τὴν ἐφημερίδα μου, μεσ’ τὴ γαλήνη τῶν ὡρῶν αὐτῶν ‒μὰ ποιὰ γαλήνη ἀφοῦ ἡ ζωὴ τῆς πολιτείας ἴδια ἐκφράζεται καὶ τὰ μεσημέρια, μὲ τὸν ἀσταμάτητο θόρυβό της‒ πέφτει ξαφνικὰ ἡ ἐφημερίδα ἀπ’ τὰ χέρια μου, γιατὶ τὰ μάτια μου στηλώθηκαν ἔτσι ἀναπάντεχα στὴ σκέψη ποὺ ἔγινε εἰκόνα. Εἶναι ὁ «Ρεμβασμὸς τοῦ Δεκαπενταυγούστου»!

Πάλι ἡ ἐπιθυμία: Γιατὶ φτάνει ἡ πολυσήμαντη μέρα μὲ κείνη τὴν εἰδικὴ χαρὰ γιὰ τὸν ἑαυτό μου... Δεκαπέντε Αὐγούστου! Εἶναι κ’ ἡ μεγάλη γιορτὴ τῆς Παναγίας κι εἶναι μαζὶ κ’ ὁ «Ρεμβασμὸς τοῦ Δεκαπενταυγούστου» τοῦ Παπαδιαμάντη!

Πάλι μὲ κατακυριεύει ὁ πόθος νὰ δώσω στὸν ἑαυτό μου τούτη τὴν ξεχωριστὴ ἀπόλαυση νὰ διαβάσω τ’ὄμορφο διήγημα. Μὰ νά ποὺ μένει ὄνειρο γιὰ πάντα. Πάντα ἡ ζωή μου νὰ ἐξουσιάζεται ἀπὸ χίλιους δυὸ μόχθους ἀνάξιους, ὁπωσδήποτε δημιουργημένοι ἀπὸ ἀλλότριες ἔννοιες, ποὺ ἀφαιροῦνε ὁλότελα τὸν διάλογο μὲ τὴν ψυχή μου κ’ ἡ μέρα ἡ μεγάλη, ποὺ τὴν προσμένω γιὰ δική μου, νὰ περνάει χωρὶς πάλι νὰ διαβάσω Παπαδιαμάντη!

Παναθήναια (1906) 137
Ἡ ἀρχὴ τῆς πρώτης δημοσίευσης
 τοῦ διηγήματος
 
τοῦ Ἀλεξ. Παπαδιαμάντη,
"Ρεμβασμὸς τοῦ
Δεκαπενταυγούστου''.

Κ’ ὄνειρο πιὰ νὰ γίνεται καὶ νὰ μένει τρυφερό, γαλήνιο ὄνειρο, ποὺ δὲν κουράζομαι νὰ τάζω στὸν ἑαυτό μου· σκίρτημα συθέμελο τῆς καρδιᾶς καὶ τοῦ νοῦ νὰ γίνεται καθὼς φτάνει ἡ μέρα κ’ ἡ εὐτυχία καθὼς γλυστράει στὰ χέρια μου ἡ ἐφημερίδα, ξαφνικά, γιατὶ τὰ μάτια μου ξανακυττάζανε ἀόριστα στὸ βάθος τ’ ἀκαθόριστο, ποὺ μόνο ἡ ψυχὴ ξέρει νὰ βλέπει τὸν «Ρεμβασμὸ τοῦ Δεκαπενταυγούστου».!

Καὶ βέβαιη ὅσο ποτέ, νὰ δίνω τὴν μεγάλη ὑπόσχεση πὼς ναί, αὐτὴ τὴ φορὰ θὰ διαβαστεῖ τὸ τερπνὸ χαριτωμένο διήγημα, ποὺ μονάχα κι ἀπ’ τὸν τίτλο κλείνει τὴν πιὸ ἐξαίσια ὑπόσχεση εὐτυχίας γεμάτη ἀπ’ τὶς μαγγανεῖες καὶ τοὺς λαφροὺς ἴσκιους τῆς καλοκαιρινῆς μεσημεριάτικης καὶ μεθυσμένης ὥρας.

                                                                         

                                       ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΓΑΛΑΝΑΚΗ-ΒΟΥΡΛΕΚΗ»

Kωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης

Σημ: πρώτη ἔντυπη δημοσίευση στὰ Χρονικὰ Δυτικῆς Μακεδονίας, φ. 983/2.9.2022, σ. 18.