Ἑλληνομουσεῖον (τό). Ὀνομασία διδομένη πολλαχοῦ, ἐπὶ Τουρκοκρατίας, εἰς τὰ σχολεῖα ἀνωτέρων πως σπουδῶν. Περί «κοινῶν ἑλληνομουσείων ἐπ᾿ ὠφελείᾳ τοῦ γένους κοινῇ» γίνεται λόγος καὶ ἐν σιγιλλίῳ τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Γρηγορίου Ε', ἐκδοθέντι κατ᾿ Αὔγουστον τοῦ 1819.


Σ᾿ αὐτὸν τὸν διαδικτυακὸ χῶρο, ποὺ ἀπευθύνεται στοὺς φίλους τῆς χώρας τῶν Ἀγράφων, φιλοξενοῦνται κείμενα, ἄρθρα, μελέτες, ἀνακοινώσεις, βιβλία εἰκόνες, ταινίες ποὺ ἀφοροῦν ἢ παραπέμπουν στὴν ἱστορία, τὸν πολιτισμό, τὶς παραδόσεις, τὸ φυσικὸ περιβάλλον τοῦ ἱστορικοῦ χώρου τῶν Ἀγράφων, ὅπως αὐτὸς ἦταν γνωστὸς στὴν ὕστερη βυζαντινὴ ἀλλὰ καὶ μεταβυζαντινὴ ἐποχή. Σκοπὸς τῆς δημιουργίας του εἶναι νὰ γίνουν γνωστὰ καὶ νὰ ἀναδειχθοῦν, κατὰ τὰς δυνάμεις ἡμῶν, ὅλα ἐκεῖνα τά ‒ἀνὰ τοὺς αἰῶνες‒ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τοῦ τόπου μας καὶ τῶν ἀνθρώπων του.

Σάββατο 8 Ιανουαρίου 2022

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ (ΣΚΙΑΘΟΣ † 3 ΙΑΝ. 1911)

 Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης

«Ὁ θάνατος τοῦ Παπαδιαμαντῆ»

. Σπύρος Καράμπελας. [https://www.pemptousia.gr/2011/12/afieroma-ston-alexandro-papadiamant/spyros-karampelas/]



Μὲ μιὰ λιτή, ὀλίγων γραμμῶν, εἴδηση ἡ δισεβδομαδιαία ἐφημερίδα τῶν Ἀθηνῶν Τὸ Κράτος, ἡ ὁποία αὐτοπροσδιοριζόταν ὡς «Ὄργανον τῶν ἁπανταχοῦ Ἑλλήνων», δημοσιεύει, στὴν τρίτη σελίδα τοῦ φύλλου τῆς 6ης Ἰαν.1911, τὸ γεγονὸς τῆς  κοιμήσεως πρὸ ὀλίγων ἡμερῶν  τοῦ Ἀλεξάνδρου Παπαδιαμάντη (Σκιάθος 4.3.1911 - Σκιάθος 3.1.1911). Ὁ Παπαδιαμάντης, στὸ μικρὸ μόλις 53 λέξεων δημοσίευμα, ποὺ καταχωρίζεται στὴ στήλη «Τὰ Ἀθηναϊκά» καὶ τιτλοφορεῖται ὡς «Ὁ θάνατος τοῦ Παπαδιαμαντῆ», χαρακτηρίζεται ὡς «ὁ ἀξιολογώτερος τῶν Ἑλλήνων διηγηματογράφων» καὶ ὡς «ἐπιφανὴς λόγιος τοῦ ἑλληνικοῦ Παρνασσοῦ». Ἐπίσης, μᾶς πληροφορεῖ γιὰ τὸ γνωστὸ γεγονὸς πὼς παρασημοφορεῖται, τὴν προηγουμένη τοῦ θανάτου του, ἀπὸ τὴν Πολιτεία γιὰ τὸ ἔργο του:[1]

«Ὁ θάνατος τοῦ Παπαδιαμαντῆ

Ἀπέθανε πρό τινων ἡμερῶν ἐν τῇ ἰδιαιτέρᾳ του πατρίδι Σκιάθῳ, ὁ ἀξιολογώτερος τῶν Ἑλλήνων διηγηματογράφων Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης.

