Ἑλληνομουσεῖον (τό). Ὀνομασία διδομένη πολλαχοῦ, ἐπὶ Τουρκοκρατίας, εἰς τὰ σχολεῖα ἀνωτέρων πως σπουδῶν. Περί «κοινῶν ἑλληνομουσείων ἐπ᾿ ὠφελείᾳ τοῦ γένους κοινῇ» γίνεται λόγος καὶ ἐν σιγιλλίῳ τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Γρηγορίου Ε', ἐκδοθέντι κατ᾿ Αὔγουστον τοῦ 1819.


Σ᾿ αὐτὸν τὸν διαδικτυακὸ χῶρο, ποὺ ἀπευθύνεται στοὺς φίλους τῆς χώρας τῶν Ἀγράφων, φιλοξενοῦνται κείμενα, ἄρθρα, μελέτες, ἀνακοινώσεις, βιβλία εἰκόνες, ταινίες ποὺ ἀφοροῦν ἢ παραπέμπουν στὴν ἱστορία, τὸν πολιτισμό, τὶς παραδόσεις, τὸ φυσικὸ περιβάλλον τοῦ ἱστορικοῦ χώρου τῶν Ἀγράφων, ὅπως αὐτὸς ἦταν γνωστὸς στὴν ὕστερη βυζαντινὴ ἀλλὰ καὶ μεταβυζαντινὴ ἐποχή. Σκοπὸς τῆς δημιουργίας του εἶναι νὰ γίνουν γνωστὰ καὶ νὰ ἀναδειχθοῦν, κατὰ τὰς δυνάμεις ἡμῶν, ὅλα ἐκεῖνα τά ‒ἀνὰ τοὺς αἰῶνες‒ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τοῦ τόπου μας καὶ τῶν ἀνθρώπων του.

Παρασκευή 12 Δεκεμβρίου 2025

ΤΟ ΚΟΜΠΟΣΧΟΙΝΙ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΩΡΑΪΤΙΔΗ*

 ''Εἶχα περασμένο στὸ δεξί μου χέρι τὸ κομβοσχοῖνι...''

                                                 Ἀλέξ. Μωραϊτίδης


Ὁ Ἀλέξ.Μωραϊτίδης, ὡς μοναχὸς Ἀνδρόνικος
τὸν Ὀκτ. τοῦ 1929 (Ἀρχεῖο Merlier). 

Στὶς 14 Ἰανουαρίου 1921ἀπονέμεται, μὲ Β. διάταγμα, στὸν Ἀλέξανδρο Μωραϊτίδη
(Σκιάθος 1850 – 1929) τὸ ἐθνικὸ ἀριστεῖο τῶν γραμμάτων καὶ τῶν τεχνῶν, κυρίως γιὰ τὴν ἔκδοση τοῦ Α΄τόμου τῶν «Διηγημάτων» του ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις «Σιδέρη» ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸ σύνολο τοῦ λογοτεχνικοῦ του ἔργου. Τὸ διάταγμα ἀπονομῆς δημοσιεύτηκε στὶς 21 Μαρτίου.

Μετὰ ἀπὸ λίγες ἡμέρες, στὶς 17 Ἰανουαρίου 1921 δημοσιεύται χρονογράφημα τοῦ Στέφανου Δάφνη, στὴν ἐφημερίδα Ἀθῆναι, μὲ τίτλο: «Πρόσωπα καὶ πράγματα. Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης». Ὁ Στ. Δάφνης, φίλος τοῦ Μωραϊτίδη, τὸν ἐπισκέπτεται στὸν τόπο κατοικίας του, στὴν ὁδὸ Καποδιστρίου 12 στὴν Ἀθήνα· σὲ ἕναν χῶρο ποῦ θύμιζε ὅπως τὸ περιγράφει ὁ Δάφνης, περισσότερο μοναχικὸ κελλίον παρὰ κοσμικὴ κατοικία. Ἡ ἐπίσκεψη γίνεται μὲ ἀφορμὴ τὴν ἔκδοση τῶν «Διηγημάτων» του, ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Σιδέρη, ἡ ὁποία πραγματοποιήθηκε μετὰ ἀπὸ προτροπὴ καὶ παραίνεση τοῦ Δάφνη πρὸς τὸν Μωραϊτίδη, σὲ παλαιότερες ἐπισκέψεις του στὸν χῶρο. Σ’ αὐτὴν ἐπίσκεψη τοῦ Δάφνη ὁ Μωραϊτίδης ἀναφέρεται, διηγεῖται «ἓν τρομακτικτὸν ὄνειρόν [...] τὸ ἐνύπνιόν του», ὅπου ἀναφέρει μεταξὺ ἄλλων καὶ τὸ «κομβοσχοῖνι του», τὸ ὁποῖο συνήθιζε νὰ φορᾷ ἀπὸ τὸ1907, ὅταν σὲ ἀτύχημα στὸ Μέγα Σπήλαιο τῶν Καλαβρύτων, ὑπέστη καταγμα χειρὸς καὶ ποδός. Σημειώνει σχετικὰ ὁ Στ. Δάφνης:

 

«Μετὰ τὴν ἔκδοσιν, λοιπόν, τῶν «Διηγημάτων» εὑρῆκα τὸν συγγραφέα πολὺ μεταμελημένον. Εἶχε ἰδεῖ ἕνα τρομακτικὸν ὄνειρον, ποὺ τὸν εἶχε ἀναστατώσει. Ἐκάθησα κοντά του εἰς τὸν παλιὸν καναπὲν καὶ ὑπὸ τὸ λυκόφως τῆς ἐπερχομένης ἑσπέρας μοῦ διηγήθη τὸ ἐνύπνιόν του, ἐνῷ εἰς τὸ βάθος μιὰ γρηούλα κουβαριασμένη εἰς ἕνα σκαμνί, καμμιὰ εὐσεβὴς ἐνορίτισσα ἴσως, ἤκουε κι ἐκείνη.

Εἶδα εἰς τὸν ὕπνο μου ὅτι τὰ μεσάνυχτα ἐξύπνησα καὶ ἤθελα νὰ βγῶ ἔξω.

Εἶχα περασμένο στὸ δεξί μου χέρι τὸ κομβοσχοῖνι ὅπως τὸ συνειθίζω ἀπὸ τὸν καιρὸ ποὺ ἔπεσα καὶ ἔσπασα τὸ χέρι μου. Ἐβγῆκα, λοιπόν, λέει, ἔξω ἀλλὰ μόλις ἐπροχώρησα στὸ διάδρομο ἀντίκρυσα μιὰ γυναῖκα μαυροφορεμένη ἡ ὁποία χύνεται καὶ μοῦ ἁρπάζει τὸ κομβοσχοῖνι. Ἔβαλα δυνατὲς φωνές».

— Τὸ κομβοσχοῖνι μου, τὸ κομβοσχοῖνι μου ἐφώναξα. Μὰ ἡ μαυροφόρα χάθηκε σὰν καπνός. Κι ἐγὼ ἀπὸ τὴν ταραχή μου ξύπνησα καὶ τὰ μάτια μου ἤτανε γεμᾶτα δάκρυα. Τὸ ὄνειρο εἶναι σημαντικό. Καταλαβαίνεις βέβαια τί σημαίνει.

Ἔμπαινα εἰς τὴν σκέψιν τοῦ χριστιανοῦ συγγραφέως. Ἡ μυστηριώδης γυναῖκα τοῦ ἐνυπνίου παρίστανε τὴν θείαν ὀργήν, ἡ ὁποία ἦλθε νὰ τοῦ ἀφαιρέσῃ τὴν ἁγιότητα τὴ συμβολιζομένην μὲ τὸ κομβολόγιον. Διότι ἡ ἐπάνοδός του εἰς τὰ ἐγκόσμια μὲ τὴν ἔκδοσιν τῶν «Διηγημάτων» διέκοψε τάχα τὴ ψυχικήν του προσήλωσιν πρὸς τὸν οὐρανόν. Καὶ ὁ ἀναχωρητὴς ἦτο λυπημένος διότι ἀφέθη νὰ παρασυρθῇ.»

Τὸ κομποσχοῖνι τοῦ Ἀλεξ. Μωραϊτίδη.
Ὁ Δάφνης, στὸ χρονογράφημά του, προτρέπει τὸν Μωραϊτίδη νὰ ἀφήσει –προσωρινὰ τοὐλάχιστον‒ τὸ κελλί του, τὸ κομποσχοῖνι του, τὸ καλογερικὸ κουκκούλιό του καὶ νὰ παραστῇ στὴν τελετὴ βραβεύσεώς του:

«Ἀπὸ τῆς χθὲς ὁ Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης ἔχει καὶ τὴν ἐπίσημον ἐπιβράβευσιν τῶν μακρῶν λογοτεχνικῶν ἀγώνων. Ἡ Ἐπιτροπὴ τὸν ἔκρινεν ἄξιον τοῦ Ἀριστείου. Θὰ γίνῃ μία κοσμικὴ ἑορτὴ εἰς τὴν Σιναίαν Ἀκαδημίαν, ὅπου θὰ παραστῇ ὁ κ. Ὑπουργὸς Παιδείας, ἄλλοι ἐπίσημοι μὲ ρεδιγκότας ἢ φράκα, λόγιοι, δημοσιογράφοι, καθηγηταὶ Πανεπιστημίου, κυρίαι, δεσποινίδες. Ὁ λευκόθριξ ἐρημίτης θὰ ὑποχρεωθῇ ν’ ἀφήσῃ τὴν ἡμέραν ἐκείνην τὸ κελλί του, τὸ Ἁγιορείτικον κομβολόγι του, τὸ μαῦρο του σκουφάκι καὶ νὰ παραστῇ εἰς τὴν μεγάλην αἴθουσα ἐν ἐπισήμῳ περιβολῇ. Ἐκεῖ θ’ ἀκούσῃ τὸν συνάδελφόν του Ἀριστέα ν’ ἀναλύῃ τὸ λογοτεχνικόν του ἔργον καὶ νὰ τοῦ πλέκῃ ἐγκώμια. Ἔπειτα ὁ κ. Ὑπουργὸς θὰ τοῦ φορέσῃ εἰς τὸν λαιμὸν τὴν χρυσῆν ἅλυσιν μὲ τὸ σμαλτωμένον μετάλλιον, ἐνῷ οἱ παριστάμενοι θὰ χειροκροτοῦν καὶ αἱ κυρίαι θὰ λέγουν "Μπράβο". Ἀκολούθως θὰ ὑποχρεωθῇ νὰ ὁμιλήσῃ καὶ αὐτός, συμφώνως πρὸς τὸ καθιερωμένον Ἀκαδημαϊκὸν ἔθιμον, διὰ τὸ ἔργον τοῦ ἐκλιπόντος πέρισυ Ἀριστέως. Καὶ θ’ ἀκουσθοῦν νέα χειροκροτήματα θὰ τοῦ σφίξουν τὸ χέρι ὅλοι καὶ πρῶται αἱ γαντοφορεμέναι κυρίαι. Ταλαίπωρε φίλε. Συλλογίζομαι τὴν ψυχικήν σου τρικυμία διὰ τὴν νέαν συμφορὰν ποὺ σὲ βρῆκε. Ἀπόψε τὴν ὥραν ποὺ οἱ καμπᾶνες τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς θὰ σημαίνουν τὸν ἑσπερινόν καὶ ἡ καμαρούλα σου θὰ εὐωδιάζῃ μοσχολίβανον θὰ ἔλθω νὰ σὲ παρηγορήσω. Θὰ προσευχηθῶμεν μαζὶ διὰ νὰ σὲ ἐνισχύσῃ ὁ Κύριος εἰς τὴν νέαν δοκιμασίαν».

Τὸ κομποσχοῖνι τοῦ Ἀλέξ. Μωραϊτίδη.(λεπτομέρεια)

Σήμερα, τὸ μοναχικὸ κομβοσχοῖνι τοῦ Μωραϊτίδη σώζεται στὴν κατοχὴ τοῦ σκιαθίτη ναυλομεσίτη Γεωργίου Χρήστου. Το μωραϊτιδικὸ αὐτὸ κειμήλιο, μαρτυρία τῆς ἀναχωρητικῆς του διάθεσης καὶ ἀπόφασης, περιῆλθε
μαζὶ μὲ ἄλλα κατάλοιπα τοῦ ἀρχείου τοῦ ἰατροῦ Σταματίου Βιδελινῆ στὴν κατοχὴ τοῦ φιλογενοῦς Γ. Χρήστου, ἀπὸ τὸν ἀνεψιὸ ἐξ ἀδελφῆς (Ἑλένης) τοῦ Σταματίου, τὸν ἐπίσης ἰατρό, Γεώργιο Σουσώνη. Ὁ Σταμάτιος Ι. Βιδελινῆς (1900 - 1932) ὑπῆρξε θεράπων ἰατρὸς τοῦ Ἀλεξ. Μωραϊτίδη στὴ Σκιάθο, καὶ εἶναι αὐτὸς ὁ ὁποῖος ὑπογράφει τὴν ληξιαρχικὴ πράξη θανάτου τοῦ Μωραϊτίδη στὶς 25 Ὀκτ.1929.

Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης

 

Υ.Γ.: Σὲ κάποια συνάντησή μας μὲ τὸν κ. Χρήστου εἴχαμε τὴν τιμὴ νὰ ἰδοῦμε καί, μὲ συγκίνηση, νὰ ψαύσουμε τὸ κομποσχοῖνι τοῦ μοναχοῦ Ἀνδρόνικου.



*Πρώτη ἔντυπη δημοσίευση στὴν ἐφημερ. Χρονικὰ Δυτικῆς Μακεδονίας, φ. 1147, 12/12/2025, σ. 15.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου