Ἑλληνομουσεῖον (τό). Ὀνομασία διδομένη πολλαχοῦ, ἐπὶ Τουρκοκρατίας, εἰς τὰ σχολεῖα ἀνωτέρων πως σπουδῶν. Περί «κοινῶν ἑλληνομουσείων ἐπ᾿ ὠφελείᾳ τοῦ γένους κοινῇ» γίνεται λόγος καὶ ἐν σιγιλλίῳ τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Γρηγορίου Ε', ἐκδοθέντι κατ᾿ Αὔγουστον τοῦ 1819.


Σ᾿ αὐτὸν τὸν διαδικτυακὸ χῶρο, ποὺ ἀπευθύνεται στοὺς φίλους τῆς χώρας τῶν Ἀγράφων, φιλοξενοῦνται κείμενα, ἄρθρα, μελέτες, ἀνακοινώσεις, βιβλία εἰκόνες, ταινίες ποὺ ἀφοροῦν ἢ παραπέμπουν στὴν ἱστορία, τὸν πολιτισμό, τὶς παραδόσεις, τὸ φυσικὸ περιβάλλον τοῦ ἱστορικοῦ χώρου τῶν Ἀγράφων, ὅπως αὐτὸς ἦταν γνωστὸς στὴν ὕστερη βυζαντινὴ ἀλλὰ καὶ μεταβυζαντινὴ ἐποχή. Σκοπὸς τῆς δημιουργίας του εἶναι νὰ γίνουν γνωστὰ καὶ νὰ ἀναδειχθοῦν, κατὰ τὰς δυνάμεις ἡμῶν, ὅλα ἐκεῖνα τά ‒ἀνὰ τοὺς αἰῶνες‒ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τοῦ τόπου μας καὶ τῶν ἀνθρώπων του.

Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2022

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ ΤΟΥ ΓΟΡΔΙΟΥ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΓΟΥΒΑΣ ΒΡΑΓΓΙΑΝΩΝ

 

Μάθε νὰ προφέρεις σωστὰ τὴν πραγματικότητα 

Ὀδ. Ἐλύτης 

Ἐνίοτε, εἴτε ἀπὸ πρόθεση εἴτε ‒τὶς περισσότερες φορές‒ ἀπὸ ἀγαθὸν φανατισμὸν ἀγάπης γιὰ τὴν πατρίδα, δημιουργοῦνται ἱστορικοὶ μύθοι καὶ θρύλοι ποὺ δὲν στηρίζονται σὲ καμμιὰ γραπτὴ ‒οὔτε κἂν προφορική‒ πηγή, ἀλλὰ συνήθως προκύπτουν ἀπὸ τὴ δημοσίευση μιᾶς αὐθαίρετης ἐκτίμησης,  ὅπου, συνήθως, κατατίθεται -ἴσως μὲ καλὴ  πρόθεση- ἡ διάθεση νὰ γίνει ἡ ἐπιθυμία  ἢ τὸ ὅποιο σκεπτικό μας ἱστορικὴ πραγματικότητα. Αὐτὸ βλάπτει καὶ τὸν τόπο καὶ  τὴν ἱστορία του ἀλλὰ καὶ τοὺς ἀνθρώπους του, ποὺ καλοπροαίρετα ἐνδεχομένως


ἀναπαράγουν τέτοια συμπεράσματα. Καὶ ὁ μῦθος, ὁ θρύλος, ἰδιαίτερα ὅταν παρέλθει μεγάλο χρονικὸ διάστημα ἀναπαραγωγῆς του, καθίσταται πιὸ ἰσχυρός, πιὸ ἀνθεκτικὸς καὶ ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν  πραγματικότητα· καθιερώνεται στὶς συνειδήσεις, δύσκολα ἀνατρέπεται καὶ ἐν τέλει ‒ἂν δὲν βλάπτει‒ κυρίως δὲν προσφέρει, οὔτε προσθέτει καμμιὰ ὑπηρεσία στὴν ὑπόθεση τὴν ὁποία ἐπιθυμεῖ νὰ ὑπηρετήσει.. Κλασσικὸ παράδειγμα εἶναι ἡ περίπτωση τοῦ «Κρυφοῦ Σχολειοῦ». Στὸν τόπο μας, τὰ Ἄγραφα, τὰ Μεγ. Βραγγιανά, μιὰ τέτοια περίπτωση, ἀγαθοῦ φανατισμοῦ ἀγάπης γιὰ τὴν ἰδιαίτερη πατρίδα,  εἶναι ἐκείνη περὶ τοῦ ἀριθμοῦ τῶν βιβλίων τῆς λεγομένης «Βιβλιοθήκης τοῦ Γορδίου» στὴν Σχολὴ τῶν Βραγγιανῶν στὶς ἀρχὲς τοῦ 18ου αἰ.

