Ἑλληνομουσεῖον (τό). Ὀνομασία διδομένη πολλαχοῦ, ἐπὶ Τουρκοκρατίας, εἰς τὰ σχολεῖα ἀνωτέρων πως σπουδῶν. Περί «κοινῶν ἑλληνομουσείων ἐπ᾿ ὠφελείᾳ τοῦ γένους κοινῇ» γίνεται λόγος καὶ ἐν σιγιλλίῳ τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Γρηγορίου Ε', ἐκδοθέντι κατ᾿ Αὔγουστον τοῦ 1819.


Σ᾿ αὐτὸν τὸν διαδικτυακὸ χῶρο, ποὺ ἀπευθύνεται στοὺς φίλους τῆς χώρας τῶν Ἀγράφων, φιλοξενοῦνται κείμενα, ἄρθρα, μελέτες, ἀνακοινώσεις, βιβλία εἰκόνες, ταινίες ποὺ ἀφοροῦν ἢ παραπέμπουν στὴν ἱστορία, τὸν πολιτισμό, τὶς παραδόσεις, τὸ φυσικὸ περιβάλλον τοῦ ἱστορικοῦ χώρου τῶν Ἀγράφων, ὅπως αὐτὸς ἦταν γνωστὸς στὴν ὕστερη βυζαντινὴ ἀλλὰ καὶ μεταβυζαντινὴ ἐποχή. Σκοπὸς τῆς δημιουργίας του εἶναι νὰ γίνουν γνωστὰ καὶ νὰ ἀναδειχθοῦν, κατὰ τὰς δυνάμεις ἡμῶν, ὅλα ἐκεῖνα τά ‒ἀνὰ τοὺς αἰῶνες‒ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τοῦ τόπου μας καὶ τῶν ἀνθρώπων του.

Σάββατο 29 Ιουνίου 2019

9 IOYNIOY 2019. Σύλλογος «Ἀναστάσιος Γόρδιος»


Ἐκδήλωση τιμῆς
στὸν δάσκαλο τῶν Μεγ. Βραγγιανῶν Βίκτωρα Κοντονάτσιο

Ὁ Βίκτωρ Κοντονάτσιος
στὰ Μεγ. Βραγγιανά, στὶς 26.7.2002
μαζὶ μὲ τὸν Σπύρο Ἀρ. Τσιώλη 
Στὶς 9 Ἰουνίου 2019 στὸν χῶρο ἐκδηλώσεων τοῦ φιλαγραφιώτικου τόπου «Ἔναστρον βιβλιοκαφέ», στὴν Ἀθήνα, ὁ πολιτιστικὸς σύλλογος Βραγγιανιτῶν «Ἀναστάσιος Γόρδιος» τίμησε, μὲ εἰδικὴ ἐκδήλωση, τὸν κ. Βίκτωρα Κοντονάτσιο γιὰ τὸ ἔργο καὶ τὴν προσφορά του ὡς ἐκπαιδευτικοῦ στὸν τόπο μας, τὴν περίοδο 1960-1964.
Μὲ ἰδαιτέρως ἱκανοποιητικὴ προσέλευση ‒γιὰ τὰ δεδομένα τῆς ἐποχῆς‒ μελῶν καὶ φίλων τοῦ Συλλόγου,  ὀργανώθηκε καὶ πραγματοποιήθηκε ἡ ἐκδήλωση αὐτὴ ποὺ ἔδειξε πὼς τὰ Γράμματα στὸν τόπο μας ἔχουν τὴν τύχη ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Εὐγενίου Γιαννούλη καὶ τοῦ Ἀναστασίου Γορδίου νὰ διακονοῦνται ἀπὸ ἄξιους δασκάλους ποὺ ἀγάπησαν τὸν τόπο μας καὶ τοὺς ἀνθρώπους του, ὅπως καὶ οἱ μακάριοι ἐκεῖνοι σπουδαῖοι διδάσκαλοι τοῦ Γένους. Σ’αὐτὴν τὴν μακρὰ ἀλυσίδα τῆς διδασκαλικῆς διαδοχῆς, ἀπὸ τὸν 17ο αἰ. μέχρι τὶς ἐποχές μας, σπουδαία θέση κατέχει ὁ δάσκαλος Βίκτωρ Κοντονάτσιος ἀπὸ τὸν Ἁλμυρὸ τῆς Μαγνησίας. Ἡ παρουσία καὶ τὸ παιδευτικό του ἔργο στὰ Ἄγραφα διακρατεῖ τὸ πνεῦμα,τὶς θέσεις καὶ τὶς ἀντιλήψεις τοῦ Εὐγενίου  τοῦ Γορδίου: γιὰ τὴν ἀναγκαιότητα καὶ τὰ ἀγαθὰ τῆς ἑλληνικῆς παιδείας στὴν διαπαιδαγώγηση τῶν μαθητῶν ἀλλὰ καὶ  μὲ τὴν ἀνιδιοτελῆ συνδρομή του στὰ καθημερινὰ προβλήματα καὶ ζητήματα ποὺ ἀπασχολοῦσαν τὴν τοπικὴ κοινωνία καὶ τοὺς ἀνθρώπους της.
Βίκτωρ Κοντονάτσιος, Σεραφεὶμ Τσιώλης
Κων/νος Σκοπελίτης καὶ καθιστὴ
ἡ Εὐαγγελία Γ. Τσιώλη.

Ὁ Βίκτωρ, ὅπως σὲ ἔνδειξη οἰκειότητος τὸν ἀποκαλοῦσαν οἱ Ἀγραφιῶτες, καθὼς ἐτύγχανε κοινῆς ἀποδοχῆς καὶ καθολικῆς ἀναγνωρίσεως ἀπὸ τοὺς συγχωριανούς μας, καὶ μετὰ τὴν ἀφυπηρέτησή του ἀπὸ τὰ μέρη μας δὲν ἔπαψε ποτὲ νὰ σκέπτεται τὰ οὐρανομήκη ὄρη τῶν Ἀγράφων, τοὺς τραχεῖς ἀλλὰ καλοσυνάτους Βραγγιανῖτες ἀλλά κυρίως τοὺς ἀγαπημένους μαθητές του στοὺς ὁποίους, ὅπως ἡ Πολιτεία τοῦ ἀνέθεσε, ἔδωσε τὰ φῶτα τῆς Παιδείας. Μὲ τὰ ἔμφυτα ψυχικά του ἀλλὰ καὶ ἐκπαιδευτικά του χαρίσματα ἔκαμε μὲ συνέπεια τὸ διδακτικό του καθῆκον ἀλλὰ καὶ ἐξακτίνωσε τὴν ἱστορία, τὸν πολιτισμὸ καὶ τὶς παραδόσεις τοῦ τόπου μας σὲ ὅσα μερη βρέθηκε ὡς ἐκπαιδευτικὸς ἀλλὰ καὶ γενικότερα ὡς μία συγκροτημένη προσωπικότητα  μὲ εὐρύτερες πνευματικὲς καὶ πολιτιστικὲς ἀνησυχίες.

Ἔγκριτος ἐκπαιδευτικὸς λειτουργὸς ὁ κ. Βίκτωρ Κοντονάτσιος ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια εἶχε στὸν νοῦ καὶ στὴν καρδιά του τὰ Μεγάλα Βραγγιανὰ καὶ θεωροῦσε καὶ ὁ ἴδιος ἰδιαίτερα τιμητικὸ τὸ γεγονὸς πὼς ὑπηρέτησε μὲ ἀφοσίωση στὸν τόπο ὅπου τὸ πάλαι ποτε λειτουργοῦσε μία ἑστία γραμμάτων ὅπως ἡ σχολὴ Γούβας Βαργγιανῶν, σὲ ἐποχὲς ποὺ ὁ Ἑλληνισμὸς ἦταν ὑπόδουλος καὶ ἡ ἐθνική του συνείδηση διατηρήθηκε χάρις σὲ αὐτοὺς τοὺς ταπεινοὺς δασκάλους ποὺ δίδασκαν ἑλληνικὰ γράμματα στὰ σκαβωμένα ἑλληνόπουλα.

Πολὺ σημαντικὴ ἐκτιμᾶται ἡ μαρτυρία του πὼς στὸ ἀναλόγιο τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς σωζόταν, ἕως τὸν Ἰούνιο τοῦ 1964, ἀξιόλογα χειρόγραφα ἐνδεχομένως καὶ ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Εὐγενίου καὶ τοῦ Γορδίου τὰ ὁποῖα δυστυχῶς σήμερα γιὰ λόγους ποὺ δὲν γνωρίζουμε δὲν σώζονται. Ἀκόμη, μὲ προσωπικὴ του σωστικὴ ἐνέργεια διέσωσε τὴ ἐπιτάφια ἐπιγραφὴ ἐπὶ μαρμάρου ἀπὸ τὸ μνῆμα τοῦ ἐπισκόπου Ζητουνίου Ἰωακείμ, ὁ ὁποῖος καταγόταν ἀπὸ τὰ Μεγ. Βραγγιανά. Ὁ Ἰωακείμ, ὁ ὁποῖος ἐκοιμήθη στὶς 3 Μαΐου 1844 ἐτάφη στὸν αὔλειο κοιμητηριακὸ χῶρο τοῦ ναοῦ  τοῦ Ἁγίου Νικολάου Ἁλμυροῦ.
Ὁ ναὸς τοῦ Ἁγίου Νικολάου Ἁλμυροῦ
πρὸ τοῦ σεισμοῦ.
Δεξιὰ ἀπὸ τὴν πλαϊνὴ πόρτα τοῦ αὔλειου
 χώρου  βρισκόταν τὸ μνῆμα
τοῦ Ἰωακείμ.
Μετὰ τὸν σεισμὸ τῆς 9ης Ἰουλίου 1980 ὁ ναὸς γκρεμίστηκε καὶ κατὰ τὴν διαδικασία ἀπομάκρυνσης τῶν ἐρειπίων ὁ Βίκτωρ Κοντονάτσιος διέσωσε ἀπὸ τὸν τόπο ὅπου τὰ συνεργεῖα τὰ μετέφεραν τὴν ἐπιτύμβια στήλη τοῦ Ἰωακείμ, ἡ ὁποία τώρα εὐτυχῶς  σώζεται σὲ καλὴ κατάσταση στὸ Ἀρχαιολογικὸ Μουσεῖο Ἁλμυροῦ. Στὴν χαργμένη ἐπιτάφια στήλη ἔγραφε:
Ὑπὸ τὸ μάρμαρον τοῦτο κεῖται ὁ  γέρων Ἰωακεὶμ ζητουνίου, ἀπὸ μεγάλλα (sic) βραγκιανὰ τῶν ἀγράφων τελευτήσας κατὰ τὴν γ΄ μαΐου 1844˙ τὸ ὅλον ἀρχιερατεύσας εἰς τὸ μεῖναν τῆς ἐπαρχίας του μέρος ἐνταῦθα Ἁλμυρὸν καὶ Κοκόσι χρόνους δώδεκα.
Μάλιστα, ὁ Βίκτωρ Κοντονάτσιος μᾶς πληροφόρησε πὼς μετὰ τὴν ἀφυπηρέτησή του ἀπὸ τὰ Μεγ. Βραγγιανά, ὅταν βρισκόταν στὸν Ἁλμυρό, φρόντιζε νὰ πηγαίνει, προσκυνηματικῶς, τακτικὰ στὸ μνῆμα τοῦ Ἰωακείμ.
Τὸ νέο Δ.Σ. τοῦ Συλλόγου σὲ συνεργασία μὲ τὴν ἐνορία καὶ μὲ τὴ συνδρομὴ τῆς Πανευρυτανικῆς Ἕνωσης ὅπως μᾶς διαβεβαίωσε ὁ γραμματέας  της ἐκπαιδευτικός, συνάδελφος τοῦ Βίκτωρα Κοντονάτσιου ὁ Κων/νος Παπαδόπουλος, ποὺ τίμησε μὲ τὴν παρουσία του καὶ τὸν λόγο του  τὴν ἐκδήλωση καθὼς καὶ ὁ ἐπίσης ἐκπαιδευτικὸς καὶ ἐπίσης παρὼν στὴν ἐκδήλωση Περιφερειακὸς Σύμβουλος Στερεᾶς Ἑλλάδος Λάμπρος Τσιτσάνης  νὰ αἰτηθεῖ ἕνα ἀντίγραφο τῆς μαρμάρινης ἐπιτύμβιας στήλης τοῦ Ἰωακεὶμ ἀπὸ τὸ Ἀρχ. Μουσεῖο Ἁλμυροῦ.
Ἡ ἐκδήλωση ξεκίνησε μὲ τὸν χαιρετισμὸ τοῦ κ. Κοντονάτσιου, ὁ ὁποῖος γιὰ λόγους ἀνωτέρους τῆς θελήσεώς του δὲν ἦταν παρὼν μὲ τὴν ἔνσαρκη φυσική του παρουσία στὴν ἐκδήλωση, ἀλλὰ ἀπευθύνθηκε στοὺς παρευρισκομένους μέ βιντεοσκοπημένη ὁμιλία του. Ὁ χαιρετισμός ἔχει ὡς ἑξῆς:  