Τὴν μίαν ἡμέραν ἡ Πολιτεία τὸν ἐπαρασημοφόρει μετὰ ἄλλης λογικῆς καὶ τὴν ἑτέραν ὁ Παπαδιαμάντης ἀπέθνησκεν. Ὁ θάνατός του ἐβύθισεν εἰς πένθος τὸν ἑλληνικὸν Παρνασσὸν τοῦ ὁποίου ἦτο εἷς τῶν ἐπιφανῶν λογίων».

 

Ἐφ. Τὸ Κράτος, φ. 6.1.1911, σ. 3.

Ὁ τονισμὸς στὴ λήγουσα –Παπαδιαμαντῆς τοῦ ἐπωνύμου τοῦ Ἀλεξάνδρου Παπαδιαμάντη ἐπανέρχεται, μετὰ ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια, καὶ στὸ αὐτοβιογραφικοῦ περιεχομένου διήγημα τοῦ Ἄγγελου Μαντᾶ, μὲ τίτλο «Ἡ Φόνισσα στὸ ντουλάπι»,  σὲ ἀφιερωματικὸ γιὰ τὸν Παπαδιαμάντη τεῦχος τοῦ περιοδικοῦ Νεφούρια. Παραθέτω τὰ σχετικὰ ἀποσπάσματα:[2] 

 

«Τὸ ντουλάπι ἦταν πάντα κλειστό. [...] Τὸ ντουλάπι ἦταν ἀπαγορευμένο γιὰ μένα. [...] Ὁ παπποὺς πάντως, ἐξακολουθοῦσε νὰ ξεκοκκαλίζει τὶς ἐφημερίδες του, μὲ τὴν ἡμερολογιακή τους σειρά, μία κάθε μέρα. Οἱ ἐξελίξεις λίγο τὸν ἔνοιαζαν. Διάβαζε γιὰ νὰ διαβάζει. Ἀγαποῦσε τὸ διάβασμα. Πρέπει νὰ διάβαζε καὶ βιβλία. Δὲν τὸν εἶχα δεῖ ποτὲ ὅμως. [...]  Ἡ ἰδέα αὐτὴ ἐνισχύθηκε καὶ περιβλήθηκε ἕνα πέπλο μυστηρίου ὅταν τὸν εἶδα νὰ κρύβει βιαστικὰ στὸ ντουλάπι κάτι ποὺ μοῦ φάνηκε σὰν φυλλάδιο, σὰν βιβλίο. [...] Ἦταν μήνας Ἁλωνάρης κι ἐγὼ εἶχα μείνει μὲ πυρετὸ στὸ σπίτι τοῦ παπποῦ, ὅλοι οἱ ἄλλοι στὰ ἁλώνια. [...] Τότε ἦταν ποὺ ἄνοιξα τὸ ντουλάπι. Ἦταν σχεδὸν ἄδειο. [...] Ἔβαλα ἕνα σκαμνάκι καὶ κοίταξα στὸ πάνω ράφι. Μιὰ κόλλα μπλὲ στρωμένη στὸ σανίδι καὶ πάνω ἕνα βιβλιαράκι. Ὄχι σὰν τὰ βιβλία ποὺ εἴχαμε στὸ σχολεῖο, πιὸ λεπτὸ ἦταν, σὰν τετράδιο, ἀλλὰ μεγάλο τετράδιο, καὶ εἶχε ἕνα μπλὲ ἐξώφυλλο. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ ΑΠΑΝΤΑ Η ΦΟΝΙΣΣΑ πρόλαβα νὰ διαβάσω. Ἄκουσα κουβέντες στὴν αὐλή, ἔκλεισα γρήγορα τὸ ντουλάπι καὶ χώθηκα στὸ κρεβάτι. [...] Σὲ τρία χρόνια πῆγα στὸ Γυμνάσιο. Δεύτερον Γυμνάσιον Ἀρρένων Χαλκίδος. Ἦταν ἡ ἐποχὴ τῆς μεταρρύθμισης Παπανούτσου. Ἤμουνα καλὸς μαθητής. [...] Στὴν τρίτη τάξη ὁ φιλόλογός μας μᾶς ἔβαλε ἐργασία γιὰ τὶς διακοπὲς τῶν Χριστουγέννων. [...] «Λοιπὸν αὔριο περιμένω τὶς ἐπιλογές σας». [...]

—Τὴ «Φόνισσα» τοῦ Παπαδιαμαντῆ, ἔσπευσα πρῶτος νὰ δηλώσω τὴν ἄλλη μέρα.

Ἦταν σκυμμένος σὲ κάτι ὀνομαστικὲς καταστάσεις πάνω στὴν ἕδρα. Σήκωσε ἀπορημένος τὰ μάτια του. Μάτια ἀγαθά, καλοσυνάτα.

Γιατί τὸν λὲς Παπαδιαμαντῆ τὸν Παπαδιαμάντη, παιδί μου;

Τώρα κοιτοῦσα ἐγὼ ἀπορημένος. Γιὰ κάποιο λόγο ἤμουν βέβαιος ὅτι τὸ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ τοῦ φυλλαδίου τονιζόταν στὴ λήγουσα [...]». (Οἱ ἐπισημάνσεις δικές μου). 

Στὴν ἴδιο φ. τῆς ἐφημερίδας Τὸ Κράτος, στὴν ἴδια σελίδα, στὴν ἴδια στήλη,  καὶ μὲ τὸ τίτλο «Παρασημοφορία λογίων» δημοσιεύεται, ἡ διὰ τοῦ Ὑπουργοῦ Παιδείας Ἀπόστολου Ἀλεξανδρῆ (Λαμία 1875 - Ἀθήνα 12 Ἀπριλίου 1961),[3] ἀπόφαση τῆς κυβέρνησης Ἐλευθερίου Βενιζέλου νὰ τιμήσει μὲ τὸ παράσημο τοῦ Ἀργυροῦ Σταυροῦ τοῦ Σωτῆρος, γιὰ τὸ πνευματικό τους ἔργο καὶ μὲ τὴν εὐκαιρία τοῦ νέου ἔτους, εἴκοσι τρεῖς λογίους. Μεταξὺ αὐτῶν  καὶ ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ἀλλὰ καὶ ὁ τριτεξάδελφός του Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης:[4]

 

«Τῇ προτάσει τοῦ ὑπουργοῦ Παιδείας κ. Ἀλεξανδρῆ παρασημοφοροῦνται διὰ τοῦ ἀργυροῦ σταυροῦ τοῦ Σωτῆρος "διὰ τὰς πρὸς τὰ ἑλληνικὰ γράμματα μακρὰς αὐτῶν ὑπηρεσίας" οἱ λόγιοι κκ. Π. Ἀξιώτης, Π. Ἀποστολίδης (Νιρβάνας), Μ. Ἀργυρόπουλος (τῆς Σμύρνης), Γεράσιμος Βῶκος, Ἰωάννης Δαμβέργης, Π. Δημητρακόπουλος, Δροσίνης, Καρκαβίτσας, Ι. Κονδυλάκης, Ἀ. Κουρτίδης, Ἀ. Κωνσταντινίδης, Ν. Λάσκαρης, Μαρκορᾶς, Στ. Μαρτζώκης, Ἀλ. Μωραϊτίδης,  Γρ. Ξενόπουλος, Σ. Παγανέλης, Παλαμᾶς, Παπαδιαμάντης, Πολέμης, Προβελέγγιος, Γ. Στρατήγης καὶ Γ. Τσοκόπουλος». 

Ἡ τιμητικὴ αὐτὴ πρωτοβουλία τῆς Πολιτείας ἦταν ἡ ἀφορμὴ νὰ ἔλθουν στὴν ἐπιφάνεια, μέσῳ τῶν στηλῶν τοῦ Ἀθηναϊκοῦ Τύπου, οἱ λεγόμενες λογοτεχνικὲς ἔριδες, ὅπου οἱ μὴ βραβευθέντες καὶ οἱ φίλοι τους ἀλλὰ καὶ κριτικοὶ τῶν Γραμμάτων καὶ τῶν Τεχνῶν κατηγοροῦν γιὰ μεροληψία τὴν ἡγεσία τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας:[5]

 

«[...] Καὶ τί καλλίτερον παράσημον ἀπὸ τὴν ὁμολογίαν ὅλων τῶν γραφόντων καὶ ἀναγινωσκόντων, ὅτι οἱ παραλειφθέντες μαζὶ μὲ ἓξ-ἑπτὰ ἀπὸ τοὺς ὑπάρχοντες εἰς τὸν κατάλογον εἶναι οἱ ἔχοντες νὰ παρουσιάσουν ἔργον ἀληθῶς ἐξυπηρετῆσαν τὰ Ἑλληνικὰ γράμματα [...]». 

Ἄλλοι μέμφονται τὸν Ὑπουργὸ γιὰ ἄγνοια περὶ τὰ λογοτεχνικὰ καὶ φιλολογικὰ ζητήματα:[6]

 

«Οὔτε χαμπάρι ἔχεις ἀπὸ δημιουργικὴν φιλολογίαν. Οὔτε ἰδέαν ἀπὸ λογοτεχνικὴν ἐργασίαν. Ἐὰν δὲ πῇς ἀπὸ Ἐθνικὴν τοιούτην, σοῦ εἶναι terra incognita ἐντελῶς».

 

Δὲν ἀπουσιάζουν καὶ τὰ χαριτολογικὰ σχόλια, ὅπως αὐτὰ τοῦ τακτικοῦ χρονογράφου τῆς ἐποχῆς Τίμου Παπαμιχαήλ,[7] στὸ Σκρὶπ τῶν ἡμερῶν ἐκείνων:[8]

 

«Κύριε Ὑπουργέ!

Μὲ αὐτὸ τὸ πραξικόπημα ποὺ ἐκάματε, ἀντὶ νὰ δώσετε ὤθησιν εἰς τὰ γράμματα, ἐδώσατε ὤθησιν εἰς τὰ ἀνοικτὰ γράμματα, καὶ τὸ πρᾶγμα εἶναι ἐπικίδνυνον, ἂν ὄχι διὰ τίποτε ἄλλο, τοὐλάχιστον διὰ τὰς εἰσπράξεις τῶν ταχυδρομείων, ἀφοῦ εἶναι γνωστὸν ὅτι τὰ ἀνοικτὰ πληρώνουν μόλις ἓν λεπτόν. Θὰ ἐπανέλθωμεν δριμύτεροι!». 

Ὁ ἴδιος ἀρθρογράφος προτείνει, μὲ ἐμφανῶς σαρκαστικὴ διάθεση, ἀκόμη καὶ προκήρυξη ἀνοικτοῦ διαγωνισμοῦ γιὰ τὴ βράβευση τῶν ἀνθρώπων τῶν Γραμμάτων:[9]

 

«Γίνεται διαγωνισμὸς διὰ τελωνοφύλακας. Διαγωνισμὸς διὰ ταχυδρομικοὺς διανομεῖς, καίτοι ὁπωσδήποτε εἶναι καὶ αὐτοὶ  ἄνθρωποι τῶν  γ ρ α μ μ ά τ ω ν διατὶ νὰ μὴ γείνῃ καὶ διαγωνισμὸς πρὸς πλήρωσιν 10 χηρευουσῶν θέσεων Ἱπποτῶν τοῦ Τάγματος τοῦ Σωτῆρος; [...] Μετὰ τὸ πέρας τοῦ διαγωνισμοῦ, οἱ ἐπιτυχόντες θὰ λάβουν τὸν ἀργυροῦν Σταυρόν, ἡ ἐξεταστικὴ ἐπιτροπὴ τὸν Μεγαλόσταυρον, καὶ οἱ ἀποτυχόντες ἀνὰ ἓν Φραγγέλιον». 

Ἀκόμη καὶ ἀνέκδοτα εἶχαν δημοσιευτεῖ μὲ ἀφορμὴ τὸ γεγονὸς τῆς παρασημοφορήσεως τῶν λογίων:[10]

 

Ἐφ. Σκρίπ, φ. 7. 1. 1911, σ. 1.  

 «Μεταξὺ λογίων... μὴ παρασημοφορηθέντων, χθὲς ἑορτὴν τῶν Φώτων:

—Πᾶμε στὸν Πειραιᾶ νὰ ἰδοῦμε  ποῦ θὰ  β  ο υ τ ή ξ ο υ ν  τ ὸ  Σ τ α υ ρ  ό;

—Ἄ, φίλε μου, πολὺ στωϊκὸς εἶσαι· πήγαινε μόνος σου· ἐγὼ δὲν μπορῶ νὰ ὑποφέρω τέτοιο θέαμα!....». 

Ἡ ἔνταση καὶ ἡ ἔκταση τῶν ἀντιδράσεων ἀνάγκασε τὴν Κυβέρνηση νὰ προχωρήσει στὴν ἀναστολὴ τῆς δημοσιεύσεως τοῦ Βασιλικοῦ διατάγματος καὶ στὴν ἀπόφαση νὰ δοθοῦν τὰ παράσημα τμηματικῶς:[11]

 

«Ὡς ἐγνώσθη ἡ Κυβέρνησις ἀνέστειλε τὴν δημοσίευσιν τοῦ Β. Διατάγματος περὶ ἀπονομῆς παρασήμων εἰς τοὺς λογογράφους. Εἰς τὴν ἀπόφασιν ταύτην προέβη ἡ Κυβέρνησις διότι προεκλήθηκαν πολλαὶ διαμαρτυρίαι καὶ πολλαὶ παρεξηγήσεις. Κατὰ τὰς αὐτὰς πληροφορίας τὰ παράσημα θὰ ἀπονεμηθῶσιν τμηματικῶς εἰς τοὺς προταθέντας λογίους». 

Τὴν προηγουμένη ἡμέρα τοῦ θάνατου του (3. 1. 1911) ὁ Παπαδιαμάντης πρόλαβε νὰ  πληροφορηθεῖ τὴν εἴδηση τῆς ἀπονομῆς τοῦ παρασήμου, σύμφωνα μὲ τὸ περιεχόμενο ἐπιστολῆς τοῦ π. Γεωργίου Ρήγα πρὸς τὸν ἐκδότη Ἠλία Ν. Δικαῖο, στὶς 7 Μαρτίου 1912:[12]

 

 «Ἦτο ἡ παραμονὴ τοῦ θανάτου του καὶ ὥς τις εἰρωνεία τοῦ ἀνηγγέλθη ἡ ἀπονομὴ τῆς παρασημοφορίας του διὰ τοῦ Σταυροῦ τοῦ Σωτῆρος». 

Στὴν ἴδια ἐφημερίδα, Τὸ Κράτος, στὶς 13 Ἰαν. 1911 καταχωρίζεται ἡ εἴδηση γιὰ τὴ γνωστὴ χορηγία ἐκ 2.000 δραχμῶν, τῆς Βιργινίας Ἐμμ.  Μπενάκη, γιὰ τὴν ἔκδοση τῶν ἔργων τοῦ Ἀλεξ. Παπαδιαμάντη· μὲ τὴν προϋπόθεση τὰ ἔσοδα ἀπὸ τὴν πώληση νὰ περιέρχονται στὶς ἐν τῇ Σκιάθῳ ἀδελφές του: [13]

 

«Ἡ ἐρίτιμος δέσποινα κ. Μπενάκη, τοῦ Ὑπουργοῦ τῆς Γεωργίας, ἐν τῇ διακρινούσῃ αὐτὴν πάντοτε φιλομουσίᾳ καὶ φιλανθρωπίᾳ, ἔσπευσε νὰ προσφέρῃ δύο χιλιάδας δραχμῶν πρὸς ἔκδοσιν τῶν ἔργων τοῦ ἀειμνήστου διηγηματογράφου Ἕλληνος Παπαδιαμάντη, ὑπὸ τὸν ὅρον ἵνα τὰ ἐκ τῆς πωλήσεως κέρδη περιέρχονται εἰς τὰς ἀδελφὰς τοῦ θανόντος».  

Ἡ ἀρχικὴ ἀνακοίνωση τῆς χορηγείας Μπενάκη ἔγινε στὴν ἐφημερίδα Ἑστία στὶς 7 Ἰαν. 1911, μὲ τίτλο «Τὰ ἔργα τοῦ Παπαδιαμάντη. Ἡ προσφορὰ τῆς κ. Μπενάκη» συνοδευόταν δέ, σὲ ἄλλη στήλη τοῦ ἰδίου φύλλου τῆς Ἑστίας, μὲ ἐπαινετικὸ σχόλιο, γιὰ τὴν «γενναίαν συνδρομήν της», ἀπὸ τὴ σύνταξη τῆς ἐφημερίδας.[14]

      Ἀπὸ τὴν ἀλληλογραφία τοῦ Ι. Βλαχογιάννη μὲ τὶς ἀδελφὲς τοῦ Παπαδιαμάντη φαίνεται πὼς τελικῶς ἡ πρωτοβουλία τῆς Βιργινίας Ἐμμ. Μπενάκη δὲν εὐοδώθηκε· λίγο δὲ ἔλειψε νὰ προξενήσει δικαστικὴ διαμάχη τοῦ Βλαχογιάννη μὲ τὶς ἀδελφὲς τοῦ Παπαδιαμάντη.[15]

Ὡς φαίνεται, οὔτε καὶ μετὰ θάνατον δὲν τέλειωσαν τὰ βάσανα καὶ οἱ καημοὶ τοῦ Ἀλεξάνδρου Ἀδαμαντίου, ἢ Ἀλεξάνδρου Ἀδαμαντίου Ἐμμανουήλ, ἢ Ἀδαμαντιάδη, ἢ Παπαδαμαντίου, ἢ  Παπαδιαμαντῆ, τοὐτέστιν τοῦ κυρ-Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη...



[1]. Ἀνώνυμος, «Ὁ θάνατος τοῦ Παπαδιαμαντῆ », ἐφ. Τὸ Κράτος, 6.11.1911, σ. 3.

[2]. Ἄγγελος Μαντᾶς, «Ἡ Φόνισσα στὸ ντουλάπι», Νεφούρια 28 (2011) 9-15. Εὐχαριστίες στὸν Ἀντώνη Ν. Παπαβασιλείου, ὁ ὁποῖος μοῦ θύμισε τὸ ἄρθρο.

[3]. Ἀπόστολος Ἀλεξανδρῆς (Λαμία 1879 - Ἀθήνα Ἀπρρ. 1961). Στὴν κυβέρνηση τοῦ Ἐλευθερίου Βενιζέλου ἀνέλαβε ὑπουργὸς Ἐκκλησιαστικῶν καὶ Δημόσιας Ἐκπαίδευσης, ἀπὸ τὶς 19 Ὀκτωβρίου 1910 ὣς τὶς 13 Ἰουνίου 1912· βλ.  https://greek-parliament-members.anavathmis.eu/%CE%B2%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%B5%CF%85%CF%84%CE%B7%CF%82/?voulid=112&returnpage=http%3A%2F%2Fgreek-parliament· Ἐφ. Ἐλευθερία, φ. 13.4.1961, σ. 8. Βλ. καί, Ἀνώνυμος,  «Τιμὴ εἰς τὰ Ἑλληνικὰ Γράμματα», Διάπλασις τῶν παίδων τ. 18, 6 (1911) 50.

[4]. Ἀνώνυμος, «Παρασημοφορία», Ἐφ. Τὸ Κράτος, φ. 6.1.1911, σ. 3.

[5]. Ἀνώνυμος, «Οἱ παρασημοφορηθέντες», Ἐφ. Σκρίπ, φ. 5.1.1911, σ. 2.

[6] . Δημήτριος Ἀναστασόπουλος ὁ Ἀθηναῖος, «Τὰ παράσημα», Ἐφ. Σκρίπ, φ. 3.1.1911, σ. 2.

[7].  Τῖμος Παπαμιχαήλ, 1880-1920.

[8].  Τ.Π. (=Τῖμος Παπαμιχαήλ), «Ἀνοικτὴ ἐπιστολή»,  Ἐφ. Σκρίπ,  φ. 6.1.1911, σ. 1.

[9]. Τ.Π., «Μία λύσις», Ἐφ. Σκρίπ, φ. 7. 1. 1911, σ. 1.

[10]. Ὁ Γελωτοποιός (=Πολύβιος Δημητρακόπουλος), «Τὰ παράσημα», Ἐφ. Σκρίπ, φ. 7.1.1911, σ. 1. 

[11].  Ἀνώνυμος, «Ἡ παρασημοφορία τῶν λογίων», Ἐφ. Τὸ Κράτος, φ. 16.1.1911, σ. 3.

[12]. Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Ἀλληλογραφία, Φιλολ. ἐπιμέλεια Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος, ἐκδόσεις Δόμος, Ἀθήνα 1992, σ. 219.

[13]. Ἀνώνυμος, «Τὰ ἔργα τοῦ Παπαδιαμάντη. Ἡ δωρεὰ τῆς κ. Μπενάκη», Τὸ Κράτος, φ. 13.1.1911, σ. 3.

[14]. Βλ. Γ. Φαρίνου Μαλαματάρη, Τὸ σχοίνισμα τῆς γραφῆς. Παπαδιαμαντ(ολογ)ικὲς μελέτες, ἐκδ. Gutenberg , Ἀθήνα 2014, σ. 90, 126, 292.

[15]. Βλ. Φ. Α. Δημητρακόπουλος–Γ. Α. Χριστοδούλου, «Φύλλα ἐσκορπισμένα». Τὰ παπαδιαμαντικὰ αὐτόγραφα (γνωστὰ καὶ ἄγνωστα κείμενα), ἐκδ. Καστανιώτη, Ἀθήνα 1994, σ. 97-112, ὅπου, μεταξὺ ἄλλων, στὴ σελ. 112, σὲ ἐπιστολὴ τοῦ Ἰ. Βλαχογιάννη πρὸς τὶς ἀδελφὲς τοῦ Παπαδιαμάντη, ὁ ἀποστολέας σημειώνει: «Δεσποινίδες, [...] ἐὰν ἐφθάσατε εἰς τὸ σημεῖον  αὐτὸ νὰ μὲ ὑβρίζετε διὰ τὸ εὐχαριστῶ, θὰ ἀναγκασθῶ νὰ σᾶς καταγγείλω στὸν Εἰσαγγελέα [...]. Ἐὰν ἐντὸς τριῶν ἡμερῶν δὲν μοῦ ἀπαντήσετε, θὰ ἔλθῃ ὁ αὐτοῦ κύριος Ἀστυνόμος νὰ σᾶς ἐρωτήσῃ νὰ τοῦ πῆτε τὴν ἀλήθεια καὶ μόνην τὴν ἀλήθεια [...]».



Σημ.: πρώτη ἔντυπη δημοσίευση στὰ Χρονικὰ Δυτικῆς Μακεδονίας τῶν Γρεβενῶν, φ. 952 / 8.1.2022, σ. 15-16.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου