ΚΑΣΤΑΝΙΑ ΕΥΡΥΤΑΝΙΑΣ 10 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2014
Ἕτερον
χειρόγραφον βιβλίον τοῦ Γορδίου
Ἡ
πρόσληψη, ἀπὸ τὸν Κύριλλο Καστανοφύλλη, τοῦ ἔργου καὶ τῆς βιοτῆς τοῦ
Ἀναστασίου
Γορδίου
Ὁ
πολιτιστικὸς σύλλογος τῶν ἁπανταχοῦ Καστανιωτῶν Εὐρυτανίας καὶ ἡ Πανευρυτανικὴ Ἕνωση
διοργάνωσαν Ἡμερίδα μὲ θέμα: «(1814-2014) Διακόσια χρόνια ἀπὸ τὸν ἐρχομὸ
τοῦ ἀναμορφωτῆ ἡγουμένου Κυρίλλου Καστανοφύλλη στὸ μοναστήρι τοῦ Προυσοῦ»,
ποὺ πραγματοποιήθηκε στὴν Καστανιὰ τοῦ Προυσοῦ, στὶς 10 Αὐγούστου 2014, στὸν χῶρο
τοῦ τοπικοῦ σχολικοῦ κτηρίου. Μετὰ ἀπὸ σχετικὴ πρόσκληση παρευρεθήκαμε στὴν
Καστανιά, καὶ πλὴν τῆς ἀβραμιαίας
φιλοξενίας τῶν Καστανιωτῶν, σὲ παρέμβαση μας κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Ἡμερίδας ἀναφερθήκαμε
ἐν περιλήψει στὴν σχέση τοῦ Καστανοφύλλη μὲ τὸν Γόρδιο. Ἔτσι, Ἀπὸ τὴ μελέτη τοῦ βίου καὶ τοῦ ἔργου τοῦ
Κυρίλλου Καστανοφύλλη καταγράφεται ‒μικρῆς ἔκτασης μὲν ἀλλὰ ὑπαρκτή‒ σχέση του
μὲ τὸν Ἀναστάσιο Γόρδιο καὶ τὸ ἔργο
του. Ἔτσι, στὸ πόνημα τοῦ Κυρίλλου «Ἱερὰ
Διήγησις» (κώδ. 3), γραμμένη ἐξ
ὁλοκλήρου ἀπ’ αὐτόν, καταχωρίζεται τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας δαιμονοπλήκτου ἀπὸ τὴν
Παναγία, μὲ τὴ συμβουλευτικὴ συνδρομὴ τοῦ Γορδίου. Ἀκόμη, στὸ Κτηματολόγιο τῆς μονῆς Προυσοῦ (κώδ.
42), ἔργο ἐπίσης τοῦ Κυρίλλου, καὶ συγκεκριμένα στὸν κατάλογο τῶν χειρογράφων
καὶ ἐντύπων βιβλίων του, στὶς σελίδες 855 καὶ 856, καταχωρίζονται τρία χειρόγραφα
μὲ ἔργα τοῦ Ἀναστασίου Γορδίου· ἔνδειξη τοῦ ἐνδιαφέροντος τοῦ Κυρίλλου γιὰ ἐκκλησιαστικὰ
ἀλλὰ καὶ ἐσχατολογικά-προφητολογικὰ ἔργα ἑνὸς σεβάσμιου Ἀγραφιώτη. Τέλος, ὁ κώδικας
693 τῆς Ἱ. Μ. Παντελεήμονος Ἁγ. Ὄρους, μὲ ἐπιστολὲς λογίων τῆς Τουρκοκρατίας
(μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τοῦ ἰδίου τοῦ Ἀναστασίου) ἀλλὰ καὶ μὲ Ἠθικὰ καὶ
Θρησκευτικὰ κείμενα ‒γραμμένος σὲ μεγάλο μέρος του ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Γόρδιο‒,
πιθανολογεῖται πὼς μεταφέρθηκε στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὴν ἀνωτέρω Μονή, ὅπου καὶ σήμερα βρίσκεται, ἀπὸ τὸν Κύριλλο
Καστανοφύλλη, καθὼς ἦταν ἡ Μονὴ τῆς ἀσκήσεώς του καὶ διατηροῦσε στενὴ πνευματικὴ
σχέση μὲ αὐτήν.
Παρθέτουμε, ὅπως περιγράφεται στὴν «Ἱερὰ
Διήγηση» τοῦ Κυρίλλου Καστανοφύλλη, τὸ περιστατικὸ τῆς συμβολῆς τοῦ Ἀναστασίου
Γορδίου στὴ θεραπεία ἀπὸ τὴν Παναγία, δαιμονησθέντος
νέου, στὴ μονὴ Προυσοῦ:
«Τὸν αὐτὸν δὲ καιρὸν ἕνας νέος, υἱὸς πλουσίου τινὸς ἐκ χώρας Μεσολογγίου
ἐδαιμονίζετο. Τοῦτον ἔφεραν οἱ συγγενεῖς αὐτοῦ εἰς τὴν Θεοτόκον νὰ ἰατρευθῇ, ἔπειτα
νὰ μείνῃ εἰς τὸ Μοναστήριον νὰ γένῃ καλόγηρος. Τοιοῦτον δὲ φοβερὸν δαιμόνιο εἶχεν
ὥστε μὲ τὸ στόμα αὐτοῦ τοῦ πάσχοντος ὡμιλοῦσεν αὐτὸ ἔσωθεν, καὶ πολλάκις ἐφανέρωνεν
εἰς τοὺς παρόντας τὰ μακρὰ κὰι ἀπόντα. Μίαν δὲ τῶν ἡμερῶν ἐβουλήθησαν οἱ πατέρες τῆς Μονῆς νὰ στείλουν εἰς τὸν
σοφώτατον Ἀναστάσιον Γόρδιον, νὰ τὸν ἐρωτήσουν, νὰ ὑπάγῃ νὰ ἰδοῦν
τί τοὺς συμβουλεύει περὶ τούτου. Ὅθεν ἕνας νέος, Δημήτριος ὀνόματι,
ὡς φίλος τοῦ πατρὸς τούτου τοῦ πάσχοντος, ἐπῆγε μόνος του εἰς τὸν Γόρδιον νὰ τὸν
ἐρωτήσῃ, ὁ δὲ σοφώτατος ἐκεῖνος τῳόντι διδάσκαλος, ἀπεκρίθη Εὐαγγελικῶς εἰς αὐτόν,
καὶ εἶπε μὲ πρῶτον λόγον· «Τοῦτο τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται, εἰμὴ ἐν προσευχῇ καὶ
νηστείᾳ». Ἀφοῦ δὲ ἐγύρισεν ὁ ῥηθεὶς Δημήτριος ὀπίσω, πρὶν νὰ φθάςῃ εἰς τὴν
Μονήν, ἐβγῆκεν ὁ δαιμονιζόμενος ἀπὸ τὸ Κελλίον τῶν ἀσθενῶν, καῖ λέγει εἰς τοὺς
πατέρας· «Ὁ ἄνθρωπος τὸν ὁποῖον ἐστείλατε νὰ ἐρωτήςῃ διὰ ἐμένα κάτω εἰς τὸν
ποταμὸν εἶναι ὅπου ἔρχεται, καὶ ἐβγᾶτε νὰ τὸν ἐρωτήσετε νὰ ἰδῆτε τί τοῦ εἶπεν ἐκεῖνος
ὁ χαϊμένος διὰ λόγου μου». Αὐτὰ ἔλεγε τὸ δαιμόνιον. Μετὰ δὲ ὥραν ἦλθε καὶ ὁ
Δημήτριος, οἱ δὲ ἀδελφοὶ ἠπόρησαν διὰ τὸ τοιοῦτον. Μετὰ ταῦτα ἐποίησαν καὶ αὐτοὶ
κατὰ τὴν ἀπόκρισιν τοῦ δασκάλου, ἢ μᾶλλον εἰπεῖν κατὰ τὸν Εὐαγγελικὸν λόγον· καὶ
πρῶτον μὲν ἔβαλαν δίαιταν εἰς τὸν πάσχοντα τὴν παθοκτόνον καὶ δαιμονοκτόνον
νηστείαν, καὶ τοῦ ἔδιδαν κάθε τρεῖς ἡμέρας ὀλίγον ψωμὶ καὶ νερόν, καὶ οὐδὲν ἄλλο,
ἕως ὅτου ἐφθάρη ὅλον τὸ πρῶτον κάλλος τοῦ σώματός του. Ἔπειτα τὸν ἐπρόσταξαν ὅταν
ἔχῃ ὀλίγον τὸν νοῦν του νὰ προσεύχεται εἰς τὸν Ἰησοῦν, καὶ εἰς τὴν Θεοτόκον, ἐν
ἀδιστάκτῳ καρδίᾳ καὶ πίστει, ποιοῦντες καὶ αὐτοὶ παρακλήσεις ὑπὲρ αὐτοῦ τὸ κατὰ
δύναμιν. Ὄθεν εἰς ὀλίγον καιρόν, χάριτι τῆς Θεοτόκου, ἠλευθερώθη τελείως ἀπὸ ἕνα
τοιοῦτον δαιμόνιον, τόσον ὥστε ἔγεινεν ἕνα φρονιμώτατος καὶ στοχαστικώτατος ἄνθρωπος.
Ὕστερον ὅμως δὲν ἠθέλησεν νὰ φυλάξῃ τὴν ὑπόσχεσιν, ἀλλ’ ἠθέλησε νὰ ὑπάγῃ εἰς τὴν
πατρίδα του, νὰ ὑπανδρευθῇ. Ὅθεν ἐν μιᾷ τῶν ἡμερῶν ἔκαμεν ἀφ’ ἑσπέρας ἕτοιμα τὰ
ῥοῦχα του, καὶ δύο μουλάρια, διὰ νὰ ἀναχωρήσῃ τὸ πρωΐ. Κατὰ δὲ τὴν νύκταν ἐκείνην
τὸν ἔπιασεν ἕνα δεινὸν κόψιμον τῆς καρδίας, καὶ ἕως τὴν ἄλλην ἡμέραν ἀντὶ νὰ ὑπάγῃ
εἰς τὴν πατρίδα του παρέδωκε τὴν ψυχὴν καὶ ἀπῆλθε εἰς ἄλλην πατρίδα τὴν ᾀεὶ
διαμένουσαν· οἷς κρίαμασιν Κύριος μόνον οἶδεν».
Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης
Καλορρίζικη καὶ μὲ εὐλογημένη συνέχεια ἡ σελίδα. Τὴ χρειαζόταν ὁ ἱστορικὸς αὐτὸς τόπος. Ἀναμένουμε κι ἄλλες ἀναρτήσεις....π.κ.ν. καλλιανός, σκοπελος
ΑπάντησηΔιαγραφή