Γειά σας ἀγαπητοί μου Βραγγιανίτες καί Βραγγιανίτισσες. Xαίρομαι ποὺ ἐπικοινωνῶ μαζί σας. Εἶμαι ὁ Βίκτωρ Κοντονάτσιος ποὺ ἤμουν δάσκαλος στὰ Μεγάλα Βραγγιανὰ γιὰ τέσσερα σχολικὰ ἔτη ἀπὸ τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1960 ἕως τὸν Ἰούλιο τοῦ 1964. Εἶναι τὰ χρόνια ποὺ καθόρισαν τὴν προσωπικότητά μου καὶ μὲ βοήθησαν νὰ γίνω αὐτὸς ποὺ εἶμαι. Θυμᾶμαι τὴν πρώτη φορὰ ποὺ ἦρθα ὅταν ἦρθα μὲ μουλάρι ἀπὸ τὸ χάνι τοῦ Κοντογούνι στὸ ὁποῖο εἴχαμε φτάσει ἀπὸ τὸ Κερασοχώρι μὲ ἕνα αὐτοκίνητο τροχοφόρο στὸ ὁποῖο  ἤμασταν  φορτωμένοι μαζὶ ζῶα καὶ ἄνθρωποι. Ἀπὸ ἐκεῖ μέχρι τὰ Βραγγιανὰ ἦλθα μὲ τὸν Σπύρο τὸν Τσιώλη τὸν γιὸ τοῦ μπαρμπα-Ἀριστείδη Τσιώλη καὶ φτάσαμε στὰ Βραγγιανὰ γιὰ πρώτη φορά. Τὴν προηγούμενη χρονιὰ ἤμουν στὰ Ἄγραφα καὶ εἶχα ἀκούσει γιὰ τὰ Μεγ. Βραγγιανά. Εἶχα ἀκούσει γιὰ τὴν ἱστορία τους γιὰ τὴ Γούβα καὶ περίμενα μὲ χαρὰ νὰ ἔρθω στὰ Βραγγιανὰ γιὰ νὰ μάθω περισσότερα γιὰ ὅσα εἶχα ἀκούσει.
Ὁ πρῶτος ἄνθρωπος ποὺ συνάντησα ἦταν ὁ μπαρμπα-Σωτήρης ὁ Παρθένης στοὺς Γραμματικάδες ὁ πατέρας τῆς Κωστάντως καὶ τῆς Φώτως καὶ ἑνὸς ἄλλου ἀγοριοῦ τοῦ ὁποίου δὲν θυμᾶμαι τὸ ὄνομά του (Ἀργύρης). Τὸ Σχολεῖο τότε ἤτανε νεοκτισμένο. Ἔλειπαν μόνο τὰ παράθυρα. Χρειάστηκε νὰ γίνει δημοπρασία νὰ φτιαχτοῦν τὰ παράθυρα. Παρουσιάτηκαν δύο στὴ μειοδοτικὴ διαδικασία: Ὁ Σπύρος Τσιώλης καὶ ὁ Σεραφεὶμ Τσιώλης. Τελικὰ τὴν δημοπρασία κέρδισε ὁ Σπύρος Τσιώλης καθὼς διέθετε  μία βεβαίωση ἐμπειροτεχνίτη, ποὺ δὲν διέθετε ὁ Σεραφείμ. Πρόεδρος τῆς Σχολικῆς Ἐφορίας ἦταν ὁ Ἀργύρης ὁ Μαστρομῆτρος, Χρήστου ὅπως ἦταν τὸ ἐπώνυμό του, ὁ ὁποῖος ἦταν  καὶ διμοιρίτης τῶν ΤΕΑ. Θυμᾶμαι πολλὰ πράγματα ἀπὸ τὰ Μεγάλα Βραγγιανά. Θυμᾶμαι ὅτι περνοῦσα πολλὲς ὧρες στὸ καφενεῖο τοῦ μπάρμπα-Κώστα Γούλα στοὺς Στανάδες ὅπου ὑπῆρχε καὶ τὸ μοναδικὸ τηλέφωνο τοῦ χωριοῦ. Θυμᾶμαι τὸν μπαρμπα-Κώστα Γούλα ποὺ παίζαμε τὴν γκαβοξερὴ  γιατὶ ἦταν ἕνα εὔκολο παιχνίδι. Θυμᾶμαι καὶ τοὺς Μαστρομητραίους στὸν ἐπάνω Μαχαλᾶ.  
Ἀπὸ τοὺς  μαθητές μου πάρα πολλοὶ ἦσαν οἱ ἀγαπημένοι μου. Θυμᾶμαι ἕνας ἦταν ὁ Γάκιας. Ὁ Γάκιας ἦταν γιὸς τοῦ Ἀργύρη τοῦ Μαστρομήτρου τοῦ Χρήστου καθὼς τὸ Μαστρομῆτρος ἦταν ἕνα εἶδος παρατσούκλι, μὲ τὸν ὁποῖο πηγαίναμε πολλὲς φορὲς μαζὶ στὰ Ἄγραφα. Νὰ θυμηθῶ καὶ τὴ Βάγια τοῦ Λάμπρου Κούτη ὄχι γιατὶ τὴν ξεχωρίζω ἀλλὰ ἔχω κάποιες συγκεκριμένες ἀναμνήσεις. Ἤτανε μία ἄριστη μαθήτρια, ἡ καλύτερη μαθήτρια ποὺ εἶχα συναντήσει. Κατόρθωσα καὶ ἔπεισα τὸν πατέρα της τὸν Λάμπρο Κούτη νὰ τὴν στείλει στὸ Γυμνάσιο. Τότε ἦταν πρωτάκουσττο κορίτσια ἀπὸ τὰ Μεγάλα Βραγγιανὰ νὰ πηγαίνουν στὸ Γυμνάσιο. Ἔπεισα τὸν Λάμπρο Κούτη νὰ πᾶμε. Θυμᾶμαι ποὺ κατεβήκαμε ἀπὸ τὰ Βραγγιανὰ στὸ Νεοχώρι καὶ περάσαμε τὴ Λίμνη τοῦ Μέγδοβα μὲ ἕνα καραβάκι τὸν «Ἀδαμάντιο». Τιμὴ εἰσιτηρίου: μηδέν. Εἶχε γίνει μετὰ ἀπὸ τὸ δυστύχημα ποὺ εἶχαν πνιγεῖ κάποιοι. Εἶχε γίνει τὸ δυστύχημα ποὺ εἶχαν πνιγεῖ κάποιοι καὶ ἡ ΔΕΗ καταδικάστηκε νὰ ἀποκαταστήσει τὴ συγκοινωνία χωρὶς κόμιστρο. Ἡ Βάγια Κόυτη πέρασε στὸ Γυμνάσιο ἀλλὰ τὸν Σεπτέμβριο ὅταν ἦλθα στὸ Σχολεῖο στὰ Βραγγιανὰ τὴν εἶχα ἰδεῖ νὰ κάθεται. Τὴν ἐρώτησα καὶ μοῦ εἶπε πὼς δὲν εἶχε περάσει στὶς ἐξετάσεις. Εἶχε γίνει λάθος στὰ ἀποτελέσματα καὶ ἐκ παραδρομῆς τὴν εἶχαν εἰδοποιήσει πὼς δὲν πέρασε. Θυμᾶμαι καὶ πολλοὺς ἄλλους μαθητές. Τὸν Πάκο. Ὁ Πάκος ἦταν πολὺ χαρακτηριστικὴ φυσιογνωμία τοῦ Γιώργου τοῦ Μαστρομήτρου, τοῦ Γατσᾶ ποὺ λέγαμε, ὁ ὁποῖος ἀργότερα ἔγινε καὶ Πρόεδρος τοῦ χωριοῦ. Τί νὰ πρωτοθυμηθῶ ἀπὸ τὰ Βραγγιανά. Πάντα ὑπέροχους ἀνθρώπους συναντοῦσα.  Θυμᾶμαι τοὺς βαρεῖς χειμῶνες ποὺ περιμέναμε τὰ ἀεροπλάνα νὰ ρίξουν μὲ τὰ ἀλεξίπτωτα τὸ καλαμπόκι γιὰ ζωοτροφές, τοὺς ἀγῶνες ποὺ κάναμε γιὰ νὰ βροῦμε τὰ τσουβάλια μέσα στὰ χιόνια χωμένα .Θυμᾶμαι ποὺ περνοῦσα πολλὲς ὧρες  στὴν Ἁγία Παρασκευή. Ἐκεῖ στὴ Γούβα στὴν Ἁγία Παρασκευὴ εἶχα πολὺ καλὲς ἀναμνήσεις. Θυμᾶμαι, μὲ ἔκπληξη πὼς στὸ ψαλτήρι εἶχα ἰδεῖ πολλὰ χειρόγραφα βιβλία σὲ περγαμηνή, ἀπὸ τὴ Σχολὴ τῆς Γούβας. Θυμᾶμαι ποὺ ἐπικοινώνησα μὲ τὸ Ὑπουργεῖο Πολιτισμοῦ καὶ τοὺς ὑπέδειξα τὰ βιβλία ποὺ ὑπῆρχαν. Τὸ Βυζαντινὸ Μουσεῖο ὅπου ἔστειλα ὑποδείγματα, μοῦ εἶπαν πὼς εἶναι ἄξια διατηρήσεως. Ἐπικοινώνησα τότε μὲ τὸν Εὐρυτάνα συγγραφέα Πάνο Βασιλείου καὶ προσπάθησα μὲ τὸν παπα-Λάμπρο νὰ τὰ σώσουμε καὶ νὰ τὰ διατηρήσουμε. Τελικὰ δὲν κατορθώθηκε κάτι. Ἔμειναν ἐκεῖ τοὐλάχιστπον μέχρι τὸν Ἰούνιο τοῦ 1964 ποὺ ἤμουν ἐκεῖ . Τελευταῖα εἶχα μάθει, ἀπὸ τὸν γιὸ τοῦ Γραμματέα τοῦ Δ. Ἀλεξάκη, πὼς τὰ βιβλία αὐτὰ δὲν ὑπάρχουν. Λυπήθηκα πολὺ καὶ λυποῦμαι ποὺ δὲν μπόρεσα νὰ τὰ σώσω καὶ δὲν γνωρίζω τώρα ποῦ βρίσκονται.
Νὰ θυμηθῶ πάλι τὰ πανηγύρια καὶ τοὺς γάμους ποὺ ἤμασταν καλεσμένοι, θυμᾶμαι τὰ τραγούδια τὰ ὑπέροχα τὰ ὁποῖα ὅλα τὰ κατέγραψα τότε. Ἦταν τόσο θαυμάσια τραγούδια. Τραγούδια ποὺ ὑμνοῦσαν καὶ συνέδεαν τὸν Χριστιανισμὸ  καὶ τὸν Ἑλληνισμὸ καὶ ποὺ τὰ χορεύανε ὅλοι ἄνδρες καὶ γυναῖκες  καὶ τὰ παρακολουθούσαμε καθισμένοι στὶς τάβλες. Δὲν ὑπῆρχαν τότε καρέκλες πολλές. Θυμᾶμαι ἕνα ὑπέροχο τραγούδι ποὺ λεγότανε τότε τὸ ὁποῖο τὸ θυμᾶμαι καὶ τὸ λέω καὶ σὲ πολλὲς ὁμιλίες ποὺ κάνω:
«Σὲ τοῦτο τὸ σπίτι ποὺ εἴμαστε σὲ τοῦτα τὰ τραπέζια / Τὸν Ἄγγελο φιλεύουμε καὶ τὸν Χριστὸ κερνᾶμε / Καὶ τὴν Παρθένα Παναγιὰ τὴν διπλοπροσκυνᾶμε».
Θυμᾶμαι καὶ ἕνα τραγούδι ποὺ τὸ χόρευε ὁ Σταῦρος ὁ Χρήστου:
«Σαράντα μέρες περπατῶ νὰ βρῶ παπᾶ πνευματικό / καὶ πάνω στὶς σαράντα δύο  βρίσκω παπᾶ-πνευματικό».
Εἶναι πάρα πολλὰ ἐκεῖνα ποὺ θυμᾶμε τὰ λέω ἀνακατεμένα καθὼς πρόχειρα μοῦ ἔρχονται στὸν νοῦ. Θυμᾶμαι ὅταν ἐρχόμασταν ἀπὸ τὸ Νεοχώρι στὰ Βραγγιανὰ ἐπάνω στὴ ράχη φυσοῦσε πολὺ δυνατὸς ἀέρας. Καὶ θυμᾶμαι τὰ λόγια ποὺ μᾶς ἔλεγε ἡ γιαγιὰ ἡ  Μπετχαβοῦ, ὅτι γιὰ νὰ περάσουμε ἀπ’ τὸν Ἅη-Νικόλα ἀπείραχτοι ἔπρεπε νὰ σκύψουμε καὶ νὰ φωνάξουμε:
—Βραγγιανίτες εἴμαστε. Βραγγιανίτες εἴμαστε!
Γιατὶ μόνον τότε τὸ θεριὸ ἄφηνε τοὺς Βραγγιανίτες νὰ περάσουν τοὺς ἄλλους ὅλους τοὺς ἐμπόδιζε. Δὲν ἔχω νὰ εἰπῶ πολλὰ πράγματα. Νὰ σᾶς χαιρετήσω, νὰ σᾶς πῶ νὰ εἶστε περήφανοι ποὺ εἶστε Βραγγιανίτες· νὰ φωνάζετε πάντα Βραγγιανίτες εἴμαστε καὶ ὅλοι οἱ δρόμοι θὰ ἀνοίγουν. Νὰ εἴσαστε πάντα καλά, χαίρομαι ποὺ ἐπικοινωνῶ μαζί σας. Νὰ εἴσαστε εὐτυχισμένοι ὅλοι ὅσοι μὲ γνωρίσατε καὶ ὅσοι δὲν μὲ γνωρίζετε.
Νὰ εἴσαστε καὶ πάλι ὑπερήφανοι ποὺ εἶστε Βραγγιανίτες».

Μετὰ τὴν βιντεοσκοπημένη ὁμιλία τοῦ κ. Κοντονάτσιου ἀκολούθησε προβολὴ φωτογραφιῶν τῆς ἐποχῆς 1960-1964, ἀπὸ τὸ προσωπικὸ φωτογραφικὸ ἀρχεῖο ποὺ εὐγενικὰ μᾶς παραχώρησε ὁ τιμώμενος. Ζωντάνεψε, ἰδαίτερα σὲ ὅσους ἐκ τῶν παρευρισκομένων βρισκόταν τότε στὰ Μεγάλα Βραγγιανά, ἡ ἐποχὴ τοῦ 1960-1964, ἀλλά πῶς ὄχι; καὶ στοὺς νεότερους ποὺ δεν ἔζησαν τὴν περίοδο ἐκείνη στὰ Βραγγιανά.
Χαιρετισμὸ ἀπηύθηνε καὶ ὁ Γραμματέας τῆς Πανευρυτανικῆς Ἕνωσης Κων/νος Παπαδόπουλος, ὁ ὁποῖος, μεταξὺ ἄλλων πρότεινε πὼς μὲ πρωτοβουλία τῆς  Πανευρυτανικῆς Ἕνωσης  καὶ τὴν συναίνεση τῆς Περιφερειακῆς Ἑνότητας Εὐρυτανίας, θὰ εἰσηγηθεῖ τὴν βράβευση τοῦ Συλλόγου μας ἀπὸ τὴν Ἀκαδημία  Ἀθηνῶν,  τὸ ἀνώτατο αὐτὸ πνευματικὸ ἵδρυμα τῆς  χώρας, μὲ ἀφορμὴ τὰ 40 χρόνια λειτουργίας τοῦ Συλλόγου. Ὁ κ. Παπαδόπουλος δήλωσε:
Κων/νος Παπαδόπουλος
«Εὐχαριστῶ γιὰ τὴ μεγάλη τιμὴ ποὺ μοῦ κάνατε νὰ μὲ καλέσετε στὴν ἐκδήλωσή σας. Αἰσθάνομαι κι ἐγὼ πολὺ συγκινημένος γιατὶ ἡ ἐκδήλωση αὐτὴ μὲ γυρίζει 50 χρόνια πίσω ὅταν διορίστηκα δάσκαλος στὴν περιοχὴ τῶν Ἀπεραντίων στὴ Βούλπη καὶ τὴ Βελαώρα ὅπου ὑπηρέτησα τρία χρόνια περίπου μετὰ τὴν περίοδο τοῦ Βίκτωρα στὰ Μεγ. Βραγγιανά. Θέλω νὰ τονίσω αὐτὸ μὲ τὸ ὁποῖο ὁλοκλήρωσε τὸν λόγο του ὁ Βίκτωρας: πώς, νὰ εἴσαστε ὑπερήφανοι πὼς εἶστε Βραγγιανίτες καὶ πὼς ὁ ἴδιος αἰσθάνεται Βραγγιανίτης. Ὡς Πανευρυτανικὴ Ἕνωση ἤμασταν στὰ Βραγγιανὰ στὶς 10 Αὐγούστου 2010 στὰ πλαίσια τοῦ Συνεδρίου «Τὰ Ἄγραφα στὴ διαδρομὴ τῆς Ἱστορίας» στὴ Γούβα, στὴν πηγὴ Φοντάνα,  στὴν Ἁγία Παρασκευή. Μία πραγματικὴ πνευματικὴ πανδαισία, παρουσία τοῦ μακαριστοῦ μητροπολίτου Καρπενησίου κυροῦ Νικολάου τότε ,ἀλλὰ καὶ πλῆθος κόσμου καὶ τὴν ὑπέροχη φιλοξενία ποὺ εἴχαμε τότε στὰ Μεγάλα Βραγγιανά. Θὰ κάνω καὶ μία πρόταση σχετικὰ μὲ τὸ ἀντίγραφο τῆς ἐπιτύμβιας πλάκας τοῦ Ἰωακείμ. Πιστεύω πὼς ἡ περιφερειακὴ αὐτοδιοίκηση μὲ τὸ Κέντρο Ἱστορίας καὶ Πολιτισμοῦ τῆς Εὐρυτανίας (ΚΙΠΕ), ποὺ ἔχει πάρει ἀντίγραφα ἀπὸ τὸ Ἀρχαιολογικὸ Μουσεῖο, ὅπως τὸ ἀγαλματίδιο τοῦ Διονύσου ἀπὸ τὴ Χόχλια καὶ ἀπὸ τὸ Βυζαντινὸ Μουσεῖο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἐπισκοπῆς, νὰ ζητηθεῖ καὶ μὲ τὴ συνδρομὴ τῆς Περιφέρειας καὶ νὰ τοποθετηθεῖ ἀντίγραφο καὶ στὸ ΚΙΠΕ στὸ Καρπενήσι ποὺ τώρα ἔγιναν  τὰ ἐγκαίνια τοῦ Κέντρου. Μπορεῖ λοιπὸν μέσω τῆς Περιφερειακῆς Ἑνότητας Εὐρυτανίας νὰ ζητηθεῖ τὸ ἀντίγραφο καὶ θὰ δοθεῖ σίγουρα εἰς διπλοῦν μάλιστα ἕνα στὸ ΚΙΠΕ καὶ ἕνα στὰ Βραγγιανά. Τελειώνοντας θὰ ἤθελα νὰ κάνω καὶ μία πρόταση: μὲ τὴ συνδρομὴ τῆς Πανευρυτανικῆς  Ἕνωσης στὸ ἑπόμενο Συμβούλιο ποὺ θὰ πραγματοποηθεῖ ἴσως τὴν ἄλλη βδομάδα, ἡ Πανευρυτανικὴ Ἕνωση θὰ εἰσηγηθεῖ καὶ στὴν περιφερειακὴ Ἑνότητα Εὐρυτανίας γιὰ μία ἀπὸ κοινοῦ πρόταση στὴν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν, μὲ τὴν εὐκαιρία τῶν σαράντα ἐτῶν λειτουργίας τοῦ συλλόγου «Ἀναστάσιος Γόρδιος», νὰ τιμηθεῖ ἀπὸ τὸ μεγάλο αὐτὸ Ἵδρυμα ὁ σύλλογος ο  ‘‘Ἀναστάσιος Γόρδιος’’ γιὰ τὰ σαράντα χρόνια τῆς εὔρρυθμης πολιτιστικῆς του λειτουργίας. Σᾶς εὐχαριστῶ πολὺ». 

Ἀκολούθως χαιρετισμὸ ἀπηύθηνε καὶ ὁ περιφερειακὸς σύμβουλος, ἐπίσης ἐκπαιδευτικός, Λάμπρος Τσιτσάνης, ὁποῖος δὲν παραλείπει ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια νὰ παρίσταται  στὶς ἐκδηλώσεις καὶ τὶς δράσεις τοῦ Συλλόγου. Ὁ κ. Τσιτάνης τόνισε:
Λάμπρος Τσιτσάνης
 «Εὐχαριστῶ τὸ Δ. Σ. γιὰ τὴν πρόσκλησή του νὰ παρευρεθῶ στὴν ἐκδήλωσή σας. Νὰ σᾶς συγχαρῶ γιὰ τὶς ἐκδηλώσεις σας , ὄχι μόνο τὴ σημερινή ἀλλὰ ἐπειδὴ παρακολουθῶ ὅλες τὶς ἐκδηλώσεις σας καὶ σ’αὐτὸν τὸν χῶρο ἀλλὰ καὶ ἀλλοῦ, ἐκδηλώσεις ἀληθινὰ ποιοτικές, πρωτότυπες καὶ ἐνδιαφέρουσες καὶ ἐπειδὴ τὸν τιμώμενο Βίκτωρα τὸν γνώρισα καὶ ὡς συνάδελφο καὶ μάλιστα συνυπηρετήσαμε θὰ πῶ αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Μεγας Ἀλέξανδορς πὼς στοὺς γονεῖς μας ὀφείλουμε τὸ ζῆν καὶ στοὺς δασκάλους μας τὸ εὖ ζῆν. Ἐμεῖς οἱ νεώτεροι ὑπηρετήσαμε μὲ πολὺ πιὸ εὐνοϊκὲς συνθῆκες ἀπὸ ἐκεῖνες τῶν  δασκάλων τῆς ἐποχῆς ἐκείνης καὶ σὲ ἀντίξοες συνθῆκες ὅπως στὰ Μεγ. Βραγγιανά. Μάλιστα, στὴ σημερινὴ ἐποχὴ ποὺ ἡ κρίση εἶναι κυρίως πνευματική, κρίση θεσμῶν καὶ ἀξιῶν μὲ ἐλάχιστα σχολεῖα νὰ λειτουργοῦν στὴν Εὐρυτανία καὶ μὲ τοὺς σημεριμνοὺς δασκάλους νὰ ἔχουν ἀποκτήσει ἕνα εἶδος δημοσιοϋπαλληλικῆς νοοτροπίας. Πρὶν ἀπὸ τέσσερα χρόνια ἐπικαλέστηκα τὰ Μεγάλα Βραγγιανά καὶ τὴν ἱστορία τους στὴν Περιφέρεια καὶ πετύχαμε ἕνα περιφερειακὸ Συμβούλιο νὰ πραγματοποιηθεῖ στὰ Ἄγραφα. Ἡ ἐπίκληση τῆς ἱστορίας τῶν Μεγ. Βραγγιανῶν, τοῦ Ἑλληνομουσείου Ἀγράφων, ἡ Σχολὴ τοῦ Γένους ἔφερε ὅλο τὸ Περιφερειακὸ Συμβούλιο στὰ Ἄγραφα. Κατάγομαι ἀπὸ τὸ Ραφτόπουλλο, ἔχω μάνα ἀπὸ τὰ Ἐπινιανὰ καὶ νοιώθω περήφανος γιὰ τὰ Ἄγραφα, γιὰ τὰ Μεγάλα Βραγγιανά. Νὰ σᾶς συγχαρῶ καὶ πάλι καὶ νὰ εἴμαστε πάντα καλά νὰ ἐπισκεπτόμαστε τὰ χωριά μας»
Στὴ συνέχεια ὁ ἀπερχόμενος Πρόεδρος τοῦ Συλλόγου, Γιῶργος Χρήστου μιλώντας στὴν ἐκδήλωση, εἶπε: 
Γεώργιος Χρήστου
 «Καλημέρα. Καλωσορίζω τὸν κ. Κώστα Παπαδόπουλο καὶ τὸν Περιφερειακὸ  Σύμβουλο κ. Λάμπρο Τσιτσάνη μὲ τὸν ὁποῖο εἴχαμε τακτικὴ συνεργασία ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια. Σὲ ὅτι ἀφορᾶ τὸν δάσκαλο, ἐγὼ τότε εἶχα γεννηθεῖ, τὸ1961, καὶ δὲν τὸν εἶχα γνωρίσει· εἶχα ὅμως ἀκούσει γι αὐτόν. Ἤθελα ὅμως νὰ συνεχίσουμε ὡς Σύλλογος νὰ τιμοῦμε αὐτοὺς ποὺ προσέφεραν στὸν χωριό μας ὅπως ὁ δάσκαλος Κώστα Σκοπελίτης, ὁ δάσκαλος ἐπίσης Νίκος Ἀλεξάκης, ὁ Χριστόφορος Ἀλεξάκης,  ὁ π. Παναγιώτης Τσιώλης, ὁ τότε διάκονος Κωνσαντῖνος Κουτσουπιᾶς, σήμερα ὁ Βίκτωρας καὶ ἕπεται καὶ συνέχεια. Θὰ ἤθελα νὰ ἀναφερθῶ στὰ ἕξη χρόνια τῆς παρουσίας  μου ὡς προέδρου στὸν Σύλλογο: προσπαθήσαμε μήπως καταφέρναμε νὰ ἑνώσουμε τὸ χωριό, κυρίως μὲ τοὺς Συλλόγους. Νομίζω πὼς δὲν τὰ κατάφερα ὅσο θὰ ἤθελα στὰ ἕξη αὐτὰ χρόνια ποὺ ἤμουν Πρόεδρος. Ὅμως, πρέπει νὰ συνεχίσουμε τὴν προσπάθεια γιὰ νὰ πετύχουμε ὅ,τι τὸ καλλίτερο. Εἴχαμε βάλει 2-3 στόχους μαζὶ μὲ αὐτό, ὅπως τὸ Πανηγύρι τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς ποὺ πάλι δὲν τὸ πετύχαμε γιὰ διαφόρους λόγους. Ὁ ἄλλος στόχος εἶναι τὸ Σχολεῖο γιὰ τὸ ὁποῖο πρέπει νὰ εὐχαριστήσω καὶ τὸν Δῆμο Ἀγράφων  καὶ  ἰδιαίτερα τὸν Δημοτικό μας Σύμβουλο Λάμπρο Ζαμπάκα γιὰ τὴ βοήθειά του. Τὸ Σχολεῖο καὶ μὲ τὴ γενναία βοήθεια τοῦ Συλλόγου ὁλοκληρώθηκε. Ἔχουμε διαθέσει ὡς Σύλλογος 2.300 εὐρὼ καὶ θὰ προσπαθήσουμε μὲ τὸ νέο Δ. Σ. νὰ διαθέσουμε καὶ ἄλλα. Χαίρομαι ποὺ βλέπω νέα παιδιὰ ποὺ θέλουν ν ἀσχοληθοῦν μὲ τὸν Σύλλογο καὶ νὰ τοὺς πῶ πὼς πρέπει ὅλοι μαζὶ νὰ μετέχουμε στὶς ἐνέργειες τοῦ Συλλόγου γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ πετύχουμε περισσότερα. Δὲν ἔχει σημασία ποιός  εἶναι ὁ Πρόεδρος, ποιός ὁ Ταμίας κλπ. Ὅλοι μαζὶ νὰ προχωρήσουμε αὐτὸν τὸν Σύλλογο καὶ ἰδιαίτερα νὰ φροντίσουμε νὰ ἐκδίδεται ἡ ἐφημερίδα μας. Νὰ συγχαρῶ καὶ τὸν Γιῶργο τὸν Μπετχαβᾶ γιὰ τὶς ἐκδηλώσεις ποὺ θὰ γίνουν τὸ καλοκαίρι καὶ νὰ τονίσω πὼς πρέπει νὰ συνεχιστεῖ ὁ πετυχημένος θεσμὸς ὅπως τὸ «Πάρτυ νεολαίας» τῶν Βραγγιανῶν γιὰ νὰ διατηρήσουμε τὸν τόπο μας ζωανανὸ καὶ γιὰ τὶς ἐπόμενες γενιές. Νὰ εὐχαριστήσω τοὺς συνεργάτες μου γι αὐτὰ τὰ ἕξη χρόνια. Προσπαθήσαμε νὰ κάνουμε τὸ καλλίτερο. Θὰ εἶμαι δίπλα, βοηθὸς στὰ μέλη τοῦ νέου Δ. Σ. γιὰ τὴ συνέχεια τοῦ ἔργου τοῦ Συλλόγου. Σᾶς εὐχαριστῶ πολύ»
Ἐπίσης, παρουσιάστηκε καὶ διανεμήθηκε στοὺς παρόντες ἡ ἐπετειακὴ κάρτα ποὺ φρόντισε νὰ φιλοτεχνήσει ὁ Σύλλογος σὲ συνεργασία μὲ τὴν ἐνορία Μεγ. Βραγγιανῶν γιὰ τιμὴ τῆς μνήμης τῆς κοιμήσεως τοῦ Ἀναστασίου Γορδίου (7 Ἰουνίου) καὶ ἡ ὁποία μὲ τὶς φροντίδες τοῦ Συλλόγου ἐστάλη στὰ Βραγγιανὰ γιὰ νὰ διανεμηθεῖ στὸ ἐκκλησίασμα τῆς Θείας Λειτουργίας τῆς 7ης Ἰουνίου στὸν ναὸ τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς.
Κατόπιν ὁ Πρόεδρος Γεώργιος Χρήστου παρέδωσε τὴν τιμητικὴ πλακέτα γιὰ τὸν Βίκτωρα Κοντονάτσιο στὸν Δημοτικὸ Σύμβουλο Λάμπρο Ζαμπάκα ὁ ὁποῖος ἀνέλαβε νὰ τὴν παραδώσει στὸ τιμώμενο πρόσωπο.

Παραλαμβάνοντας τὴν πλακέτα ὁ Λάμπρος Ζαμπάκας δήλωσε:
 «Εὐχαριστῶ πολὺ ὅλους σας γιὰ τὰ πέντε αὐτὰ χρόνια συνεργασίας καὶ εὔχομαι νὰ γίνουν ὅλες οἱ προπάθειςε ποὺ ἀπαιτοῦνται γιὰ νὰ ἑνωθοῦν οἱ Σύλλογοι. Καὶ κυρίως ἀπευθύνομαι στὸν Σύλλογο Ἅη-Γιάννης ἡ Θεολόγος».
Ὁ Δημοτικὸς Σύμβουλος Λάμπρος Ζαμπάκας
παραλαμβάνει τὴν τιμητικὴ πλακέτα
Κατόπιν, τελευταῖος, ἔλαβε τὸν λόγο ὁ ὑποψήφιος γιὰ τὸ νέο Δ. Σ. Γεώργιος Μπετχαβᾶς ὁ ὁποῖος δήλωσε:
«Θέλω νὰ τονίσω πὼς χρειαζόμαστε ἀπ’ὅλους τὴ συμμετοχὴ καὶ τὴ βοήθεια ὅλων γιὰ τὶς ἐκδηλώσεις τοῦ καλοκαιριοῦ ἰδιαίτερα γιὰ ἐκείνη μὲ τὰ Γενικὰ Ἀρχεῖα τοῦ Κράτους, ἡ ὁποία θὰ πραγματοποιηθεῖ στὴ ‘‘Φοντάνα’’ τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς τῆς ὁποίας τὸ ἀναλυτικὸ πρόγραμμα θὰ διαβάσετε στὸ προσεχὲς φύλλο τῆς ἐφημερίδας μας, καὶ ἡ ὁποία εἶναι ἰδαίτερα τιμητικὴ καὶ γιὰ τὸν Σύλλογο καὶ γιὰ τὸ χωριὸ ἀλλὰ καὶ γιὰ τὰ Ἄγραφα γενικότερα»

Τὸ ἀπερχόμενοΔ. Σ. καὶ ὅλοι ὅσοι ὀργάνωσαν καὶ πραγματοποίησαν τὴν ἐκδήλωση τιμῆς στὸν Βίκτωρα Κοντονάτσιο εὐχαριστοῦν ὅσους παραβρέθηκαν ἀλλὰ καὶ ὅσους εἶχαν τὴν πρόθεση νὰ ἔλθουν ἀλλὰ λόγοι ὑπεράνω τῆς θελήσεώς τους δὲν τὸ ἐπέτρεψαν.  Ἀκόμη περισσότερο εὐχαριστουμε  τὸν κ. Βίκτωρα Κοντονάτσιο γιὰ ὅσα προσέφερε καὶ συνεχίζει μέχρι σήμερα νὰ προσφέρει μὲ τὸν τρόπο του στὸ χωριό μας καὶ τοὺς ἀνθρώπους του. Νὰ σημειώσουμε πὼς ὁ Βίκτωρ Κοντονάτσιος εἶχε ἐπισκεφθεῖ τὰ Μεγάλα Βραγγιανὰ στὶς 26 Ἰουλίου 2002 καὶ εἶχε παραστεῖ στὴν ἐκδήλωση τῶν ἀποκαλυπτηρίων τῶν προτομῶν τοῦ Εὐγενίου Γιαννούλη καὶ τοῦ Ἀναστασίου Γορδίου καὶ τὸν προσκαλοῦμε νὰ ἐπισκεφθεῖ καὶ πάλι τὸν τόπο μας –χωρὶς τώρα νὰ χρειαστεῖ νὰ φωνάξει στὴ ράχη τοῦ Ἅη Νικόλα:
—Βραγγιανίτης εἶμαι!!
Γιατὶ ἡ θητεία του στὴ πατρίδα τοῦ Γορδίου τοῦ ἔχει δώσει κάρτα-διαβατήριο ἐλευθέρας καὶ διαρκοῦς, διὰ παντὸς εἰσόδου καὶ ἀβραμιαίας φιλοξενίας ! 
    Τέλος,στὸ διαδίκτυο (Fb), ἔγραψε μὲ ἀφορμὴ αὐτὴ τὴν ἐκδήλωση ὁ κ. Βίκτωρ Κοντονάτσιος:

«1960 -1964, κάπου ἑξῆντα χρόνια πρίν, ὑπηρετοῦσα ὡς δάσκαλος στὰ Μεγάλα Βραγγιανὰ Εὐρυτανίας, δέκα περίπου ὧρες μὲ τὸ μουλάρι ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ θὰ σὲ ἄφηνε τὸ τελευταῖο τροχοφόρο. Ἀριθμὸς μαθητῶν ποὺ ἔφτανε στοὺς 117  καὶ γιὰ ἀρκετοὺς μῆνες τὸ σχολεῖο λειτουργοῦσε ὡς μονοθέσιο. Πῶς καὶ πόσο νὰ δουλέψεις; Ἐὰν τοὺς μάθεις νὰ κάνουν τὸν σταυρό τους, νὰ μποροῦν νὰ διαβάζουν, νὰ γράφουν καὶ νὰ λογαριάζουν ἔχεις κάνει τὸ ἄριστο, μοῦ εἶπε ὁ ἐπιθεωρητὴς. 
2019, 9 Ἰουνίου, παιδιὰ καὶ ἐγγόνια τῶν τότε μαθητῶν μου, ὀργανώνουν εἰδικὴ τιμητικὴ ἐκδήλωση, στὴν Ἀθήνα ὅπου ζοῦν οἱ περισσότεροι, γιὰ νὰ τιμήσουν τὸν Βίκτωρα Κοντονάτσιο, τὸν δάσκαλο που ὑπηρέτησε στὸ χωριό τους ἑξῆντα χρόνια πρίν. Δακρύζεις ἤ δὲν δακρύζεις τώρα στὰ ὀγδόντα σου τόσα χρόνια; Τέτοιοι ὑπέροχοι ἄνθρωποι ὑπάρχουν σήμερα στὴν Ἑλλάδα μας. Καὶ ΟΣΟ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΝΘΡΩΠΟΙ τέτοιοι σημαίνει ὅτι ἡ ΕΛΛΑΔΑ ΔΕΝ ΠΕΘΑΙΝΕΙ».
Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης
ια τῶν τότε μαθητῶν μου, ὀργανώνουν εἰδικὴ τιμητικὴ ἐκδήλωση, στὴν Ἀθήνα ὅπου ζοῦν οἱ περισσότεροι, γιὰ νὰ τιμήσουν τὸν Βίκτωρα Κοντονάτσιο, τὸν δάσκαλο που ὑπηρέτησε στὸ χωριό τους ἑξήντα χρόνια πρίν. Δακρύζεις ἤ δὲν δακρύζεις τώρα στὰ ὀγδόντα σου τόσα χρόνια; Τέτοιοι ὑπέροχοι ἄνθρωποι ὑπάρχουν σήμερα στὴν Ἑλλάδα μας. Καὶ ΟΣΟ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΝΘΡΩΠΟΙ τέτοιοι ὅ,τι σημαίνει ΕΛΛΑΔΑ ΔΕΝ ΠΕΘΑΙΝΕΙ.ια τῶν τότε μαθητῶν μου, ὀργανώνουν εἰδικὴ τιμητικὴ ἐκδήλωση, στὴν Ἀθήνα ὅπου ζοῦν οἱ περισσότεροι, γιὰ νὰ τιμήσουν τὸν Βίκτωρα Κοντονάτσιο, τὸν δάσκαλο που ὑπηρέτησε στὸ χωριό τους ἑξήντα χρόνια πρίν. Δακρύζεις ἤ δὲν δακρύζεις τώρα στὰ ὀγδόντα σου τόσα χρόνια; Τέτοιοι ὑπέροχοι ἄνθρωποι ὑπάρχουν σήμερα στὴν Ἑλλάδα μας. Καὶ ΟΣΟ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΝΘΡΩΠΟΙ τέτοιοι ὅ,τι σημαίνει ΕΛΛΑΔΑ ΔΕΝ ΠΕΘΑΙΝΕΙ.ια τῶν τότε μαθητῶν μου, ὀργανώνουν εἰδικὴ τιμητικὴ ἐκδήλωση, στὴν Ἀθήνα ὅπου ζοῦν οἱ περισσότεροι, γιὰ νὰ τιμήσουν τὸν Βίκτωρα Κοντονάτσιο, τὸν δάσκαλο που ὑπηρέτησε στὸ χωριό τους ἑξήντα χρόνια πρίν. Δακρύζεις ἤ δὲν δακρύζεις τώρα στὰ ὀγδόντα σου τόσα χρόνια; Τέτοιοι ὑπέροχοι ἄνθρωποι ὑπάρχουν σήμερα στὴν Ἑλλάδα μας. Καὶ ΟΣΟ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΝΘΡΩΠΟΙ τέτοιοι ὅ,τι σημαίνει ΕΛΛΑΔΑ ΔΕΝ ΠΕΘΑΙΝΕΙ.

Πέμπτη 20 Ιουνίου 2019

O AΛΕΞ. ΜΩΡΑΪΤΙΔΗΣ ΣΤΟ ΦΑΛΗΡΟ (1902)


Ἀμύθητος τέρψις κύματος καὶ δροσιᾶς *


Στὸ τέλος τοῦ 19ου αἰ.καὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ 20ου δύο ἦσαν οἱ δημοφιλέστεροι θερινοὶ προορισμοὶ πρὸς δροσισμὸν καὶ ἀναψυχῆς τῶν Ἀθηναίων: Τὸ Φάληρον καὶ ἡ Κηφισσιά. Ὁ πολίτης τῶν Ἀθηνῶν ἀμφιταλαντευόταν ἑλκόμενος ἀνάμεσα ἀπό : «...τὴν θαλλερωτάτην τῆς Ἀττικῆς νύμφην» δηλ. τὴν Κηφισιά, ἢ «τὸ τόσον πλησίον κείμενον ἁλίπεδον,[1] τὸ αὐχμηρὸν καὶ ἐν τούτοις τόσον δροσόεν» δηλ. τὸν Πειραιᾶ μὲ τὸ Φάληρό του.
Τὸ Νέο Φάληρο ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῆς Καστέλλας στὰ 1900.
Διακρίνονται ἡ ἱστορικὴ «Ἐξέδρα», τὸ κυκλικὸ περίπτερο
καὶ τὸ ἀλσύλλιο κοντὰ στὸ Ξενοδοχ[εῖο ‘’Μέγα’’
  (Γιῶργος Ἰωάννου, Κάρτ ποστὰλ τοῦ παρελθόντος.
Ἀθήνα, Φάληρο, Πειραιᾶς, Κηφισιά, έκδόσεις Σιδέρη, Ἀθήνα 32009, σ. 203). 
 Αὐτὸ πραγματεύεται ὁ χρονογράφος τῆς ἐφ. «Ἐμπρός» Petronius (=Bασίλειος Βεκιαρέλλης)[2] σὲ πρωτοσέλιδο χρονογράφημά του μὲ τίτλο «Κηφισσιὰ ἢ Φάληρον;» στὶς 14 Ἰουνίου 1902,[3] ὅπου, μεταξὺ ἄλλων, χαρακτηρίζει τὸ Φάληρο ὡς τὸν τόπο ὅπου κυριαρχεῖ:
«ὁ ἀὴρ τῆς θαλάσσης καὶ τῆς ἅλμης το ἄρωμα ... ὅπου οἱ Ἀθηναῖοι γνωριζόμεθα τέλος καὶ ἐπικοινωνοῦμεν μὲ τοὺς Πειραιεῖς»· πὼς τὸν γοητεύει: «τὸ κυανοῦν τοῦ κύματος καὶ τὸ λευκὸν τοῦ ἀφροῦ –ἡ ἄπειρος ἐνίοτε σιγαλιὰ της θαλάσσης–» · ὅπου τὸν καλεῖ: «ἕνας πόθος νοσταλγικός, ἄπειρος μὲ σύρει ἀκαταμάχητα  ...»· εἰς τήν:  «ἐρημίαν τῶν βράχων τοῦ Παλαιοῦ Φαλήρου καὶ τὸν σὲ χίλια κομμάτια θραυσμένον ἀφροστέφανόν του».
Ὁ Σκιαθίτης λόγιος Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης (1850-1929),[4] ὡς θαλασσοβίοτος, ἦταν φυσικὸ νὰ προτιμᾶ τὸ Φάληρο γιὰ ἀναψυχή. Ἔτσι, σὲ πρωτοσέλιδο χρονογράφημά του στὴν ἐφημερίδα «Ἀκρόπολις» μὲ τίτλο «Θαλασσινὴ ἀναψυχή», τὴν ἴδια ἡμερομηνία (14. 6. 1902) μὲ ἐκεῖνο τοῦ Β. Βεκιαρέλλη,[5] δηλώνει γιὰ τὸ Ν. Φάληρο:

Αἱ πρωϊναὶ ὧραι τοῦ Ν. Φαλήρου εἶναι ἀμύθητος τέρψις, παρεχομένη εἰς ἀπόσταγμα πρασινάδας, κύματος καὶ δροσιᾶς, ἐν ὑπεφυεῖ ἁρμονίᾳ χρωμάτων καὶ γραμμῶν.
Ἐφ. Ἀκρόπολιςφ. 7286 / 14.6.1902, σ. 1.

Περιγράφει τὴν Φαληρικὴ ἀκτὴ ὡς:

ἓν στρῶμα ἁλατοῦχον, ὡς ὄχθη ἡλιοκαυμένης ἁλυκῆς.

Ἐξυμνεῖ τὸν ἀναψυκτικὸ χαρακτῆρα τοῦ ἀλσυλλίου τοῦ Νέου Φαλήρου,[6] στὸ ὁποῖο:

Δύο τρεῖς τεχνητοὶ πίδακες μὲ τὰ κατακκόκινα γεράνια των καὶ τὰ ὀλίγα βρύα ἐδῶ κι ἐκεῖ, καὶ ἐνίοτε τουφίτσες ἀνθέων κἄπου ὡς ἐν σπαρτῷ προκύπτουσαι ποικίλλουν πολὺ εὐαρέστως τοῦ Ν. Φαλήρου τὴν καταπράσινον αὐτὴν ἀναψυχήν.
.
Ἐφ. Ἀκρόπολις,
φ. 7286 / 14.6.1902, σ. 1.

Ἀναφέρεται στὰ ἀποδυτήρια, τὰ λουτρὰ τῶν ὀλίγων ἀκόμη, καθὼς εἶναι ἀρχὴ τοῦ καλοκαιριοῦ λουομένων,[7] οἱ ὁποῖοι ἀπολαμβάνουν τὴ θαλασσινὴ δροσιά:

Δύο τρία σινδόνια ξανεμίζουν ἁπλωμένα εἰς τὰ στηθαῖα τῶν λουτρώνων.

 Ἀναφέρεται ἐκτενῶς στὴν ἱστορική, ὀνομαστὴ καὶ ἐπιβλητικὴ «Ἐξέδρα» τοῦ Ν. Φαλήρου καὶ στὸ κυκλικὸ περίπτερο ποὺ τὴ συνοδεύει. Ἡ ἐξέδρα αὐτὴ ἦταν σιδηροκατασκευὴ ποὺ εἰσχωροῦσε σὲ μῆκος 60-70 μέτρα μέσα στὴ θάλασσα στὴ φαληρικὴ ἀκτή, μπροστὰ ἀπὸ τὸ Ξενοδοχεῖο τῆς Ἑταιρείας Σιδηροδρόμων Ἀθηνῶν-Πειραιῶς (Μέγα Ξενοδοχεῖο τοῦ Φαλήρου).
Ἡ «Ἐξέδρα» τοῦ περιπάτου καὶ τὸ περίπτερο
(Νίκος Μέλιος-Εὐαγγελία Μπαφούνη,
Νέο Φάληρο. Φωτογραφικὸ ὁδοιπορικό,
[Ὑπουργεῖο Πολιτισμοῦ], Νέο Φάληρο 1998, σ. 70).
Ἦταν ἔργο κατασκευῆς τῆς Ἑταιρείας καὶ ἀποπερατώθηκε τὸ 1891.[8] Ὑπῆρξε τόπος συναντήσεων, περιπάτων, ἀναψυχῆς Ἀθηναίων καὶ Πειραιωτῶν καὶ τόπος πραγματοποίησης πολλῶν ψυχαγωγικῶν ἐκδηλώσεων.[9] Ὅμως, λέγεται, πὼς ὁ πραγματικὸς λόγος κατασκευῆς τῆς «Ἐξέδρας», δὲν ἦταν γιὰ λόγους περιπάτου καὶ ἀναψυχῆς ἀλλὰ ἦταν μία ἐνέργεια οἰκονομικοῦ ἀντιπερισπασμοῦ τῆς Ἑταιρείας Σιδηροδρόμων Ἀθηνῶν-Πειραιῶς πρὸς τὴν Ἑταιρεία Τροχιοδρόμων Ἀθήνα-Νέο Φάρηρο, ἡ ὁποία εἶχε ἐκφράσει τὴν πρόθεση νὰ ἑνώσει μὲ Τρὰμ δύο διαφορετικὲς  Γραμμὲς τὴν Ἀθήνα -Φάληρο καὶ τὴν Πειραιὰ-Φάληρο, περνώντας μέσα ἀπὸ χῶρο ποὺ ἀνῆκε στὴν Ἑταιρεία Σιδηροδρόμων. Μὲ τὴν ἐξέδρα ἡ Ἑταιρεία Σιδηροδρόμων ἀπέκλειε καὶ ἀπέτρεπε ὁποιαδήποτε ἀπόπειρα θαλάσσιας σύζευξης ἀπὸ τὴν Ἑταιρεία Τροχιοδρόμων, ὅπως καὶ πράγματι ἔγινε! [10]
Ἡ ἱστορικὴ «Ἐξέδρα», τὸ κυκλικὸ περίπτερο
καὶ τὸ ἀλσύλλιο ἔμπροσθεν τοῦ Ξενοδοχείου   
‘‘Μέγα’’(Γιῶργος Ἰωάννου, 
Κάρτ ποστὰλ τοῦ παρελθόντος.
Ἀθήνα, Φάληρο, Πειραιᾶς, Κηφισιά
ἐκδ. Σιδέρη, Ἀθήνα 32009, σ. 208).

Ὁ Μωραϊτίδης ἀναπαυόμενος στὸ κυκλικὸ περίπτερο τῆς «Ἐξέδρας» σημειώνει χαρακτηριστικά, μεταξὺ ἄλλων πὼς ἡ κατασκευὴ αὐτή:

προεκτείνεται μέσα εἰς τὴν θάλασσαν ὡς κατάστρωμα γιγαντιαίου πλοίου

ἐνῶ, δὲν ἀρκεῖται μόνο στὴν περιγραφή, ἀλλὰ προτείνει γιὰ τὴν περαιτέρω ἀνάδειξη καὶ προβολὴ τοῦ ἔργου, μὲ τὴν κατασκευὴ τέντας ἡ ὁποία θὰ καλύπτει τὴν «Ἐξέδρα», κάτω ἀπὸ τὴν ὁποίαν:

νὰ ἠμπορεῖ κανεὶς νὰ ἀπολαύσῃ  τὸ κῦμα μὲ περισσοτέραν ἀπληστίαν ὡς ἀληθινὸς ναύτης, τὸ κῦμα τὸ ὁποῖον, παραμέσα ἐκεῖ, λικνίζεται ἁγνότερον, γλυκύτερον καὶ εὐωδέστερον μὲ ὄνειρα ἑνὸς πραγματικοῦ ταξειδίου ἢ μὲ  φαντασίαν ἀληθινοῦ ἀραγμένου πλοίου, ἐκεῖ εἰς τ’ἀνοικτὰ μία καλὴ τοιαύτη τέντα ἐπὶ τῆς ἐξέδρας, ὑπὸ τὴν ὁποίαν νὰ καθήσῃ κανεὶς νὰ φάγῃ, νὰ ἐντρυφήσῃ, νὰ θαλασσώσῃ ὀλίγον καὶ ν’ ἁλατισθῇ.

Παρατηρεῖ τοὺς ἁλιεῖς τοῦ Ν. Φαλήρου ποὺ ψαρεύουν μὲ τὴν κοπιώδη μέθοδο τοῦ  γρύπου,[11] καὶ περιγράφει τὸν ἰδιαίτερο αὐτὸν τρόπο ἁλιείας τῶν ψαράδων τοῦ Φαλήρου:
Στηριζόμενοι ἐπὶ τοῦ ἀριστεροῦ ποδός, ἀνασηκόνοντες τὸν δεξιόν, γέρνοντες πρὸς τὰ ὀπίσω, μὲ γαντσωμένην τὴν μέσην των ἀπὸ τὴν καλούμα σύρουν καὶ μὲ τὰς δύο χεῖράς των τὸν γρῦπον, κάθιδροι μέσα εἰς τὸν ἥλιον ἀσθμαίνοντες

Τέλος κάνει ἀναφορὰ στὶς ὀνομαστὲς ἐπαύλεις τοῦ Π. Φαλήρου τὴν διάταξη τῶν ὁποίων στὴν φαληρικὴ ἀκτὴ τὴν παρουσιάζει ἀνάλογη ἐκείνης τῶν πολυαρίθμων ἀντιστοίχων τῆς παραλίας τῆς Θεσσαλονίκης:

τὸ Π. Φάληρον ὅπου διεποτισμένοι μὲ μίαν μαρμαίρουσαν ὁμίχλην διαγράφονται οἱ ὄγκοι τῶν ἐπαύλεων, πέραν πολὺ εἰς τὸ ἄκρον τῆς ἀκτῆς, ἡ ὁποία κυρτοῦται τοξοειδῶς πολὺ ὁμοιάζουσα πρὸς τῆς Θεσσαλονίκης τὴν ἀπέραντον παραλίαν τῶν ἀναριθμήτων ἐκείνων πύργων... [12]
 

Τὸ Παλαιὸ Φάληρο μὲ τὶς πρῶτες
 ἐπιβλητικὲς ἐπαύλεις του
στὶς ἀρχὲς τοῦ 1900
 
Ὁ Ἀλέξ. Μωραϊτίδης ὁλοκληρώνει τὸ χρονογράφημά του γιὰ τὸ Ν. Φάληρο,[13]  τονίζοντας τὴν ἰδιαίτερη ἀνάγκη τῶν Ἀθηναίων γιὰ τὴν ἀπόλαυση τῆς ἀναψυχῆς ποὺ προσφέρει ἕνα θαλασσινὸ προάστειο ὅπως αὐτὸ τοῦ Φαλήρου, ἀλλὰ καὶ τὴν ἔφεση τοῦ Ἀθηναϊκοῦ κοινοῦ σὲ κοσμικὲς καὶ καλλιτεχνκὲς συγκεντρώσεις, τὴν ὁποία ἀνάγει στὴν παλαιὰ παράδοση τῆς Ἀρχαίας Ἐκκλησίας τοῦ Δήμου τῶν Ἀθηνῶν:

Ἀπόλαυσις εἶναι κατ’αὐτὰς αἱ πρωϊναὶ ὧραι τοῦ Φαλήρου, ... ὁποῦ τώρα λάμπουν μὲ τὴν καθαριότητά των περίπτερα καὶ ξενῶνες, θὰ συγκεντροῦνται οἱ Ἀθηναῖοι, οἱ ὁποῖοι τόσην αἰσθάνονται ἡδυπάθειαν  πρὸς τὰς πολυπληθεῖς συναθροίσεις, ἀπόγονοι τοῦ ἀρχαίου Δήμου καὶ θιασῶται ἀκραιφνεῖς τῆς παλαιᾶς Ἐκκλησίας.
Περίπατος στὴν «Ἐξέδρα»
(Βάννα Πανδῆ-Ἀγαθοκλῆ, Ἡ ἱστορία τοῦ Νέου Φαλήρου
μέσα ἀπὸ τοὺς δρόμους του, ἐκδ. Ὅμβρος, Ἀθήνα 2001).

Τὸ χρονογράφημα δημοσιεύεται μὲ τὸ ψευδώνυμο «Ὁ ταξειδιώτης», τὸ πιὸ σύνηθες ἀπὸ τὰ ψευδώνυμα ποῦ χρησιμοποιοῦσε ὁ Ἁλέξ. Μωραϊτίδης στὰ δημοσιεύματά του,[14] καταλογογραφεῖται στὴν διατριβὴ τῆς Βαλερᾶ-Κουνάβα «Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης. Συμβολὴ στὴ μελέτη τοῦ διηγηματογραφικοῦ του ἔργου»,[15] καταχωρίζεται δὲ στὰ ταξιδιωτικὰ δημοσιεύματα τοῦ Μωραϊτίδη ποὺ δὲν ἐκδόθηκαν σὲ τόμους μὲ ἔργα του.[16]


ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑΤΑ
ΘΑΛΑΣΣΙΝΗ ΑΝΑΨΥΧΗ
Ἀπόλαυσις εἶναι αἱ πρωϊναὶ ὧραι, αὐτὰς τὰς ἡμέρας, εἰς τὸ Φάληρον. Διὰ τοὺς εἰρηνικοὺς μάλιστα χαρακτῆρας, τοὺς τερπομένους μὲ τὴν ἀπομόνωσιν περισσότερον ἀπὸ τὸν πετροκόσυφφον αὐτῶν τῶν ἡμερῶν, αἱ πρωϊναὶ ὧραι τοῦ Ν. Φαλήρου εἶναι ἀμύθητος τέρψις, παρεχομένη εἰς ἀπόσταγμα πρασινάδας, κύματος καὶ δροσιᾶς, ἐν ὑπεφυεῖ ἁρμονίᾳ χρωμάτων καὶ γραμμῶν, χωρὶς φόβον νὰ διαταράξῃ τὴν γαλήνην τῆς ψυχῆς, ὁ ἄσεμνος ἐκεῖνος θροῦς τοῦ συγχρόνου βίου, ὁ θεωρῶν τρυφὴν τὴν συγκέντρωσιν καὶ τὸν συνωστισμόν.
*
Καθαρὰ καὶ λεία ἁπλοῦται ἡ ἀκτή, μ’ ἓν στρῶμα ἁλατοῦχον, ὡς ὄχθη ἡλιοκαυμένης ἁλυκῆς. Τὸ δὲ ἄλσος, εὔχρουν καὶ δροσερόν, στενοῦται συμμαζευόμενον ὡς μία καλὴ σάλα, ἐν τῇ ὁποίᾳ ἐτοποθέτησαν πρὸς στολισμὸν γλάστρας μὲ δένδρα καὶ ἄνθη. Οἱ σύντομοι δρομίσκοι του, εἰς μικρὰς γραμμὰς ἀνάμεσα εἰς ὡραίους στίχους, γεμίζουν ἀπὸ τὰ μικρὰ τὰ κάτασπρα ἐνδεδυμένα παιδάκια, γλαρόνια φαληρικά, τὰ ὁποῖα τρέχουν πίσω ἀπὸ τὰς τροφούς των, ὅπου ὡς παχεῖαι πάπιαι ἀναπαύονται ἀσθμαίνουσαι ἐπάνω εἰς πρασίνους πάγκους.
Τὸ περίπτερο (κιόσκι) μὲ τὸ ἀλσύλλιο
 τοῦ Ν. Φαλήρου
(Νίκος Μέλιος-Εὐαγγελία Μπαφούνη,
Νέο Φάληρο. Φωτογραφικὸ ὁδοιπορικό,
[Ὑπουργεῖο Πολιτισμοῦ],
Νέο Φάληρο 1998, σ. 69).

**
Τὴν ὥραν ἐκείνην τὸ ποτίζουν τὸ ὡραῖον ἀλσύλλιον μὲ ἄφθονον ὕδωρ πληροῦν τοὺς αὔλακας ἀθορύβως ὡς ν’ ἀναβρύῃ ἐκεῖ ἐπιτοπίως, τόσον ἄφθονον, ὥστε νὰ μοῦ ἐνθυμίζῃ εἰκόνας ἄλλων ὑδατορρύτων κάμπων, τοὺς ὁποίους ἔτυχε ποτε νὰ συναντήσω εἰς ἄλλας πλέον εὐλογημένας χώρας, κατὰ τὰ παλαιά μου ταξείδια, ὅπου ὡς φαίνεται κατὰ τὴν δημιουργίαν ὑπεγράφη αἰώνιον συμβόλαιον οὔτε ἡ γῆ νὰ παύσῃ ἀπὸ τοῦ νὰ φύῃ δένδρα καὶ θάμνους, οὔτε ὁ οὐρανὸς ἀπὸ τοῦ νὰ καταπέμπῃ τὴν δρόσον καὶ τὸν ὑετὸν, καὶ ὅπου ὁ αὐχμὸς εἶναι ἄγνωστος καὶ ἀκατανόητος, πρᾶγμα ἀνύπαρκτον, μόνον εἰς τὴν Ἀττικὴν δυνάμενον νὰ εὑρεθῇ.
Δύο τρεῖς τεχνητοὶ πίδακες μὲ τὰ κατακκόκινα γεράνια των καὶ τὰ ὀλίγα βρύα ἐδῶ κι ἐκεῖ, καὶ ἐνίοτε τουφίτσες ἀνθέων κἄπου ὡς ἐν σπαρτῷ προκύπτουσαι ποικίλλουν πολὺ εὐαρέστως τοῦ Ν. Φαλήρου τὴν καταπράσινον αὐτὴν ἀναψυχήν
Ἡ κοινωνικὴ ζωὴ μπροστὰ
στὴν «Ἐξέδρα» τοῦ Νέου Φαλήρου
(Νίκος Μέλιος-Εὐαγγελία Μπαφούνη,
Νέο Φάληρο. Φωτογραφικὸ ὁδοιπορικό,
[Ὑπουργεῖο Πολιτισμοῦ],
Νέο Φάληρο 1998, σ. 69).

***
Δύο τρία σινδόνια ξανεμίζουν ἁπλωμένα εἰς τὰ στηθαῖα τῶν λουτρώνων, καὶ δυὸ-τρεῖς κεφαλαὶ ἐν τῇ θαλάσσῃ ὡς φελλάρια ἁλιέων κινούμεναι, δεικνύουν ὅτι τὰ μπάνια ἀκόμη δὲν ἤρχισαν ἐν πυκνότητι.
Ἡ ἐξέδρα ἔρημος προεκτείνεται μέσα εἰς τὴν θάλασσαν ὡς κατάστρωμα γιγαντιαίου πλοίου, τοῦ ὁποίου ὅμως ὁ δεύτερος ἐλησμόνησε νὰ διατάξῃ τὸν λοστρόμον του νὰ κάμῃ τῇς τένταις. Διὰ τοῦτο οὐδεὶς τολμᾷ νὰ πλησιιάσῃ εἰς αὐτήν. Ἐν τούτοις καθὼς ἀνευπαυόμην ὑπὸ τὸ κυκλικὸν περίπτερον, τὸ ὁποῖον ἀκόμη βάφεται, διελογιζόμην ὅτι μία καλὴ τέντα ἐπὶ τῆς ἐξέδρας ὑπὸ τὴν ὁποίαν νὰ ἠμπορεῖ κανεὶς νὰ ἀπολαύσῃ  τὸ κῦμα μὲ περισσοτέραν ἀπληστίαν ὡς ἀληθινὸς ναύτης, τὸ κῦμα τὸ ὁποῖον, παραμέσα ἐκεῖ, λικνίζεται ἁγνότερον, γλυκύτερον καὶ εὐωδέστερον μὲ ὄνειρα ἑνὸς πραγματικοῦ ταξειδίου ἢ μὲ  φαντασίαν ἀληθινοῦ ἀραγμένου πλοίου, ἐκεῖ εἰς τ’ἀνοικτὰ μία καλὴ τοιαύτη τέντα ἐπὶ τῆς ἐξέδρας, ὑπὸ τὴν ὁποίαν νὰ καθἠσῃ κανεὶς νὰ φάγῃ, νὰ ἐντρυφήσῃ, νὰ θαλασσώσῃ ὀλίγον καὶ ν’ ἁλατισθῇ,
μία τοιαύτη σκιερὰ τέντα δὲν θὰ ἦτο ἄσχημον πρᾶγμα δι ὅσους  εἶναι καταδικασμένοι νὰ ἀπολαμβάνουν τὰ ταξείδια ἐκ περιγραφῶν.
Καὶ ὅταν καμμιὰ βραδειὰ θὰ θυμώνῃ ὁ μπάτης, ὥστε νὰ ἀντιμεταβάλλεται εἰς σορόκον ἄγριον μὲ τὰ κύματα μαῦρα προσπίπτοντα, τότε ὁ σάλος καὶ ὁ κλονισμὸς τῶν σανιδῶν αὐτῆς πάλων θὰ παρέχῃ εἰκόνα οὐχὶ πλέον ἀραγμέμνου πλοίου, ἀλλὰ ταξιδεύοντος, ἀλλὰ ἐν σάλῳ εὑρισκομένου πλοίου, νὰ σφυρίζουν τὰ σχοινιὰ τῆς τέντας ὡς αὐλοὶ διαπρύσιοι, νὰ ὀλολύζουν ᾑ ἁρματωσιαίς ὡς γυναῖκες μοιρολογήτριαι καὶ νὰ τρίζουν τὰ παραπέτια τριγμὸν ναυαγίου καὶ διαλύσεως, ἐκεῖ ‘ς τἀνοικτά.
Τὰ λουτρὰ (μπανιέρες)
 καὶ ἄποψη τῆς Καστέλλας
(Ἀρχεῖο Τάκη Περτέση).

****
Παρέκει συγκεντρώνουν ἤδη τὴν προσοχήν μου οἱ γρυπαράδες ὁποῦ καλάρουν. Δεμένοι θαρρεῖς ἀπὸ τὸ μακρὸν σχοινίον, σύρουν τὸν γρῦπον πατοῦντες γυμνόποδες ἐπὶ τῆς ἡλιοκαυμένης ἄμμου, ἁλλατοψημένοι, μὲ γυμνὰς τὰς κεραμοχρόους κνήμας, ξεσκούφωτοι, βραδέως καὶ μὲ κόπον σύρουσι τὸ δίκτυον, τοῦ ὁποίου τὰ φελλάρια πολὺ μακρὰν μέσα εἰς τὸ πέλαγος διαγράφονται ὡς κάρφη ποὺ τὰ ἐπέταξε θαρρεῖς κανένας καμαρῶτος ἱστιοφόρου. Στηριζόμενοι ἐπὶ τοῦ ἀριστεροῦ ποδός, ἀνασηκόνοντες τὸν δεξιόν, γέρνοντες πρὸς τὰ ὀπίσω, μὲ γαντσωμένην τὴν μέσην των ἀπὸ τὴν καλούμα σύρουν καὶ μὲ τὰς δύο χεῖράς των τὸν γρῦπον, κάθιδροι μέσα εἰς τὸν ἥλιον ἀσθμαίνοντες:
—Καὶ ὕστερα μᾶς φαίνονται ἀκριβαὶς ἡ μαρίδες τοῦ Φαλήρου!...

*****
Μία βαρκίτσα ἔκαμνε τὸ πανάκι της πρὸς τὸ Π. Φάληρον ὅπου διεποτισμένοι μὲ μίαν μαρμαίρουσαν ὁμίχλην διαγράφονται οἱ ὄγκοι τῶν ἐπαύλεων, πέραν πολὺ εἰς τὸ ἄκρον τῆς ἀκτῆς, ἡ ὁποία κυρτοῦται τοξοειδῶς πολὺ ὁμοιάζουσα πρὸς τῆς Θεσσαλονίκης τὴν ἀπέραντον παραλίαν τῶν ἀναριθμήτων ἐκείνων πύργων...

******
Ἀπόλαυσις εἶναι κατ’αὐτὰς αἱ πρωϊναὶ ὧραι τοῦ Φαλήρου, τὸ ὁποῖον ἄρτι στολισθὲν τὰ   καλοκαιρινά του διὰ τὴν ἐφετεινὴν περίοδον, προβάλλει αὐτὰ ἀτσάκιστα καὶ νεοπαγῆ μὲ ὅλην τὴν κόλλαν τῆς τέχνης ἀκηλίδωτον ἀκόμη καὶ ἄσφαλτον, ὡς φωλεὰ ἀναμένουσα τοὺς ταραξίας νεοσσοὺς μετ’ ὀλίγον, ὅταν θὰ ἀνάψῃ τὸ καῦμα καὶ ὅταν ἐκεῖ ὁποῦ τώρα λάμπουν μὲ τὴν καθαριότητά των περίπτερα καὶ ξενῶνες, θὰ συγκεντροῦνται οἱ Ἀθηναῖοι, οἱ ὁποῖοι τόσην αἰσθάνονται ἡδυπάθειαν  πρὸς τὰς πολυπληθεῖς συναθροίσεις, ἀπόγονοι τοῦ ἀρχαίου Δήμου καὶ θιασῶται ἀκραιφνεῖς τῆς παλαιᾶς Ἐκκλησίας.
Ὁ ταξειδιώτης




[1]. Στὴν ἀρχαιότητα Ἁλίπεδον λεγόταν ἡ περιοχὴ μεταξὺ τοῦ κύριου οἰκισμοῦ τῆς Ἀθήνας καὶ τοῦ λιμένα τοῦ Πειραι, ἡ «πέραν τῶν Ἁλῶν» περιοχὴ ποὺ σήμερα προσδιορίζεται μεταξὺ τοῦ Φαλήρου καὶ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη Ρέντη.
[2] Βασίλειος Ε. Βεκιαρέλλης (1887 - 1944) ἦταν Ἕλληνας δημοσιογράφος καὶ λογοτέχνης.
[3] Ἐφ. Ἐμπρός, φ. 2022/14. 6. 1902.
[4] Γιὰ τὸν Ἀλέξανδρο Μωραϊτίδη ἐνδεικτικά, βλ. Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης, Τὰ διηγήματα, φιλ. ἐπιμ. Νίκος Δ. Τριανταφυλλόπουλος, τ. Α΄+ Β΄+Γ΄, ἐκδόσεις «Γνώση καὶ Στιγμή», Ἀθήνα 1990· Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης, Μὲ τοῦ βορηᾶ τὰ κύματα. Ταξείδια, Περιγραφαί, Ἐντυπώσεις, Σειρά Α΄+ Β΄+Γ΄+Δ΄+Ε΄+ΣΤ΄, ἐκδ. Ἰω. Σιδέρη, Ἀθήνα 1922-1927· Φώτης Δημητρακόπουλος, Ὁ μοναχὸς Ἀνδρόνικος. Λεύκωμα Μωραϊτίδη, ἐκδ. ERGO, Ἀθήνα 2002, σ. 318· Ροδάνθη Βαλερᾶ - Κουνάβα, Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης (1850-1929). Συμβολὴ στὴ μελέτη τοῦ Διηγηματογραφικοῦ του ἔργου, ἐκδ. Βιβλιογονία, Ἀθήνα 1996,  σ. 308· Ἀρετὴ Βασιλείου, Τρυγὼν ἡ φιλέρημος, [Πανεπιστημιακὲς ἐκδόσεις Κρήτης], Ἡράκλειο 2015, σ. 440· Ὁμόπλουν πλοῖον. 5 κείμενα γιὰ τὸν Ἀλέξανδρο Μωραϊτίδη, φιλ. ἐπιμ. Νίκος Δ. Τριανταφυλλόπουλος, ἐκδ. Γνώση καὶ Στιγμή, Ἀθήνα 1990,  σ. 90· Ἰω. Ν. Φραγκούλας, Ἀλεξ. Μωραϊτίδης. Ὁ ἄνθρωπος - Ὁ λογοτέχνης, ἐκδ. Ἰωλκός, Ἀθήνα 1982, σ. 110· Κων. Ν. Καλλιανός, Μωραϊτίδεια Α΄. Μικρὰ μελετήματα γιὰ τὸν Ἀλέξανδρο Μωραϊτίδη, ἐκδ. Τῆνος, χ.χ., σ. 48· Χ. Β. Χειμώνας, Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης, [Ἀναπτυξιακὴ Σκιάθου Α.Ε.], σ. 160· «Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης», Ἑλληνικὴ Δημιουργία 64 (1950) 482-551.
[5] Ἐφ. Ἀκρόπολις, φ. 7286 / 16.6.1902, σ. 1.
[6] Ὁ ΣΑΠ ἦταν αὐτὸς ποὺ φρόντισε γιὰ τὸν καλλωπισμὸ καὶ τὴν ἀνάπτυξη ‘‘πρασίνου’’ στὸ Νέο Φάληρο· Βάννα Πανδῆ-Ἀγαθοκλῆ, Ἡ ἱστορία τοῦ Νέου Φαλήρου μέσα ἀπὸ τοὺς δρόμους του, ἐκδ. Ὅμβρος, Ἀθήνα 2001, σ. 56. 

[7] «Ἡ μακρόστενη αὐτὴ ἐξέδρα θὰ ἐμπλουτισθεῖ μάλιστα ἑκατέρωθεν καὶ ἀπὸ μπανιέρες (λουτρά) ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν προσδίδοντας ἰδιαίτερο ὕψος στὴν κατασκευή»·  Στέφανος Μίλεσης, «Αὐτὸς ἦταν ὁ ἀληθινὸς λόγος κατασκευῆς τῆς ἐξέδρας τοῦ Νέου Φαλήρου», https://www.nou-pou.gr/stories/patridognwsia/aftos-itan-o-alithinos-logos-kataskevis-tis-exedras-tou-neou-falirou/, 10. 6. 2019.

[8] «Ἡ κατασκευὴ τῆς ἐξέδρας στοιχίζει 59.807,25 δρχ. Γιὰ τὴ συντήρησή της ἐπιβάλλεται ἀπὸ τὴν ἑταιρεία «Σιδηρόδρομος Ἀθηνῶν –Πειραιῶς» τίμημα εἰσόδου δέκα λεπτῶν, τὸ ὁποῖο ἀργότερα μετὰ ἀπὸ κυβερνητικὴ παρέμβαση,  καταργεῖται»· Νίκος Μέλιος-Εὐαγγελία Μπαφούνη, Νέο Φάληρο. Φωτογραφικὸ ὁδοιπορικό, [Ὑπουργεῖο Πολιτισμοῦ], Νέο Φάληρο 1998, σ. 13-14.
[9] Σχετικὰ μὲ τὴν ἱστορικὴ πορεία τῆς «Ἐξέδρας» τοῦ Ν. Φαλήρου βλ. τὴν ἀνάρτηση τῆς μελέτης: «Ἡ ἐξέδρα τοῦ Ν. Φαλήρου», http://mlp-blo-g-spot.blogspot.com/2012/01/exedra.html, 16. 6. 2019.
[10] Βλ.Μίλεσης, «Αὐτός ἦταν ὁ ἀληθινὸς λόγος κατασκευῆς τῆς ἐξέδρας Ν. Φαλήρου, https://www.nou-pou.gr/stories/patridognwsia/aftos-itan-o-alithinos-logos-kataskevis-tis-exedras-tou-neou-falirou/, 16.6. 2019.»· τὴν ἴδια ἐποχὴ καταγγέλεται ἡ ἀκρίβεια τοῦ σιδηροδρομικοῦ εἰσιτηρίου ἀπὸ τὴν Ἀθήνα στὸ Φάληρο (1 δρχ. καὶ 25 λεπτά) καὶ αὐτὸ θεωρεῖται ὡς μία αἰτία γιὰ τὴν μικρὴ προσέλευση ἐπισκεπτῶν στὸ Φάληρο καὶ τὴν ἐξέδρα του. Αὐτὸ δηλώνεται σὲ χρονογράφημα μὲ τὴν ὑπογραφή «Ὁ καθημερινός» στὴν ἐφ. «Σκρίπ» στὶς 28 Ἰουνίου 1902: «Ἐμπήκαμε στὸν σταθμὸν τοῦ σιδηροδρόμου μαζὶ μὲ ἕναν φίλο μου ξένον. Ἀνέλαβα νὰ βγάλω τὰ εἰσιτήρια. Ἐπρόκειτο νὰ κατέβουμε στὸ Φάληρο. —Πῶς! εἶπεν ὁ ξένος. Μία δραχμὴ καὶ εἴκοσι πέντε λεπτὰ δι ’ἕνα εἰσιτήριο γιὰ μιὰ ἐξοχή! ... Κατεβήκαμε στὸ Φάληρο ... — Δὲν εἶναι ἄσχημη ἐξοχή. Γιὰ τὴν Ἀθήνα μάλιστα εἶναι κάτι ἔκτακτον. Ἀλλὰ δὲν βλέπω κόσμον. Φαντάζομαι, ἐξηκολούθησεν, ὅτι ἂν μία εὐρωπαϊκὴ πρωτεύουσα εἶχε τόσο κοντὰ μιὰ τέτοια ἐξοχή, τί κόσμος θὰ ἦτο ἐδῶ! Θὰ ἐγέμιζεν ὅλος αὐτὸς ὁ χῶρος. —Καὶ γιατί; — Ἁπλούστατα γιατὶ τὸ εἰσιτήριον τοῦ σιδηροδρόμου θὰ ἦτο πάμφθηνον. Τὸ πολὺ πολὺ θὰ ἐστοίχιζε σαράντα λεπτὰ ἀλλέ-ρετούρ»· Ὁ καθημερινός, «Φάληρον», ἐφ. Σκρίπ, φ. 2466 / 28.6.1902, σ.1. Ὁ ἴδιος ἀρθρογράφος σὲ ἄλλο χρονογράφημά του στὴν ἴδια ἐφημερίδα στὶς 5 Αὐγούστου 1902, έπιβεβαιώνει τὴν μικρὴ προσέλευση ἐπισκεπτῶν στὸ Φάληρο τὴν χρονιὰ ἐκείνη καὶ τὴν ἀποδίδει ἀφ’ἑνὸς μὲν στὸ γεγονὸς πὼς τὸ καλακαίρι ἐκεῖνο ἦταν ἀρκετὰ δροσερὸ στὴν Ἀθήνα ἀφ’ἑτέρου δὲ ὅτι εἴχαμε τὴν πραγματοποίηση πολλῶν καλλιτεχνικῶν γεγονότων στὴν Ἀθήνα ποὺ κράτησαν τὸ Ἀθηναϊκὸ κοινὸ στὸν πρωτεύουσα: «Δὲν ἐπρόφτασε οὔτε ὀλιγοήμερον δόξαν ἐφέτος καὶ ἡ κατάπτωσίς του ἐπῆλθεν ... Τώρα ἕνα-δύο χρόνια συνώμοσε καὶ ὁ καιρὸς ἐναντίον του, μόλις δὲ κατορθώνει ἕνα μῆνα τὸ πολὺ τὸ καλοκαίρι νὰ διατηρῇ μίαν κἄπως ζωηρὰν κίνησιν. ... Ἡ πρωτεύουσα κατὰ τὰ τελευταῖα ἔτη ἀπέκτησε πολλὰ θερινὰ θέατρα καὶ πολλὰ ἐν γένει κέντρα συναθροίσεως. .. Φυσικὸν ἦτο ἑπομένως ὁ κάσμος ὁ φαληριζόμενος νὰ τραπῇ πρὸς αὐτὰ τὰ νέα κέντρα ... ᾿»· Ὁ καθημερινός, «Φάληρον», ἐφ. Σκρίπ, φ. 2504 / 5.8.1902, σ. 1. Ἐνδεχομένως, λοιπόν, τὸ χρονογράφημα τοῦ Ἀλ. Μωραϊτίδη εἶχε ὡς σκοπὸ νὰ κινήσει ἐκ νέου τὸ ἐνδιαφέρον τῶν Ἀθηναίων γιὰ τὴν ἐξοχὴ τοῦ Νέου Φαλήρου, καθὼς ἀπὸ τὴν προηγούμενη χρονιὰ εἶχε ἀρχίσει νὰ ἐλαττοῦται τὸ  ἐνδιαφέρον τῶν Ἀθηναίων γιὰ τὸ θαλασσινὸ αὐτὸ προάστειο τῶν Ἀθηνῶν μὲ τὴν θρυλικὴ ἐξέδρα του.

[11] «Ὁ γρῖπος εἶναι διχτυωτὸ συρόμενο ἐργαλεῖο, ποὺ ἀποτελεῖται ἀπὸ δύο παράλληλα δίχτυα ἢ μπάντες, ὅπως ἀλλιῶς τὶς ὁνομάζουν οἱ ψαράδες, οἱ ὁποῖες συνδέονται μὲ δίχτυ σὲ σχῆμα σάκου. Τὸ ἁλιευτικὸ ἐργαλεῖο ρίχνεται ἀπὸ βάρκα στὴ θάλασσα σὲ περιοχὲς μὲ βυθὸ ποὺ δὲν ἔχει βράχια καὶ τραβιέται ἀπὸ τὴν ξηρὰ μὲ τὰ χέρια ἀπὸ δύο ὁμάδες ψαράδων. Θεωρεῖται ὅτι ὁ γρῖπος εἶναι ὁ πρόγονος τῆς βιντζότρατας. Ἡ χρήση ὅμως αὐτῆς τῆς μεθόδου ἔχει ἀπαγορευτεῖ ἀπὸ τὸ ἔτος 1949 μὲ τὸ Βασιλικὸ Διάταγμα 1952.11-7-49 (Α΄/171).· Σ. Ν. Ἀθανασίου «Γρῖπος ἢ Κρόκος ἢ Πεζότρατα ἢ ΚωλοβρέχτηςἢΜπραγάνι...»,http://www.shippingtv.gr/%CE%B3%CF%81%CE%AF%CF%80%CE%BF%CF%82-%CE%AE-%CE%BA%CF%81%CF%8C%CE%BA%CE%BF%CF%82-%CE%AE-%CF%80%CE%B5%CE%B6%CF%8C%CF%84%CF%81%CE%B1%CF%84%CE%B1-%CE%AE-, 16.6.2019%CE%BA%CF%89%CE%BB%CE%BF%CE%B2%CF%81%CE%AD%CF%87/

Ποίημα του Γεωργίου Δροσίνη μὲ τίτλο “Ὁ γρῖπος” συμπεριελήφθη σὲ παράρτημα μὲ συλλογὴ ποιημάτων, στὸ θρυλικό ἀναγνωστικὸ βιβλίο “Ψηλά Βουνά” του Καρπενησιώτη λογοτέχνη καὶ Ἀκαδημαϊκοῦ Ζαχαρία Παπαντωνίου (1877-1940)· βλ. Παπαντωνίου Ζαχαρίας, Τὰ ψηλὰ βουνά, ἐκδ. Δημητράκου, Ἀθήνα 1929, σ. 171-172, ὅπου σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ ὀκτὼ τετράσιχα ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἀποτελεῖται τὸ ποίημα σημειώνεται: «Μὲ βροχόχιονο, μ’ἀγέρα, / δίχως ὕπνο καὶ φαΐ,, / στὰ σκοινιά μας νύχτα-μέρα / τὴν περνοῦμε τὴ ζωή»
Ἀκόμη, ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ὁ τριτεξάδελφος τοῦ Μωραϊτίδη, στὸ διήγημά του “Τῆς Κοκκώνας τὸ σπίτι” ἀναφέρει καὶ γιὰ τὸν γρῖπο, ἀλλὰ καὶ γιὰ τοὺς γριπάρηδες, δηλαδὴ αὐτοὺς ποὺ ἐργάζονται στὸν γρῖπο. Ἔτσι ὁ ἥρωας τοῦ διηγήματος ὁ Γιάνννης ὁ Παλούκας:  «Ἦτο συνήθως ἄεργος, καὶ οἱ τεμπέλικες μικροδουλειές, τὰς ὁποίας ἐξετέλει κάποτε, πότε κουβαλῶν νερὸ μὲ τὴν στάμναν εἰς τὰς οἰκίας,  πότε ὑπηρετῶν τοὺς κηπουρούς, τοὺς ἁλωνιστὰς καὶ τοὺς ἐργάτας τῶν ἐλαιοτριβείων,  πότε βοηθῶν τοὺς γριπάρηδες εἰς τὴν ἀνέλκυσιν τοῦ μακροῦ ἀτελειώτου γρίπου ἐπὶ τῆς μεγάλης ἄμμου εἰς τὸν αἰγιαλόν, δὲν τὸν εἶχον ‘‘σηκώσει’’ τὸ ἔτος ἐκεῖνο»· Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Ἅπαντα, κριτικὴ ἔκδοση Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος, ἐκδ. Δόμος, Ἀθήνα 19972, τ. 2, σ. 645 5-11.
[12] Πράγματι, ὁ Ἀλέξ. Μωραϊτίδης, ὅπως δηλώνει στὰ ταξιδιωτικά του ἄρθρα μὲ τὸν γενικὸ τίτλο «Μὲ τοῦ βορηᾶ τὰ κύματα», στὴν πορεία του πρὸς τὸ Ἅγιον Ὄρος, καταπλέει καὶ στὴ Θεσσαλονίκη γιὰ τὴν ὁποία γράφει σχετικά: «Εἴμεθα πλέον εἰς τὴν ὡραίαν καὶ ἱστορικὴν Μητρόπολιν τῆς Μακεδονίας, εἰς τὴν Θεσσαλονίκην, ἡ ὁποία ξεδιπλώνεται πολὺ εὔμορφα καὶ πολὺ μεγαλειωδῶς ἐν τῇ ἀσφυξίᾳ της, μὲ τὰ ἀρχαῖα τείχη της, τὴν γραφικὴν παραλίαν της, ὅπου τὰ μεγάλα ξενοδοχεῖα, καὶ ἡ ἀγορά, ἡ εὐωδιάζουσα ἀπὸ τὶς περίφημες γαρίδες, τὰ θέατρα, τὰ μεγάλα καφενεῖα. Ἰδοὺ καὶ ὁ ἱστορικὸς Λευκὸς Πύργος, καὶ πέραν οἱ Πύργοι, αἱ πλουσιώτατοι ἐπαύλεις, καὶ τοῦ Ἀλλατίνι οἱ ὀγκώδεις ἀτμόμυλοι»· Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης, Μὲ τοῦ βορηᾶ τὰ κύματα. Σειρὰ α΄, σ. 79. Γιὰ τὴν ὅλη σχέση τοῦ Μωραϊτίδη ἀλλὰ καὶ τοῦ Παπαδιαμάντη μὲ τὴ Θεσσαλονίκη, βλ. Ἀνέστης Γ. Κεσελόπουλος, Ἀπὸ τὸν Παπαδιαμάντη στὸν Πεντζίκη, «Ἡ Θεσσαλονίκη στὰ ἔργα τοῦ Παπαδιαμάντη καὶ τοῦ Μωραϊτίδη», ἐκδ. Τὸ Παλίμψηστον, Θεσσαλονίκη 2003, σ. 147-162.
[13] Ὁ Ἀλέξ. Μωραϊτίδης ἀναφέρει τὸ Φάληρο καὶ στὰ διηγήματά του «Τὸ τάξιμον» καὶ «Χρυσῆ καδένα». Στὸ πρῶτο ὁ Χρηστάκης, ἥρωας τοῦ διηγήματος: «... ἀπεμονοῦτο ὄπισθεν τῶν στακτερῶν τοῦ Μουσείου λόφων ... πλανῶν τὰ βλέμματά του ...  ὅτε δὲ πρὸς τὴν ἀνοικτὴν του Φαλήρου θάλασσαν, λάμπουσαν ὡς χυσοῦν κάτοπτρον, ἐν ὧ κατωπτρίζετο  πληθὺς ἱστίων, ἅτινα ὡς τεμάχια βάμβακος ἐξηνεμίζοντο ἐπὶ τῶν πρασίνων κυμάτων»· Μωραϊτίδης,  Διηγήματα, τ. Γ΄, σ. 40.· στὸ δεύτερο παρυσιάζεται ἡ φρεσκοπλυμένη ἀπὸ τὴ βροχή πόλη τῶν Ἀθηναίων: «ὡς νεόλουστος παρθένος τοῦ Φαλήρου, λευκή, κατάλευκος»·  Μωραϊτίδης,  Διηγήματα, τ. Β΄, σ. 314.  
[14] Βαλερᾶ - Κουνάβα, Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης, σ. 240.
[15] Στὸ ἴδιο, σ. 311.
[16] Στὸ ἴδιο, σ. 303.
Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης

*Πρώτη δημοσίευση στὰ "Χρονικὰ Δυτικῆς Μακεδονίας'' τῶν Γρεβενῶν, φ. 830 / 21.6.2019, σ. 15-18.