Γιὰ τὸ μέγεθος τῆς βιβλιοθήκης τοῦ Γορδίου στὰ τότε Βρανιανὰ τῶν Ἀγράφων, στὸ λεγόμενο "Ἑλληνομουσεῖον Ἀγράφων", ἔχουν κατὰ καιροὺς δημοσιευθεῖ ἀρκετά, καὶ κυρίως ὅτι περιελάμβανε περίπου «4.000  τόμους βιβλίων». Ὅμως, καμμιὰ γραπτὴ πηγὴ δὲν παραδίδει κάτι τέτοιο. Μία ἀναφορὰ γιὰ τὴ βιβλιοθήκη του ἁλιεύεται στὴν ἀλληλογραφία τοῦ Γορδίου μὲ τὸν λόγιο-ἱεράρχη, μητροπολίτη Ἄρτης καὶ Ναυπάκτου Νεόφυτο Μαυρομμάτη, ὁ ὁποῖος εἶχε στείλει στὸν Γόρδιο κατάλογο τῶν βιβλίων τῆς Μονῆς Ἰβήρων τοῦ Ἁγ. Ὄρους. Γράφει σχετικὰ ὁ Γόρδιος, ἀπὸ τὰ Βρανιανά, στὸν Νεόφυτο στὶς 16 Ἀπριλίου 1727: «Τῶν παρ’ ἐμοὶ μέντοι γε σῳζομένων βίβλων πάνυ εἰσὶν ὀλίγαι αἱ μὴ τῷ καταλόγῳ τῶν αὐτόθι κείμεναι. […] Πρὸς τούτοις δέ μοι καὶ θαυμάζειν ἔπεστι τῆς ποσότητος τούτων ἕνεκεν. Ὑπελάμβανον γὰρ ὅτι  καὶ τὰς χιλίας ὑπερακοντίζειν βίβλους»   (βλ. Ἀναστάσιος Γόρδιος, Ἀλληλογραφία, (1675-1728), Ἔκδοση: Χαρίτων Καρανάσιος ‒ Ἰωάννα Κόλια, Προλεγόμενα‒Σχόλια: Χαρίτων Καρανάσιος,  [Κέντρον Ἐρεύνης τοῦ Μεσαιωνικοῦ καὶ Νέου Ἑλληνισμοῦ / Ἀκαδημία Ἀθηνῶν], τόμ. Β΄, Ἀθήνα 2011, ἐπ. 627, σ. 899)· γιὰ τὴ βιβλιοθήκη τῆς Ἱ. Μ. Ἰβήρων τοῦ Ἁγ. Ὄρους, βλ. καὶ Κοσμᾶ Βλάχου, Ἡ Χερσόνησος τοῦ Ἁγίου Ὄρους Ἄθω, Βόλος 1903, σ. 206, ὅπου μεταξὺ ἄλλων ἀναφέρεται πώς, τὴν βιβλιοθήκη ἐμπλούτισε –μὲ ἀφιέρωση τῆς δικῆς του βιβλιοθήκης‒ τὸ 1678 ὁ Πατριάρχης Διονύσιος Δ’ [μὲ τὸν ὁποῖο διατηροῦσε πυκνὴ ἀλληλογραφία ὁ Εὐγένιος Γιαννούλης ὁ Αἰτωλὸς ἀπὸ τὴν ἐποχὴ ποὺ ὁ Διονύσιος ποὺ ἦταν ἀκόμη μητροπολίτης Λαρίσης], καὶ πὼς  «εἰς ἐμπλουτισμὸν καὶ τακτοποίησιν τῆς βιβλιοθήκης» ἐργάστηκε μὲ ζῆλο καὶ ὁ Μητροπολίτης Ἄρτης καὶ Ναυπάκτου Νεόφυτος Μαυρομμάτης). Ὁ Γόρδιος δηλώνει πὼς λίγα ἀπὸ τὰ βιβλία τῆς βιβλιοθήκης του δὲν ὑπάρχουν στὸν κατάλογο τοῦ Νεοφύτου καὶ ἐκφράζει θαυμασμὸ γιὰ τὸν ἀριθμὸ τῶν χιλίων περίπου βιβλίων τῆς βιβλιοθήκης τῆς Μονῆς Ἰβήρων. Μᾶλλον, δὲν θὰ ἐκφραζόταν μὲ θαυμασμὸ γιὰ μία μοναστικὴ τοῦ Ἁγ. Ὄρους βιβλιοθήκη ἂν ἡ δική του προσωπικὴ βιβλιοθήκη περιελάμβανε 4000(!) βιβλία καὶ σίγουρα πολλὰ θὰ ἦταν ἐκεῖνα ποὺ δὲν θὰ ὑπῆρχαν στὴ βιβλιοθήκη τῆς Μονῆς Ἰβήρων. Ἕνας ἀριθμός, λοιπόν, περὶ τὰ 800 θὰ ἦταν ἀρκετὰ λογικὴ καὶ κοντὰ στὴν πραγματικότητα ἐκτίμηση, γιὰ τὸν ὄγκο τῆς βιβλιοθήκης τοῦ Γορδίου· καθόλου μικρὸς ἀριθμὸς βιβλίων σὲ μία οὐσιαστκὰ προσωπικὴ βιβλιοθήκη στὰ δυσπρόσιτα Ἄγραφα τοῦ 18ου αἰ. καὶ σὲ μιὰ Τουρκοκρατούμενη Ἑλλάδα.

Ἐκεῖνο πάντως ποὺ φαίνεται μὲ συνεχεῖς ἀναφορὲς μέσα  στην Ἀλληλογραφία τοῦ Γορδίου εἶναι πὼς ἐξεδήλωνε ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν ἀπόκτηση βιβλίων, (γιὰ τὴν ἀγάπη του καὶ τὴν ἰδιαίτερη σχέση του μὲ τὰ βιβλία, ὁ Κ. Θ. Δημαρᾶς γράφει : «…Μὰ τὸ θέμα ποὺ τὸν κατέχει εἶναι τὸ βιβλίο· ἕνα πρωτογονικὸ ἀκόμη πάθος· ζήτηση βιβλίων, δανεισμοί, ἀνταλλαγές, βιβλιοδεσίες, περνοῦν καὶ ξαναπερνοῦν μέσα στὰ γράμματά του. …», βλ. Κ. Θ. Δημαρᾶς, Ἱστορία τῆς Νεοελληνικῆς Λογοτεχνίας,., Κ. Θ. Δημαρᾶς, Ἱστορία τῆς Νεοελληνικῆς Λογοτεχνίας, ἐκδ. Γνώση, Ἀθήνα 2000, σ. 139. Γιὰ τὸ πάθος του γιὰ τὰ βιβλία, βλ. ἐπίσης Χαρίτων Καρανάσιος, «Μορφή, περιεχόμενο καὶ χρήση τῶν ἐπιστολῶν τοῦ Ἀναστασίου Γορδίου», Πρακτικά τοῦ ἐπιστημονικοῦ Συμποσίου, «Νεοελληνικὴ ἐπιστολογραφία (16ος-19ος αἰών.)», Μεσαιωνικὰ καὶ Νέα Ἑλληνικὰ 8 (2006) 65.

Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης

Σημ.: Πρώτη ἔντυπη δημοσίευση στὴν ἐφημερίδα ΜΕΓΑΛΑ ΒΡΑΓΓΙΑΝΑ, φ. 88, Ὀκτ.-Νοε.-Δεκ.2021, σ.4.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου