Ἑλληνομουσεῖον (τό). Ὀνομασία διδομένη πολλαχοῦ, ἐπὶ Τουρκοκρατίας, εἰς τὰ σχολεῖα ἀνωτέρων πως σπουδῶν. Περί «κοινῶν ἑλληνομουσείων ἐπ᾿ ὠφελείᾳ τοῦ γένους κοινῇ» γίνεται λόγος καὶ ἐν σιγιλλίῳ τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Γρηγορίου Ε', ἐκδοθέντι κατ᾿ Αὔγουστον τοῦ 1819.


Σ᾿ αὐτὸν τὸν διαδικτυακὸ χῶρο, ποὺ ἀπευθύνεται στοὺς φίλους τῆς χώρας τῶν Ἀγράφων, φιλοξενοῦνται κείμενα, ἄρθρα, μελέτες, ἀνακοινώσεις, βιβλία εἰκόνες, ταινίες ποὺ ἀφοροῦν ἢ παραπέμπουν στὴν ἱστορία, τὸν πολιτισμό, τὶς παραδόσεις, τὸ φυσικὸ περιβάλλον τοῦ ἱστορικοῦ χώρου τῶν Ἀγράφων, ὅπως αὐτὸς ἦταν γνωστὸς στὴν ὕστερη βυζαντινὴ ἀλλὰ καὶ μεταβυζαντινὴ ἐποχή. Σκοπὸς τῆς δημιουργίας του εἶναι νὰ γίνουν γνωστὰ καὶ νὰ ἀναδειχθοῦν, κατὰ τὰς δυνάμεις ἡμῶν, ὅλα ἐκεῖνα τά ‒ἀνὰ τοὺς αἰῶνες‒ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τοῦ τόπου μας καὶ τῶν ἀνθρώπων του.

Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2020

ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ «ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΒΡΑΓΓΙΑΝΑ (ΕΛΛΗΜΟΜΟΥΣΕΙΟΝ ΑΓΡΑΦΩΝ)*

 

Εἴκοσι χρόνια κυκλοφορίας τῆς ἐφημερίδας (2000-2020)

στορικὸ ἔντυπο μπορεῖ πλέον νὰ θεωρεῖται ἡ ἐφημερίδα «ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΒΡΑΓΓΙΑΝΑ (ΕΛΛΗΜΟΜΟΥΣΕΙΟΝ ΑΓΡΑΦΩΝ, καθὼς μὲ τὸ φύλλο 80 (Ὀκτ.-Νοε.-Δεκ. 2019) συμπληρώνονται εἴκοσι συναπτὰ ἔτη κυκλοφορίας του. Ἤδη κυκλοφόρησε, τὸ προηγούμενο τρίμηνο, τὸ φ. 81 καὶ τώρα μὲ τὸ παρὸν φ. 82  ἡ Ἐφημερίδα εἰσῆλθε γιὰ τὰ καλὰ στὸ 21ο ἔτος κυκλοφορίας της. Μὲ ἐκδότη τὸν ἐκπαιδευτικὸ Νίκο Ἀλεξάκη  τὸν πρῶτο, ἱστορικὸ πρόεδρο τοῦ Συλλόγου Βραγγιανιτῶν «Ἀναστάσιος Γόρδιος» καὶ ἰδιοκτήτη τὸν ἴδιο Σύλλογο, τὸ λιτὸ Ἀγραφιώτικο ἐνημερωτικὸ ἔντυπο κυκλοφορεῖ ἀνελλιπῶς κάθε τρίμηνο. Αὐτὰ τὰ εἴκοσι χρόνια ἔχει κερδίσει τὴ συμπάθεια, τὴν ἀναγνώριση καὶ τὴν ἐμπιστοσύνη ὄχι μόνο τῶν Μεγαλοβραγγιανιτῶν καὶ εὐρύτερα τῶν Ἀγραφιωτῶν ἀλλὰ καὶ ἄλλων φίλων καὶ συνεργατῶν τῆς Ἐφημερίδας ἀπὸ τὸν Ἑλλαδικὸ χῶρο καὶ τὴν ἀλλοδαπή.

Τὸ ἐμπροσθόφυλλο, τοῦ 1ου
φ. τῆς ἐφ.
"ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΒΡΑΓΓΙΑΝΑ



Ὅπως αὐτοπροσδιορίζεται,  ἀποτελεῖ «Ἐφημερίδα ἐπικοινωνίας καὶ ἐνημέρωσης τῶν Ἁπανταχοῦ Βραγγιανιτῶν Ἀγράφων» καὶ θεωρεῖται, ἴσως, τὸ κορυφαῖο ἔργο τοῦ Συλλόγου «Ἀναστάσιος Γόρδιος» στὰ 41 καὶ πλέον ἔτη λειτουργίας καὶ δράσης του καὶ φυσικὰ ἀξίζουν πολλοὺς ἐπαίνους τὰ μέλη τοῦ Δ.Σ. τοῦ Συλλόγου ποὺ εἶχαν τὴν πρωτοβουλία καὶ ἔλαβαν αὐτὴν τὴν τόσο σημαντικὴ καὶ οὐσιαστικὴ γιὰ τὸν τόπο μας ἀπόφαση. Συγκεκριμένα, βάσει τοῦ βιβλίου Πρακτικῶν τοῦ Συλλόγου «Ἀναστάσιος  Γόρδιος», τὸ Δ. Σ. τοῦ Συλλόγου στὴ συνεδρίαση τῆς 8ης Μαρτίου 2000, μεταξὺ ἄλλων,ἀποφασίζει:

«τὴν ἔκδοση τριμηνιαίας ἐφημερίδας ἐνημέρωσης καὶ ἐπικοινωνίας τῶν ἁπανταχοῦ Βραγγιανιτῶν Ἀγράφων Εὐρυτανίας μὲ τίτλο ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΒΡΑΓΓΙΑΝΑ καὶ σὲ παρένθεση (ΕΛΛΗΝΟΜΟΥΣΕΙΟΝ ΑΓΡΑΦΩΝ), μὲ τὴν συνεργασία καὶ οἰκονομικὴ συμμετοχὴ ὅλων τῶν Συλλόγων τοῦ χωριοῦ...

Ἀφοῦ συντάχτηκε τὸ παρὸν πρακτικὸ ὑπογράφεται ὣς ἕπεται:

Νίκος Ἀλεξάκης, πρόεδρος καὶ τὰ μέλη: Τσιώλης Χαράλαμπος, Τσιώλης Δημήτριος, Ἰωάννου-Νταλλῆ Εἰρήνη»

 

Ἀλλὰ καὶ στὰ Διοικητικὰ Συμβούλια ὅλων αὐτῶν τῶν εἴκοσι ἐτῶν ἀξίζουν ἔπαινοι, καθὼς συνέχισαν μὲ συνέπεια καὶ ἐπιμέλεια τὴν ἔκδοση τῆς Ἐφημερίδας, παρὰ τὸ γεγονὸς πὼς ὁ Σύλλογος  πέρασε πολλὲς δυσκολίες, καὶ ἴσως ἀκόμη, λειτουργεῖ καὶ δρᾶ ἀντιμετωπίζοντας πολλὰ ἐμπόδια στὸ ἔργο του: ἀπὸ τὴν ἐσωστρέφεια καὶ τὶς συμπληγάδες τῆς διχόνοιας καὶ τῆς πολυδιάσπασης, ποὺ χαρακτηρίζει τὴ συλλογικὴ πολιστιστικὴ δραστηριότητα στὸν τόπο μας. Ὁ Σύλλογος, ποὺ ἔχει τὴν μεγάλη τιμὴ καὶ εὐλογία νὰ φέρει στὴν ἐπωνυμία του τὸ ὄνομα τοῦ Ἀγραφιώτη λογίου ἱερομονάχου, τοῦ Μεγαλοβραγγιανίτη Ἀναστασίου Γορδίου, κατάφερε αὐτὰ τὰ "πέτρινα" χρόνια, νὰ παραμείνει "ζωντανός" νὰ σταθεῖ στὸ ὕψος του, καὶ παρὰ τὴν προσδοκία αὐτῶν, ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ χαρακτηρισθοῦν ὡς "κακῶν παρακλήτορες", ἔχει κατακτήσει εὐρύτατη ἀναγνώριση, ἐκτίμηση καὶ σεβασμὸ· καὶ ὄχι μόνο σὲ τοπικὸ ἐπίπεδο.



Ἡ τριμηνιαία αὐτὴ περιοδικὴ ἔκδοση ξεκίνησε ὡς ὀκτασέλιδη, σὲ ἀσπρόμαυρο χαρτὶ 29Χ41 ἑκ. καὶ τυπωνόταν στὶς Γραφικὲς Τέχνες  Κ. Πετρούλιας & Υἱοί, ἐνῶ σήμερα, καὶ ἀπὸ τὸ 2005, κυκλοφορεῖ ὡς ὀκτασέλιδη μὲ διαστάσεις 24,5Χ35,5 ἀπὸ τὶς «Ἐκδόσεις-Γραφικὲς Τέχνες Καρπούζη Ἀριστέα καὶ Υἱοί». Κατὰ καιροὺς ἔχουν κυκλοφορήσει καὶ δωδεκασέλιδα φύλλα καὶ ἐλάχιστα τετρασέλιδα καθὼς καὶ ἕνα δεκαεξασέλιδο.


Ἕνα μικρὸ θαῦμα λοιπόν εἶναι ἡ ἔκδοση καὶ κυκλοφορία αὐτοῦ τοῦ Ἀγραφιώτικου φύλλου, στὴν πραγματοποίηση τοῦ ὁποίου συνέβαλλαν ἀποφασιστικὰ οἱ συνδρομητές, ὑποστηρικτὲς καὶ συνεργάτες του, οἱ ὁποῖοι μὲ τὶς συνδρομές τους καὶ τὶς χορηγίες του κρατοῦν ζωντανὴ αὐτὴν τὴ φλόγα ἐνημέρωσης τῶν Ἀγράφων. Τὸ ἔντυπο πάντα στηριζόταν καὶ στηρίζεται σ ’αὐτοὺς τοὺς πόρους καὶ συνειδητὴ ἐπιλογὴ ἦταν καὶ εἶναι νὰ μὴν δέχεται ἄλλου εἴδους καὶ προελεύσεως οἰκονομικὲς συνδρομὲς παρὰ νὰ στηρίζεται ἀποκλειστικὰ στοὺς ἀναγνῶστες του καὶ τοὺς ὑποστηρικτές του.

Ἀκόμη, ἰδιαίτερη μνεία πρέπει νὰ γίνει στὸν ἀφυπηρετήσαντα ἱερέα τοῦ τόπου μας π. Παναγιώτη Τσιώλη, ὁ ὁποῖος στὶς ἰδιαίτερα δύσκολες, ἀκόμη καὶ γιὰ τὴν ὕπαρξη τοῦ Συλλόγου καὶ κατὰ συνέπεια τῆς ἔκδοσης τῆς Ἐφημερίδας, ἐποχές, στήριξε μὲ τὴν ἀρωγὴ καὶ τὴ συμπαράστασή του αὐτὸ τὸ ταπεινὸ ἔντυπο καὶ τὸν Σύλλογο ποὺ τὸ ἐκδίδει.

Θέλουμε νὰ πιστεύουμε πὼς ἡ ἐφ. ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΒΡΑΓΓΙΑΝΑ ἔχει μιὰ εὐπρόσωπο παρουσία καὶ ἀποδοχὴ εὐρύτερη καὶ ὅτι τὰ 83 φύλλα του, οἱ περίπου 700 σελίδες της, ἀποτελοῦν ἱστορικὴ καὶ πολιτιστικὴ παρακαταθήκη γιὰ τὶς παροῦσες ἀλλὰ καὶ τὶς ἑπόμενες γενιὲς. Τὸ περιεχόμενο τῆς Ἐφημερίδας, μὲ τὴν εὐγενῆ συνδρομὴ τῶν συντακτῶν καὶ ἀρθρογράφων της, γίνεται μέριμνα πάντα νὰ περιλαμβάνει πρωτότυπα καὶ Ἀγραφιωτοκεντρικὰ θέματα, ὅπως ἄλλωστε προβλέπεται ἀπὸ τοὺς στόχους καὶ τὶς φιλοδοξίες τοῦ ἰδιοκτήτη Συλλόγου, γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ σταθεῖ ἐπάξια στὸν δύσκολο αὐτὸν  χῶρο τῆς ἐνημέρωσης, ἰδιαίτερα στὴν ἐποχή μας, ποὺ κυριαρχεῖ ὁ ἄϋλος ἠλεκτρονικὸς τρόπος κυκλοφορίας καὶ ἀνάγνωσης, ἀπὸ διαδικτυακοὺς τόπους καὶ μέσα κοινωνικῆς δικτύωσης.   

T 2010, ὅταν συμπληρώθηκαν δέκα χρόνια κυκλοφορίας τῆς Ἐφημερίδας, μὲ πρωτοβουλία καὶ δαπάνη τοῦ Συλλόγου ἐκδόθηκε ψηφιακὸς δίσκος (cd) μὲ τὰ 41 πρῶτα φύλλα τῆς Ἐφημερίδας, ποὺ διανεμήθηκε ὡς προσφορά, φίλεμα σὲ μέλη καὶ φίλους τοῦ Συλλόγου καὶ τῶν Ἀγράφων. Τὸ cd ἦταν, ὅπως λέγεται στὴ γλώσσα τῶν ἠλεκτρονικῶν μέσων ἀντιγραφῆς καὶ ἀναπαραγωγῆς, "ἀνοικτό" καὶ μπορεῖ ὁ κάθε συνδρομητὴς νὰ προσθέτει τὸ κάθε νέο φύλλο τῆς Ἐφημερίδας ποὺ λαμβάνει, ἀφοῦ δημιουργήσει, μὲ σάρωση, ἕνα ψηφιακὸ ἀντίγραφο.

Ἐπίσης, καταλυτικὴ στὴν νέα βελτιωμένη ἔκδοση τῆς Ἐφημερίδας ὑπῆρξε, τὴν τελευταία δεκαπενταετία, ἡ συμβολή μὲ τὴν ἀπὸ κάθε πλευρὰ ἄψογη καὶ γόνιμη συνεργασία τῆς Ἀριστέας Καρπούζη, ἡ ὁποία, μαζὶ μὲ τὰ παιδιά της Κωνσταντῖνο καὶ Ἄρη, ἀποτελοῦν  τὸ προσωπικὸ ποὺ διευθύνει τὶς φιλογενεῖς «Ἐκδόσεις-Γραφικὲς Τέχνες, Ἀριστέα Καρπούζη καὶ Υἱοί». 

Τέλος, τὸ νῦν Δ.Σ. τοῦ Συλλόγου ἀποφάσισε, κατ’ ἀπαίτησιν πολλῶν συνδρομητῶν, τὴν ἔγχρωμη ἔκδοση τῆς Ἐφημερίδας. Ἤδη τὰ δύο τελευταῖα φύλλα ἔχουν αὐτὴ τὴ μορφὴ. Τὸ ἐκδοτικὸ κόστος εἶναι, βέβαια, ἀρκετὰ αὐξημένο, ἀλλὰ ἡ Διοίκηση τοῦ Συλλόγου εὐελπιστεῖ πὼς οἱ συνδρομητὲς τῆς Ἐφημερίδας θὰ ἀνταποκριθοῦν στὶς νέες οἰκονομικὲς ἀπαιτήσεις τῆς ἔκδοσης, γιὰ τὴ συνέχιση τῆς κυκλοφορίας σὲ αὐτὴ τὴν μορφή.

Κων. Σπ. Τσιώλης

*Μπορεῖτε νὰ δεῖτε σὲ ἀρχεῖο PDF τὰ 21 πρῶτα φύλλα τῆς ἐφημερίδας

ἐδῶ



Παρασκευή 23 Οκτωβρίου 2020

Ἐκδημία Ἀλεξάνδρου Μωραϊτίδη (Παρασκευή, 25 Ὀκτ. 1929)*

 Ἐκ κακῆς χρήσεως τοῦ κηλεπιδέσμου...; 

Μετὰ τὴν πιστοποίηση τοῦ θανάτου τοῦ Ἀλεξάνδρου Μωραϊτίδη, στὶς 12 τὸ μεσημέρι τῆς Παρασκευῆς 25 Ὀκτωβρίου 1929, ἀπὸ τὸν νεαρὸ λόγιο-ἰατρὸ  τῆς Σκιάθου Σταμάτιο Βιδελινῆ (Σκιάθος 1900-1932), ὁ ἱστορικὸς κοινοτάρχης τῆς Σκιάθου Φιλοκλῆς Γεωργιάδης (1845-1936)  τηλεγραφεῖ τὸ γεγονὸς στὴν Ἀθήνα: στὴν Ἕνωση Συντακτῶν, στὴν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν καὶ στὸ Ὑπουργεῖο Παιδείας. Δύο ἡμέρες μετά, στὶς 17 Ὀκτ. 1929, ἀρθρογράφος τῆς ἐφημερίδος Ἑλληνική, ἀφοῦ πληροφορεῖται τὸ περιεχόμενο τοῦ τηλεγραφήματος, δημοσιεύσει ἀνωνύμως νεκρολογία γιὰ τὸν Ἀλέξανδρο Μωραϊτίδη. Τὸ δημοσίευμα καταχωρίζεται στὴ δεύτερη σελίδα τῆς ἐφ. Ἑλληνικὴ στὴ στήλη «Φιλολογικὰ πένθη» μὲ τίτλο «Ἀπέθανεν ὁ Ἀλέξ. Μωραϊτίδης. Ἕνας χριστιανὸς λογοτέχνης»  καὶ ὑπότιτλους,  «Ἡ ἐγκατάλειψις τῶν ἐγκοσμίων ‒Ἡ χειροτονία του εἰς μοναχόν ‒Ἡ ζωὴ καὶ τὸ ἔργον του».

Ὁ Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης
φωτογραφημένος ἀπὸ
τὸν Ὀκτάβιο Μερλιέ, ὡς
μοναχὸς Ἀνδρόνικος, στὴ
Σκίαθο, λίγες ἑβδομάδες πρὸ
τοῦ θανάτου του

Ὁ ἀνώνυμος ἀρθρογράφος ἀφοῦ κάνει  μιὰν ἁδρομερῆ περιγραφὴ τοῦ πνευματικοῦ ἔργου τοῦ Μωραϊτίδη συμπεραίνει πώς:

 

Ἡ θέσις τοῦ Ἀλεξάνδρου Μωραϊτίδη εἰς τὴν νεοελληνικὴν λογοτεχνίαν εἶναι ἐξαιρετική... ἡ ἐργασία τοῦ Μωραϊτίδη παρουσιάζει καὶ πολλὰ ἄλλα ἀξιολογώτατα προτερήματα, περιγραφικὴν ἱκανότητα, γλαφυρὰν ἀφήγησιν καὶ τύπους τῆς ἑλληνικῆς ζωῆς ἐξαιρετικῶς ἐνδιαφέροντας... τὸ ἔργον τοῦ Ἀλεξάνδρου Μωραϊτίδη εἶναι μία γενναία συμβολὴ εἰς τὴν δημιουργίαν νεοελληνικοῦ πεζοῦ λόγου..

Στὴν συνέχεια ἀναφέρεται στὴ γνωστὴ ὑποτίμηση τοῦ ἔργου καὶ τῆς προσφορᾶς τοῦ Ἀλεξάνδρου Μωραϊτίδη καὶ τὴ συγκριτικὴ ὑπεροχὴ τοῦ ἔργου τοῦ Ἀλεξάνδρου Παπαδιαμάντη ἔναντι ἐκείνου τοῦ τριτεξαδέλφου του καὶ ὁμοπατρίου του· ζήτημα ποὺ ἀπασχολεῖ, καὶ ταλανίζει ἴσως, τὴν Ἑλληνικὴ γραμματολογία μέχρι τὶς ἡμέρες μας:

 Παρ’ ὅλα αὐτὰ τὸ ἔργον τοῦ Μωραϊτίδη δὲν ἐξετιμήθη ὅπως τοῦ ἄξιζε. Οὔτε ἐσχολιάσθη ὅπως ἔπρεπε, οὔτε ἔγινε γνωστὸν εἰς τὸ μεγάλο ἀναγνωστικὸ κοινόν. Καὶ τοῦτο ὀφείλεται εἰς τὴν ἐργασίαν τοῦ συμπατριώτου του Ἀλεξάνδρου Παπαδιαμάντη, ἐργασίαν ἐμπνεομένην ἀπὸ τὰ ἰδανικὰ καὶ ἀφιερωμένην εἰς τὰ ἴδια περίπου θέματα, ἡ ὁποία ἐπροκάλεσε εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς τὴν προσοχὴν καὶ τὴν ἐκτίμησιν τοῦ διανοουμένου κόσμου τῆς Ἑλλάδος.

Ὁ Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης δὲν εἶναι ὑπερβολὴ νὰ λεχθῇ ὅτι ἐπεσκιάσθη ἀπὸ τὸν Ἀλέξανδρον Παπαδιαμάντην.

Τέλος, ὁ ἀρθρογράφος καταλήγει μὲ μία ἄγνωστη πληροφορία –χωρὶς νὰ παραθέτει  σχετικὴ πηγή– γιὰ τὴν αἰτία θανάτου τοῦ Μωραϊτίδη:

Ὁ θάνατος τοῦ Σκιαθίτου λογοτέχνου προῆλθεν ἐκ   κ α κ ῆ ς   χ ρ ή σ ε ως   τ ο ῦ   κ η λ ε π ι δ έ σ μ ο υ. [ ἡ ἀραιογράφηση δική μου]

Σταμάτιος Βιδελινῆς
(1900-1932)
[https://e-thessalia.gr]

 

Στὸ πιστοποιητικὸ θανάτου του, ποὺ ὑπογράφουν ὁ κοινοτάρχης Σκιάθου –μὲ τὴν ἰδιότητα τοῦ ληξιάρχου– Φιλοκλῆς Γεωργιάδης καὶ ὁ Σταμάτιος Ι. Βιδελινῆς –ὁ ὁποῖος ὡς ἰατρὸς καταθέτει τὴ σχετικὴ δήλωση– ἀναφέρεται πὼς ὁ θάνατός τοῦ Ἀλέξ. Μωραϊτίδη: «ἐπῆλθεν ἐκ γεροντικοῦ μαρασμοῦ». Ἐδῶ, ὁ Μωραϊτίδης μὲ τὸν θάνατό του "κατάφερε" νὰ φέρει κοντὰ τὸν λόγιο ἰατρὸ μὲ τὸν παλαίμαχο ἱστορρικὸ δημαρχο καὶ κοινοτάρχη, οἱ ὁποῖοι εἶχαν πολλὲς καὶ ἔντονες διαφωνίες σχετικὰ μὲ τὴ διαχείριση τῶν δημοτικῶν ὑποθέσεων τῆς Σκιάθου.

Ὅμως, ὁ γνωστὸς ἑλληνιστὴς φιλόλογος Ὀκτάβιος Μερλιέ (1897-1976) ὁ ὁποῖος τὴν ἐποχὴ ἐκείνη διέτριβε ἐν Σκιάθῳ, σὲ σχετικὸ δημοσίευμά του στὸν Ἀθηναϊκὸ Τύπο, λίγες μέρες μετὰ τὸ θάνατο Μωραϊτίδη δηλώνει ὡς αἰτίες θανάτου του, ἀφ’ ἑνὸς μὲν  τὴν κακὴ ὑγειονομικὴ κατάσταση τῶν Σποράδων, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μὴν εἶναι δυνατὴ ἡ ὀρθὴ καὶ ἐπιβεβλημένη γιὰ τὴν περίπτωση ἰατρικὴ φροντίδα παλαιοῦ τραύματος τοῦ Μωραϊτίδη μὲ ἀποτέλεσμα ὁ θάνατος νὰ ἐπέλθῃ ἀπὸ γάγγραινα, ἀφ’ ἑτέρου δὲ τὴν ἀδιαφορία τοῦ ἴδιου τοῦ Μωραϊτίδη γιὰ τὴν κατάσταση τῆς ὑγείας του, μία παραίτησή του, ἕνα εἶδος ἀναχωρητικῆς διάθεσής του:

Ὁ θάνατος τοῦ Μωραϊτίδη δὲν ὀφείλεται μόνον εἰς τὸ γῆρας, ἀλλὰ καὶ εἰς μίαν –ἀκουσίαν βεβαίως– αὐτοκτονίαν. Αἱ Βόρειοι Σποράδες εὑρίσκονται εἰς ἀξιοθρήνητον ἐγκατάλειψιν, καὶ ἐὰν ὁ ἐξάδελφος τοῦ Παπαδιαμάντη εἶχε μείνῃ εἰς τὰς Ἀθήνας, θ’ ἀπελαμβάνομεν ἀκόμη τὸ σιωπηλό του μειδίαμα, καὶ θὰ σενελέγαμε τὰς μικρὰς ἀλλὰ τόσον πολυτίμους ἀναμνήσεις του ἀπὸ τὴν παρελθοῦσαν γενεάν.

...Ὁ πτωχὸς Μωραϊτίδης, ὁ ὁποῖος εἶχε θραύσῃ τὴν κνήμην του πρὸ ὀλίγων ἐτῶν, ἔφθασεν εἰς τὴν Σκίαθον τὸν παρελθόντα Αὔγουστον, φέρων βαρυτάτην πληγήν, τὴν ὁποίαν μόλις εἶχε θεραπεύσῃ εἰς Ἀθήνας. Ὁ νέος ἰατρός, ὁ ὁποῖος τὸν ἐπεριποιήθη εἰς τὴν Σκίαθον, εὑρέθη ἀντιμέτωπος πρὸς τὴν ἀδιαφορίαν τοῦ γέροντος, ὅσον καὶ πρὸς τὸν κίνδυνον τῆς γαγγραίνης, καὶ ἐκαθάρισε μὲν ἐπιμελῶς τὴν πληγήν, ἐπείσθη ὅμως ὅτι ἦτο ἀπαραίτητος ἡ χειρουργικὴ ἐπέμβασις. Περὶ ἐγχειρήσεως οὔτε λόγος ἠδύνατο νὰ γίνῃ εἰς τὴν Σκίαθον, ἡ πληγὴ δὲν ἰάθη καί...γνωρίζετε τί ἐπηκολούθησε. Φαντασθῆτε τὴν σύγχυσι τῶν τελευταίων φίλων τοῦ Μωραϊτίδη, οἱ ὁποῖοι ἦσαν ἡ μόνη του οἰκογένεια, τοῦ νέου ἰατροῦ Βιδελινῆ καὶ τοῦ μεγαλόκαρδου ἱερέως Γεωργίου Ρήγα, ὅταν κατὰ τὰς τελευταίας ἡμέρας ἤθελαν νὰ καλέσουν ἕνα χειροῦργον ἀπὸ τὸν Βόλον καὶ δὲν κατώρθωσαν νὰ τὸν εἰδοποιήσουν.... Ὁ Μωραϊτίδης ἀπέθανε λόγῳ ἀγνοίας τῆς στοιχειώδους  ὑγιεινῆς, ἐπάνω εἰς μίαν νῆσον, ἐγκαταλελειμμένην εἰς τὸ μένος τῆς θαλάσσης καὶ τῶν τρικυμιῶν, μακρὰν παντὸς κρατικοῦ μέσου συγκοινωνίας, ἐν μέσῳ τῶν εἰλικρινῶν, ἀλλὰ ὀψίμων καὶ ἀνωφελῶν θρήνων τῶν φίλων του... 

Ἀνάλογες σκέψεις διατυπώνει –μὲ ἀρκετή, ἄδικη ἴσως, ἀντιορθόδοξη κριτική– τὶς ἴδιες μέρες, σὲ χρονογράφημά του ἀρθρογράφος μὲ τὸ δημοσιογραφικὸ ψευδώνυμο «Ὁ Φίγκαρω»:

 

Ἐχρειάσθη ν’ἀποθάνῃ ἕνας μοιρολάτρης, σὰν τὸν Μωραϊτίδη, γιὰ νὰ ἀκουσθοῦν πάλιν διαμαρτυρίαι διὰ τὴν φρικώδη ἐγκατάλειψιν εἰς τὴν ὁποίαν εὑρίσκονται αἱ Σποράδες, τὰ διαβολονήσια αὐτά, εἰς τὰ ὁποῖα  οἱ ἄνθρωποι ψοφοῦν καθημερινῶς σὰν κόττες.... Αἱ νηστεῖαι  ποὺ ἐπιβάλλει ἡ ὀρθόδοξος θρησκεία ἐξαντλοῦν τοὺς δυστυχεῖς νησιώτας. 

Ὁ Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης πέθανε στὸ σπίτι τῆς ἀνεψιᾶς του Ἀλεξάνδρας Χατζηραφτάκη στὶς 25 Ὀκτ. 1929 καὶ ἐτάφη τὴν ἑπομένη, ἀνήμερα τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, στὴ γενέτειρά του. Ὅμως, τὸ ἔργο του δὲν πεθαίνει καὶ κατὰ μείζονα λόγο δὲν θάπτεται. Κάτω ἀπὸ ἕνα στρῶμα ἐφήμερης λήθης παραμένει ζωντανὸ καὶ γοητευτικὸ γιὰ ὅλους ὅσοι θέλουν καλόπιστα καὶ ἀμερόληπτα νὰ τὸ μελετήσουν.

Ἐφ. Ἡ Ἑλληνική

φ. 1704 / 27.10.1929, σ. 2.

 

ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ ΠΕΝΘΗ

ΑΠΕΘΑΝΕΝ Ο ΑΛΕΞ. ΜΩΡΑΪΤΙΔΗΣ

ΕΝΑΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΗΣ

Ἡ ἐγκατάλειψις τῶν ἐγκοσμίων

Καὶ ἡ χειρονονία του εἰς μοναχόν

Η ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟΝ ΤΟΥ

Προχθεσινὸν τηλεγράφημα τοῦ προέδρου τῆς Κοινότητος Σκιάθου ἀνήγγειλε τὸν θάνατον τοῦ Ἀλεξάνδρου Μωραϊτίδη, ἑνὸς ἐξαιρετικοῦ λογοτέχνου ὁ ὁποῖος ἀπαρνηθεὶς πρὸ πολλοῦ τὰ ἐγκοσμία εἶχε ἀποσυρθῇ τελευταίως εἰς τὴν γενέτειράν του καὶ εἶχε χειροτονηθῇ εἰς μοναχόν.

Ὁ Μωραϊτίδης ἔκαμε τὴν ἐμφάνισίν του εἰς τὴν φιλολογίαν τῷ 1873, ἀπὸ τῆς ἐποχῆς δὲ ἐκείνης μέχρι πρὸ δεκαπεναετίας περίπου, ὁπότε ἔπαυσε νὰ ἔχῃ καὶ τὴν παραμικροτέραν ἐπαφὴν μὲ τὸν κόσμον, ἐδημοσίευσε πολλὰ ὡραιότατα διηγήματα εἰς ἐφημερίδας καὶ περιοδικά, ἰδίως εἰς τὴν  «Ἀκρόπολιν» καὶ τὴν «Νέαν Ἐφημερίδα».

Τὰ διηγήματά του, διὰ τὰ ὁποῖα ἐτιμήθη τῷ 1914 μὲ τὸ Ἀριστεῖον Γραμμάτων καὶ Τεχνῶν, συνεκέντρωσεν ὁ οἶκος Σιδέρη καὶ ἐξέδωσεν εἰς ἓξ τόμους.

Ἐπίσης, ἐξέδωσεν εἰς ἑτέρους ἓξ τόμους ὑπὸ τὸν τίτλον «Μὲ τοῦ βορρηᾶ τὰ κύματα»: ταξειδιωτικὰς ἐντυπώσεις του καὶ περιγραφὰς ὅλων σχεδὸν τῶν ἑλληνικῶν χωρῶν, τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τῶν Ἁγίων τόπων, τοῦ Ἁγίου Ὄρους  κλπ.

Ὁ Μωραϊτίδης ἔχει καὶ ἀξιολογωτάτην μεταφραστικὴν ἐργασίαν, ἐκ τῆς ὁποίας ἀναφέρομεν τὰ δύο μικρὰ ἔπη τοῦ Γρηγορίου Ναζιανζηνοῦ.

Ὁ Μωραϊτίδης ἐσπούδασε φιλολογίαν, ἐδίδαξε δὲ ἐπὶ εἰκοσαετίαν καὶ πλέον εἰς διάφορα γυμνάσια τῶν Ἀθηνῶν. Πρὸ ἔτους περίπου ἡ Ἀκαδημία Ἀθηνῶν τιμῶσα τὸ λογοτεχνικόν του ἔργον  τὸν ἐξέλεξε πρόσεδρον μέλος της.

Ἡ θέσις τοῦ Ἀλεξάνδρου Μωραϊτίδη εἰς τὴν νεοελληνικὴν λογοτεχνίαν εἶναι ἐξαιρετική. Εἰς τὰ διηγήματά του, ὅπως καὶ εἰς τὰ διηγήματα τοῦ  ἑτέρου Σκιαθίτου διηγηματογράφου, κυριαρχεῖ ἡ χριστανικὴ διάθεσις. Ὁ Μωραϊτίδης ἦτο ἕνας ἀληθινὸς πιστός, καὶ ἡ βαθεία πίστις του ὑπῆρξε ἡ κυριωτέρα πηγὴ τῆς ἐμπνεύσεώς του· ἡ ποίησις ἡ ὁποία ἐπλαισίωνε τὰ διηγήματά του.

Ἀλλ’ ἡ ἐργασία τοῦ Μωραϊτίδη παρουσιάζει καὶ πολλὰ ἄλλα ἀξιολογώτατα προτερήματα, περιγραφικὴν ἱκανότητα, γλαφυρὰν ἀφήγησιν καὶ τύπους τῆς ἑλληνικῆς ζωῆς ἐξαιρετικῶς ἐνδιαφέροντας.

Παρ’ ὅλα αὐτὰ τὸ ἔργον τοῦ Μωραϊτίδη δὲν ἐξετιμήθη ὅπως τοῦ ἄξιζε. Οὔτε ἐσχολιάσθη ὅπως ἔπρεπε, οὔτε ἔγινε γνωστὸν εἰς τὸ μεγάλο ἀναγνωστικὸ κοινόν. Καὶ τοῦτο ὀφείλεται εἰς τὴν ἐργασίαν τοῦ συμπατριώτου του Ἀλεξάνδρου Παπαδιαμάντη, ἐργασίαν ἐμπνεομένην ἀπὸ τὰ ἰδανικὰ καὶ ἀφιερωμένην εἰς τὰ ἴδια περίπου θέματα, ἡ ὁποία ἐπροκάλεσε εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς τὴν προσοχὴν καὶ τὴν ἐκτίμησιν τοῦ διανοουμένου κόσμου τῆς Ἑλλάδος.

Ὁ Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης δὲν εἶναι ὑπερβολὴ νὰ λεχθῇ ὅτι ἐπεσκιάσθη ἀπὸ τὸν Ἀλέξανδρον Παπαδιαμάντην.

Ὁπωσδήποτε διὰ τὸν σημερινὸν μελετητήν, τὸν ἀμερόληπτον καὶ ἐλεύθρον ἀπὸ τὶς προτιμήσεις μιᾶς ἐποχῆς, τὸ ἔργον τοῦ Ἀλεξάνδρου Μωραϊτίδη εἶναι μία γενναία συμβολὴ εἰς τὴν δημιουργίαν νεοελληνικοῦ πεζοῦ λόγου.

Ὁ θάνατος τοῦ Σκιαθίτου λογοτέχνου προῆλθεν ἐκ κακῆς χρήσεως τοῦ κηλεπιδέσμου.

Ἡ κηδεία του, κατὰ τὸ τηλεγράφημα διὰ τοῦ ὁποίου ἀνηγγέλθη ὁ θάνατός του, θὰ γίνῃ σήμερον τὴ πρωΐαν εἰς Σκίαθον.

Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης

* Πρώτη ἔντυπη δημοσίευση στὰ Χρονικὰ Δυτικῆς Μακεδονίας τῶν Γρεβενῶν φ. 891 / 23.10.2020, σ. 15-16.


Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2020

ΣΤΕΦ. ΓΡΑΝΙΤΣΑΣ ΚΑΙ Π. ΜΕΛΑΣ

 


Ὁ Στέφανος Γρανίτσας θρηνεῖ τὸν Παῦλο Μελᾶ
*

Ψυχὴ ἁγία, ἡ ὁποία ἀνέστησες

ὅλους τοὺς θρύλλους

καὶ τὰ τραγούδια τῆς Μακεδονίας 

Ἡ αὐτοθυσιαστικὴ ἐνέργεια τοῦ Παύλου Μελᾶ (Μασσαλία 1870 - Στάτιστα Καστοριᾶς 13 Ὀκτωβρίου 1904), νὰ μεταβεῖ στὴ Μακεδονία γιὰ νὰ ὀργανώσει τὸν ἀπελευθερωτικὸ Μακεδονικὸ ἀγώνα, τῆς ὁποίας ἀποκορύφωμα ἦταν ὁ ἡρωϊκὸς θάνατός του, συγκλόνισε καὶ τὸν χαρισματικὸ  Ἀγραφιώτη δημοσιογράφο, λογοτέχνη Στέφανο Γρανίτσα (Γρανίτσα Ἀγράφων 1880 - Ἀθήνα 13 Σεπ. 1915). Ὁ Γρανίτσας ἦταν τότε, παρὰ τὸ νεαρὸ τῆς ἡλικίας του, ὑποδιευθυντὴς μιᾶς ἀπὸ τὶς πλέον ἔγκυρες ἐφημερίδες τῶν Ἀθηνῶν, τὴν ἐφημερίδα Χρόνος τοῦ Κωστῆ Χαιρόπουλου, ὁ ὁποῖος εἶχε μακεδονικὴ καταγωγὴ καὶ τὸ ἔντυπό του διαδραμάτισε σημαντικὸ ρόλο στὴν νεώτερη πολιτικὴ ἱστορία τῆς Ἑλλάδος.

Παῦλος Μελᾶς. Σχέδιο τοῦ Παύλου Μελᾶ 

ἀπὸ τὸ βιβλίο: Α. Θωμαΐδου,

 'Ἱστορία Παύλου Μελᾶ (Μικὲ Ζέζα), 1905. 

Ἐπιχρωματισμὸς ἀπὸ τὸν Σπύρο Σιατούφη.


Λίγες μέρες μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Π. Μελᾶ ὁ Γρανίτσας ἀρθρογραφεῖ στὴν ἐφ. Χρόνος γι’ αὐτὸ τὸ συγκλονιστικὸ  γιὰ τὸν Ελληνισμὸ γεγονός. Τὸ χρονογράφημά του, μὲ τίτλο «Ὁ ἐξιλεωτής», δημοσιεύεται στὶς 20 Ὀκτωβρίου τοῦ 1904 στὴν πρώτη σελίδα τῆς ἐφημερίδας, στὴ στήλη «Καθημεριναὶ σελίδες» καὶ τὸ ὑπογράφει μὲ τὸ ὄνομά του, «Σ. Γρανίτσας». Τονίζει ὅτι μὲ τὴν θυσία του ὁ Μελᾶς ἐξιλεώνει ὅλη τὴν γενιὰ ἐκείνη τῶν Ἑλλήνων ποὺ μένουν ἄπραγοι στὸ Μακεδονικὸ ζήτημα καὶ περιορίζονται μόνο στὸ νὰ δημοσιεύουν πύρινα ἄρθρα ἢ νὰ ἐκφωνοῦν δραματικοὺς λόγους γιὰ τὴν ὑπόδουλη  Μακεδονία. Ἀναφωνεῖ ὁ Στ. Γρανίτσας:
 

Εἶσαι ὁ ἐξιλεωτὴς μιᾶς κοινωνίας καλαμαράδων καὶ φωνακλάδων!

 

Στέφανος Γρανίτσας. Ἀκρυλικὸ σὲ χαρτί. Σύγχρονο (2020) ἔργο τοῦ Κώστα Ντιό.

Τὴν στάση αὐτὴ τοῦ Ἀγραφιώτη δημοσιογράφου καὶ πολιτικοῦ ἐπιβεβαιώνει ὁ ἴδιος ἀργότερα μὲ τὴ δράση του τὸ 1912-13 στὸ μέτωπο τῆς Ἠπείρου στὴν ἔναρξη τῶν Βαλκανικῶν Πολέμων. Ἂν καὶ ὡς βουλευτὴς τοὺ Ἑλληνικοῦ Κοινοβουλίου θὰ εἶχε τὴ δυνατότητα νὰ παραμείνει στὴν πόλη τῶν Ἀθηνῶν, ἐν τούτοις, ἀναλόγως πράττων, κατατάσσεται  ἐθελουσίως στὸ συγκροτηθὲν «Μικτὸν  Ἠπειρωτικὸν στράτευμα» γνωστὸ καὶ ὡς «Φάλαγξ Μπότσαρη»  ἀπὸ τὸ ὄνομα τοῦ ἀρχηγοῦ του Δημητρίου Νότη Μπότσαρη. Ὁ ἔφεδρος ἀνθυπολοχαγὸς Στ. Γρανίτσας, ὡς ἐπικεφαλῆς μονάδας αὐτοῦ τοῦ εὐζωνικοῦ σώματος, μὲ τὶς δράσεις του τὶς ἐπιχειρησιακές, συνέβαλε ἀποφασιστικὰ στὴν εὐόδωση τοῦ σκοποῦ τῆς ἀπελευθέρωσης τῶν Ἰωαννίνων, τῆς σηματικότερης μάχης τοῦ τότε Ἑλληνικοῦ Βασιλείου μὲ τὴν Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία:

 

Ἀπὸ τὰς Ἀθήνας χαιρετίζομεν μὲ συγκίνησιν ἕνα εὐγενῆ πολεμιστὴν  τῶν Ἠπειρωτικῶν βουνῶν: τὸν Στέφανον Γρανίτσαν. Μόλις ἤναψε τὸ τουφέκι ἐπάνω εἰς τὰ σύνορα, ἡ ψυχὴ τοῦ Ρουμελιώτου ἐξύπνησε  καὶ ὁ καλὸς Στέφανος ἀφῆκε καὶ Βουλὴν καὶ νόμους καὶ ποιήματα καὶ λαογραφίαν καὶ ἐχάθη. Ποῦ ἐπήγαινε; Ἄγνωστον. Πάντως εἰς τὸν πόλεμον. Τώρα μᾶς δίδει τὴν πρώτην εἴδησίν του. Ἐπικεφαλῆς ἀνταρτικοῦ σώματος, εἰσέβαλε νικηφόρος εἰς τὴν Μανωλιάσαν  τῆς Ἠπείρου, ἀφοῦ ἐπὶ ἕνα μῆνα σχεδὸν ἐμάχετο μαζὶ μὲ τοὺς ἄνδρες του εἰς τὰ Ἠπειρωτικὰ βουνά. Εἰς τὸν εὐγενῆ αὐτὸν συνάδελφον  καὶ καλὸν φίλον δὲν ἔχομεν νὰ εὐχηθῶμεν παρὰ μόνον ἡ νίκη νὰ θέσῃ τὴν τελευταίαν σελίδα τῆς Ἠπειρωτικῆς ἐποποιΐας, εἰς τὴν γραφὴν τῆς ὁποίας συμμετέχει ἐκ τῶν πρώτων [ἐφ. Πατρίς, 9.11.1912, σ.1]. 

Μὲ ὑψηλὸ αἴσθημα φιλοπατρίας, ἡρωϊσμὸ καὶ ἱκανότητες στρατιωτικοῦ ἡγέτη, ἀφοῦ ὑπέστη τὶς κακουχίες καὶ ὅλη τὴν σκληρότητα τοῦ ἠπειρωτικοῦ ἀγώνα,  ἐπέτυχε σὲ σημαντικὲς γιὰ τὴν Ἑλληνικὴ πλευρὰ ἀποστολές, κρίσιμες γιὰ τὴν ἔκβαση τοῦ ἀγώνα τῆς τὴν ἀπελευθέρωσης τῆς Ἠπείρου· καὶ εἰσῆλθε θριαμβευτικὰ στὴν πόλη τῶν Ἰωαννίνων στὶς 21 Φεβ. 1913.

Ἐφ. Πατρίς, φ. 0784/9.11.1912, σ.1

Ἦταν μάλιστα καὶ στὴν ὁμάδα ἐκείνων, ποὺ μετὰ τὴν ἀπευθέρωση τῆς Ἠπείρου μερίμνησε γιὰ τὴν ἀναγνώριση τοῦ νεκροῦ Λορέντζου Μαβίλη, ὁμοτέχνου του ἥρωος πεσόντος στὸ Δρίσκο στὶς 29 Νοεμβρίου 1912.

Ἀρματωλική, λοιπόν, ὅπως καὶ ἐκείνη τοῦ Μελᾶ, ἡ δράση τοῦ Στ. Γρανίτσα, ὁ ὁποῖος κατόρθωσε νὰ συνδυάσει τὰ ἰδεολογικὰ φιλελεύθερα πολιτικά του φρονήματα μὲ τὴ στρατιωτικὴ δράση, στὴν πρώτη γραμμὴ μάλιστα τῶν μαχῶν γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Ἠπείρου καὶ τὴν ἐδαφικὴ ὁλοκλήρωση τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ἡ δράση του ἦταν ἀπότοκη τοῦ Ἀγραφιώτικου ἀρματολισμοῦ τοῦ τόπου καταγωγῆς του, τῶν προγονικῶν ριζῶν του (ὁ παπποῦς του Νίκος ἀλλὰ καὶ ὁ πρόγονός του Βασίλης  Γρανίτσας ἦταν ἀγωνιστὲς τοῦ ’21 συμπολεμιστὲς τοῦ Καραϊσκάκη) ἀλλὰ καὶ τῆς παιδείας του, στὸ πνεῦμα τῆς παράδοσης τῶν Σχολῶν τῶν Ἀγράφων, ποὺ διατήρησαν ζωντανὴ τὴν Ἑλληνικὴ ἐθνικὴ συνείδηση τὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας. Ὅπως σημειώνει ὁ ἐκδότης τῆς ἐφ. Πατρίς, Σπυρίδων Σίμος:

 

Ὁ Γρανίτσας ζωσμένος τὸ σπαθί του καὶ καβαλικευμένος ἐπάνω στὴν ἀρματωλικὴ παράδοση, ποὺ βύζαξεν εἰς τὴν Εὐρυτανία, θὰ ἔβγαιναε πάλιν εἰς τὰ σύνορα ὅπως κατέλαβε στὰ 1912 τὸ Σοῦλι. Ἀφῆκε μάρμαρον τότε τὴν Βουλὴν καὶ ἔτρεξεν ἐκεῖ ποὺ τὸν ἤφερεν ἡ καρδιὰ καὶ ἡ φαντασία. Ἀρχηγὸς ἀνατρτικοῦ σώματος, ὅπως ὁ ποιητὴς τῆς ὡραίας καὶ ἀνεκδότου ἐκείνης ἐποποιΐας του, ἡ ὁποία ἔμεινε μόνον εἰς τὰ χαρτιά του καὶ ἴσως νὰ χαθῇ. [ἐφ. Πατρίς, 14.9.1915]

 

Καὶ ἡ θητεία του στὴν πολιτικὴ ἦταν ἐπιτυχημένη καὶ ἂν δὲν ἔφευγε ἀπὸ τὴ ζωὴ σὲ ἡλίκία μόλις 35 ἐτῶν θὰ εἶχε προσφέρει περισσότερα ἀπὸ τὴ θέση του ὡς βουλευτῆ στὴν πολιτικὴ ζωὴ τοῦ τόπου. Ὅπως εἶχε γραφεῖ στὸν τύπο:

 

Εἷς ἐκ τῶν ἀσφαλεστέρων ὑποψηφίων τοῦ Κράτους ἀνήκων εἰς τὸν ἰσχυρότατον μικτὸν συνδυασμὸν Αἰτωλοακαρνανίας εἶναι καὶ ὁ Στ. Γρανίτσας. Δημοσιογράφος ἐκ τῶν καλλιτέρων καὶ γνωστοτέρων ἐν Ἀθήναις, ὑποδιευθυντὴς τοῦ «Χρόνου». Νέος πολιτευτὴς γεμάτος ψυχικὴν ῥώμην καὶ φέρων πλήρη τὰ στοιχεῖα  τῆς ἠθικῆς καὶ τῆς σεμνότητος, προσόντων, τὰ ὁποῖα πρέπει κυρίως νὰ διακρίνουν κάθε πολιτικόν. [ἐφ. Ἐμπρὸς 3.8. 1910]

Ἐφ. Χρόνος, ὅπου καταχωρίζεται
ὡς ὑπεύθυνος καὶ ὑποδιευθυντής της
ὁ Στέφανος Γρανίτσας. 

  

Ὁ Γρανίτσας παρομοιάζει τὴ θυσία τοῦ Π. Μελᾶ μὲ ἐκείνη τοῦ Κόδρου τοῦ βασιλιά τῶν Ἀθηνῶν, ὁ ὁποῖος γιὰ νὰ σώσει τὴν πόλη του ἀπὸ τὴν κατάληψη, γιὰ νὰ παραμείνει ἐλεύθερη κατὰ  τὸν χρησμὸ τοῦ Μαντείου τῶν Δελφῶν, ἔπρεπε νὰ θυσιάσει ἑαυτόν· καὶ τὸ ἔκαμε:

 

Ποῖος θὰ ψάλλῃ τὴν ἀφαντάστως ὑπέροχον αὐτοθυσίαν αὐτοῦ τοῦ νέου Κόδρου, ὁ ὁποῖος διὰ τοῦ αἵματός του βαπτίζει εἰς ἕνα λουτρὸν ἀναγεννήσεως, εἰς ἕνα λουτρὸν νέας ζωῆς τὴν ψυχορραγοῦσαν Ἐθνικὴν Ψυχήν, διασαλπίζων ὅτι ζῇ ἀκόμη ἡ Ελλάς... 

Στὸ χρονογράφημά του ὁ Στέφ. Γρανίτσας  ἀναφέρει προσωπικὴ συνάντησή του μὲ τὸν Π. Μελᾶ, λίγο πρὶν αὐτὸς ἀναχωρήσει γιὰ τὴ Μακεδονία,  καὶ δημοσιοποιεῖ τοὐλάχιστον σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὸ Μακεδονικὸ ζήτημα τὰ ὅσα ἐλέχθησαν γιὰ τὸ ζήτημα αὐτὸ  ἀπὸ τὸν ἡρωϊκὸ ἀνθυπολοχαγὸ τῆς Μακεδονίας. Ὁ Π. Μελᾶς, κατὰ τὸν Γρανίτσα, ζητεῖ θυσίες αἱματηρὲς στὸν χῶρο τῆς Μακεδονίας ἀπὸ ὅλους τοὺς Ἕλληνες γιὰ νὰ γίνει ἡ Μακεδονία προσωπικὴ ὑπόθεση ὅλων: 


Πρέπει νὰ πέσῃ ἐκεῖ ὁ ἀδελφός σου, νὰ ταφῇ ὁ ἀδελφός μου, τὸ παιδὶ τοῦ ἑνός, ὁ πατέρας, ὁ ἐξάδελφος, ὁ θεῖος, ὁ συγγενὴς τοῦ ἄλλου, νὰ χύσωμεν αἷμα ἰδικόν μας, νὰ συλλογιζώμεθα καὶ νὰ κλαίωμεν ἐκεῖ ἐπάνω ἀνθρώπους ἰδικούς μας, διὰ νὰ γεννηθῇ εἰς τὴν ψυχὴν τοῦ λαοῦ μία Μακεδονία ἰδική του..

 

Ἀκόμη, ἀναφέρει ἐπίσκεψή του στὴν οἰκία Δραγούμη, τοῦ πενθεροῦ τοῦ Π. Μελᾶ, Στέφανου Δραγούμη καὶ τοῦ Ἴωνος Δραγούμη ἀδελφοῦ τῆς μαρτυρικῆς συζύγου του Ναταλίας, προκειμένου νὰ διαπιστώσει ἂν εἶναι ἀληθὴς ἡ φήμη περὶ τοῦ θανάτου τοῦ Μελᾶ. Ἐκεῖ ὁ θυρωρὸς βεβαιώνει τὴν εἴδηση, καὶ Μακεδόνας τοῦ ὁποίου ὁ ἀδελφὸς πῆγε μαζὶ μὲ τὸν Μελᾶ στὴ Μακεδονία δηλώνει πὼς θὰ προτιμοῦσε στὴ θέση τοῦ Μελᾶ νὰ ἦταν ὁ ἀδελφός του: 


— Καὶ ποῦ εἶναι ὁ ἀδελφός σου, ἐρωτᾷ κάποιος παρατυχών.

— Μὲ τὸν κὺρ Παῦλο εἶναι στὴ Μακεδονία!...Εἴμαστε Μακεδόνες ἡμεῖς  καὶ ὅταν ἄκουσε ὁ ἀδελφός μου πὼς βγαίνει ὁ κὺρ Παῦλος στὴν Μακεδονία τὸν ἀκολούθησε... Δὲν ἔπαιρνε καλλίτερα τὸ βόλι τὸν ἀδελφό μου ποὺ πῆγε καὶ βρῆκε τὸν κὺρ Παῦλο, ποὺ θὰ λύτρωνε τὴν πατρίδα μας.

 

Ἡ θυσία τοῦ Π. Μελᾶ ἀποτέλεσε παρακαταθήκη ἀγωνιστικὴ γιὰ τὸν κατὰ δέκα ἔτη μικρότερό του Στέφανο Γρανίτσα,  τὸν Ἀγραφιώτη λόγιο καὶ πολιτικό, τὸν κατὰ τὸν Παῦλο Νιρβάνα:

 

 ... ἄσπιλον,χαρακτήρα μὲ τὴν θερμὴν καρδίαν τοῦ φίλου, ποὺ ἦταν πλασμένη νὰ πάλλῃ μόνον τοὺς παλμοὺς τῶν εὐγενικῶν ρυθμῶν. [ἐφ. Ἑστία, 15.91915]

Ἐφ. Χρόνος, φ. 392/20.10.1915, σ. 1

 

Ἀναφερόμενος μάλιστα στὴ  αἱματηρὴ αὐτὴ σπονδὴ ποὺ πότισε τὸ χῶμα τῆς Μακεδονίας ὁ Γρανίτσας δηλώνει :

 

Ὦ αἷμα  ἅγιον τὸ ὁποῖον ἔρχεσαι νὰ ἀναστήσῃς πεθαμένα ὄνειρα καὶ νὰ μᾶς χαρίσῃς τὴν φωτεινὴν ἐλπίδα τῆς ζωῆς!

 

Τὸ 2020 εἶναι ἔτος ἐπετειακὸ γιὰ τὸν Παῦλο Μελᾶ ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸν Στέφανο Γρανίτσα καθὼς συμπληρώνονται 150 καὶ 140 χρόνια, ἀντιστοίχως ἀπὸ τὴ γέννησή τους. Τὸ κοινὸ χαρακτηροιστικό τους γνώρισμα ἦταν ἡ ἀνιδιοτελὴς ἀγάπη τους γιὰ τὴς Πατρίδα, γιὰ τοὺς πέραν τῶν τότε ὁρίων τοῦ Ἑλληνικοῦ βασιλείου ἀλύτρωτους ἀδελφούς. Δὲν δίστασαν, νέοι ὄντες, νὰ ἀφήσουν θέσεις, ὀφφίκια, ἀνέσεις καὶ νὰ τρέξουν στὸ κάλεσμα τῶν ἀλύτρωτων περιοχῶν τοῦ Ἑλληνισμοῦ· τῆς Μακεδονίας ὁ Μελᾶς καὶ τῆς Ἠπείρου ὁ Γρανίτσας. Ἐκπλήρωσαν εὐόρκως τὸ καθῆκον τους καὶ ὡς πολίτες καὶ ὡς στρατιῶτες τῆς Πατρίδος, σημαιοφόροι μιᾶς Ἰδέας στὴν ὁποία κατέθεσαν τὴ νεότητά τους, τὴν εὐτυχία τους, τὴ ζωή τους στὸν βωμὸ τῆς Πατρίδος· ὁ δὲ Π. Μελᾶς, μὲ τὸν θάνατό του, παρέδωσε γιὰ πάντα τὴ ζωή του στὴ Μακεδονία. Ἡ ἀπελευθέρωση δὲν ἄργησε νὰ ἔλθει καὶ καὶ γιὰ τὶς δύο αὐτὲς περιοχές, καὶ ἡ Ἑλλάδα, στὴν πορεία γιὰ τὴν ἐδαφικὴ ὁλοκλήρωσή της, ἀπὸ ἕνα μικρὸ ἀδύναμο κράτος γίνεται μιὰ ὑπολογίσημη κρατικὴ ὀντότητα.

Ἐφ. Χρόνος, φ. 392/20.10.1904, σ. 1.


ΕΚΔΟΣΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

 

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑΙ ΣΕΛΙΔΕΣ

Ο ΕΞΙΛΕΩΤΗΣ

Τί νὰ πρωτοειπῇ κανεὶς διὰ τὸν Παῦλον Μελᾶν ‒δὲν εὑρίσκω κανὲν ἐπίθετον ἀντάξιόν του‒ καὶ τί νὰ πρωτοκλάψῃ εἰς τὸν θάνατόν του, τὸν ὑπέροχον θάνατόν του, ὁ ὁποῖος ἐστεφάνωσε προχθὲς ἀνάμεσα εἰς τοὺς βράχους τῆς Μακεδονίας, μίαν ζωὴν ὡραίων ὀνείρων, ὀνείρων τὰ ὁποῖα ἀντιφεγγίζουν καὶ ἠχολογοῦν τὴν ψυχὴν μιᾶς Ἑλλάδος, Ἑλλάδος τὴν ὁποίαν ὅλοι ἐνομίζομεν ὅτι ἀπέθανε...

Τί νὰ πρωτοειπῇ κανεὶς διὰ τὸν ἄνθρωπον, ὁ ὁποῖος ἐπάνω εἰς τὸ ἀνθοβόλημα τῶν τριάκοντα χρόνων του, λακτίζει μίαν ζωὴν εὐτυχίας, ἐγκαταλείπων μίαν ἰδεώδη σύζυγον,  ποδοπατῶν δόξαν, πλούτη, εὐμάρειαν, ἀπολαύσεις, καὶ ζώνεται τὴν πανοπλίαν τοῦ ἀρματωλοῦ ἀθορύβως, σιωπηλῶς, μὲ τὴν βεβαιότητα ἑνὸς ἀγρίου θανάτου καὶ χωρὶς κανένα ὑπολογισμὸ ὑστεροφημίας!...

Ποῖος θὰ ψάλλῃ τὴν ἀφαντάστως ὑπέροχον αὐτοθυσίαν αὐτοῦ τοῦ νέου Κόδρου, ὁ ὁποῖος διὰ τοῦ αἵματός του βαπτίζει εἰς ἕνα λουτρὸν ἀναγεννήσεως, εἰς ἕνα λουτρὸν νέας ζωῆς τὴν ψυχορραγοῦσαν Ἐθνικὴν Ψυχήν, διασαλπίζων ὅτι ζῇ ἀκόμη ἡ Ελλάς...

 

***

Μοῦ φαίνεται πὼς τὸν ἀκούω αὐτὴν τὴν στιγμὴν νὰ μοῦ λέγῃ ὅσα μοῦ ἔλεγε πρὸ ὀλίγων μηνῶν εἰς ὁδὸν τῆς Κηφισσιᾶς.

—Ἡ Μακεδονία, μοῦ ἔλεγεν, εἶναι ἐξ αἵματος ἑλληνική, ἀλλὰ διὰ τὴν σύγχρονον Ἑλλάδα εἶναι μόνον ἱστορικῶς τοιαύτη. Διὰ νὰ γίνῃ καὶ δι’ ἡμᾶς πραγματικῶς τοιαύτη, πρέπει νὰ ριζοβολήσῃ ἡ Μακεδονία εἰς τὴν ψυχὴν τοῦ λαοῦ, ὅπως ἡ Κρήτη. Διὰ νὰ γίνῃ δὲ αὐτό,  πρέπει νὰ χυθῇ αἷμα, αἷμα... αἷμα ἰδικόν μας. Πρέπει νὰ πέσῃ ἐκεῖ ὁ ἀδελφός σου, νὰ ταφῇ ὁ ἀδελφός μου, τὸ παιδὶ τοῦ ἑνός, ὁ πατέρας, ὁ ἐξάδελφος, ὁ θεῖος, ὁ συγγενὴς τοῦ ἄλλου, νὰ χύσωμεν αἷμα ἰδικόν μας, νὰ συλλογιζώμεθα καὶ νὰ κλαίωμεν ἐκεῖ ἐπάνω ἀνθρώπους ἰδικούς μας, διὰ νὰ γεννηθῇ εἰς τὴν ψυχὴν τοῦ λαοῦ μία Μακεδονία ἰδική του....μία Μακεδονία, ἡ ὁποία νὰ εἶναι, ὅπως ἡ Κρήτη, τὸ ὄνειρόν του, ἡ σκέψις του, τὸ αἴσθημά του, ἡ κουβέντα του...

 

***

Τὸν ἀκούω ἀκόμη νὰ μοῦ λέγῃ αὐτὰ καὶ ἐνθυμοῦμαι τὸν Παῦλον Μελᾶν, τὸν ὁποῖον ὑπὸ τὰς ἀστραπὰς τῶν ὀφθαλμῶν του ὠνειρεύθην ὅτι θὰ ἀκούσω μίαν ἡμέραν, τὴν ὁποίαν ἐφανταζόμην μακρυνὴν καὶ ἡ ὁποία ἦτο μία ὥρα τῆς χθές, ἡ ὥρα καθ’ ἣν εἰς τὴν εἴσοδον τῆς οἰκίας τοῦ κ. Δραγούμη εἶδα τὴν ἑξῆς σκηνὴν μεταξὺ Μακεδόνος καὶ θυρωροῦ:

— Εἶναι ἀληθὲς πὼς σκοτώθηκεν ὁ κὺρ Παῦλος;

— Ἀλήθεια τοῦ ἀπαντᾶ ὁ θυρωρός.

— Ἄχ, κακὸ ποὺ μᾶς ηὗρε!... Δὲν ἔπαιρνε τὸν ἀδελφόν μου καλλίτερα!...

— Καὶ ποῦ εἶναι ὁ ἀδελφός σου, ἐρωτᾷ κάποιος παρατυχών.

— Μὲ τὸν κὺρ Παῦλο εἶναι στὴ Μακεδονία!...Εἴμαστε Μακεδόνες ἡμεῖς  καὶ ὅταν ἄκουσε ὁ ἀδελφός μου πὼς βγαίνει ὁ κὺρ Παῦλος στὴν Μακεδονία τὸν ἀκολούθησε... Δὲν ἔπαιρνε καλλίτερα τὸ βόλι τὸν ἀδελφό μου ποὺ πῆγε καὶ βρῆκε τὸν κὺρ Παῦλο, ποὺ θὰ λύτρωνε τὴν πατρίδα μας.

Ἐγιγαντώθη εἰς τὴν ψυχήν των λυτρωτὴς τῆς πατρίδος των!

 

***

Καὶ ἔγινε προχθὲς εἰς τὴν Στάτισταν.

Ἀφοῦ ἐνεθάρρυνε, ἐνίσχυσε, ἐπαρηγόρησε δώσας εἰς τοὺς τρομαγμένους τὴν γαλήνη, εἰς τοὺς πλανωμένους εἰς τὰ βουνὰ τὴν ἑστίαν των, εἰς τὰς συζύγους τοὺς συζύγους των, εἰς τοὺς ἀπελπισμένους τὴν ἐλπίδα, ἥλιος εἰς τὸ σκότος, ἀπέθανε χθὲς ἀνεγείρας διὰ τοῦ αἵματός του, ὅπως ὠνειρεύετο, εἰς τὴν ψυχὴν τοῦ λαοῦ ὡς ἰδικήν του τὴν Μακεδονίαν. Ὦ αἷμα  ἅγιον τὸ ὁποῖον ἔρχεσαι νὰ ἀναστήσῃς πεθαμένα ὄνειρα καὶ νὰ μᾶς χαρίσῃς τὴν φωτεινὴν ἐλπίδα τῆς ζωῆς!

 

***

Προσπαθῶ νὰ φαντασθῶ τὴν σκηνὴν τοῦ θανάτου του καὶ τοῦ ἐνταφιασμοῦ του. Πόσον ὡραῖος θὰ ἦτο, ὡραῖος ὡσὰν ἀρχαῖος Ἕλλην καὶ τὴν στιγμὴν καθ’ ἣν ἐξέπνεε, καὶ τὴν στιγμὴν καθ’ ἣν ἐν μέσῳ τῶν θρήνων καὶ τῶν κοπετῶν τῶν ἁπλοϊκῶν χωρικῶν, κατεβιβάζετο ὑπὸ τὸ σκότος εἰς τὸν τάφον. Τί ἀνταξία ψαλμῳδία τῶν ὀνείρων του καὶ τοῦ θανάτου του, τὰ δάκρυα καὶ οἱ γόοι τῶν χωρικῶν ἐνταφιαζόντων τὸν λυτρωτήν των! Πόσον ἀντάξιος τῆς ἀνεπιδείκτου, τῆς μετριοφρονεστάτης ἐκείνης ζωῆς καὶ τοῦ μεγαλείου τῆς αὐτοθυσίας του, ὁ ἀπέρριτος ἐκεῖνος τάφος τὸν ὁποῖον οὔτε σταυρὸς σημειώνει οὔτε κανδήλα φωτίζει τώρα.

Ὡσὰν νὰ τὸν παρήγγειλε τὴν τελευταίαν στιγμήν του, ὅπως ὁ ἀρματωλὸς τοῦ δημοτικοῦ ἄσματος:

 

«Γιὰ σκάψετε τὸ μνῆμά μου σὲ μιὰ ψηλὴ ραχούλα

Νἆναι ψηλό, νἆναι πλατύ, νἄχει δυὸ παραθύρια

Νὰ στέκω ὀρθὸς νὰ πολεμῶ καὶ δίπλα νὰ γεμίζω».

 

***

Ψυχὴ ἁγία, ἡ ὁποία ἀνέστησες ὅλους τοὺς θρύλλους καὶ τὰ τραγούδια τῆς Μακεδονίας! Τρισένδοξον ὄνομα τὸ ὁποῖον θὰ ὑμνολογοῦν, ὅσον ζοῦν, τὰ βουνὰ καὶ οἱ κάμποι τῆς Μακεδονίας. Πόσον εἶναι μικρὸν τὸ στόμα μας διὰ νὰ σὲ ἀναφέρῃ. Δὲν εἶσαι μόνον ὁ λυτρωτὴς τῶν χωρικῶν οἱ ὁποῖοι σὲ θρηνοῦν εἰς τὰ καλύβιά των, δὲν εἶσαι ὁ δωρητὴς τῆς παρηγορίας εἰς αὐτοὺς καὶ τῆς ἐλπίδος τῆς ζωῆς εἰς ἡμᾶς. Εἶσαι ὁ ἐξιλεωτὴς μιᾶς κοινωνίας καλαμαράδων καὶ φωνακλάδων!

Σ. Γρανίτσας

 

Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης   

*Πρώτη ἔντυπη δημοσίευση στὰ Χρονικὰ Δυτικῆς Μακεδονίας τῶν Γρεβενῶν φ. 890, 16.10.2020,σ. 13-18 καὶ στὸ περιοδικὸ '' ΚΑΡΠΕΝΗΣΙΩΤΙΚΑ'' τ. 8, Ἰουλ. -  Δεκ. 2020.


Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2020

ΓΑΜΟΣ ΕΝ ΣΚΙΑΘῼ, 6 ΙΑΝ. 1891

 

Σήμερα γάμος γίνεται, στὴ Σκιάθο*

                                          Καὶ  σ’ τὰ δικά των!

 

T φ. 889 τῶν Χρονικῶν Δυτικῆς Μακεδονίας τῶν Γρεβενῶν ἐκδίδεται στὶς 9 Ὀκτ. 2020, ὅταν ἡ κατ’ Ἀνατολὰς  Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη τοῦ ὁσίου Ἀνδρονίκου καὶ τῆς συμβίας  αὐτοῦ Ἀθανασίας. Ἡ τιμὴ τῆς μνήμης τοῦ ἐναρέτου ζεύγους παραπέμπει στὸ ζεῦγος Ἀλεξάνδρου Μωραϊτίδη καὶ τῆς ὁμοζύγου του Βασιλικῆς Φουλάκη.

Ἀλέξανδρος Δ. Μωραϊτίδης.
Ἔργο (2018) Κώστα Ντιό

Ὁ Μωραϊτίδης παντρεύεται τὴν Βασιλικὴ Φουλάκη σὲ ἡλικία 51 ἐτῶν
πρεσβύτης γιὰ τὰ δεδομένα τῆς ἐποχῆς στὶς 18 Φεβρουαριου 1901 στὴν Καπνικαρέα. Γνωρίστηκαν, ἐν εἴδει πνευματικοῦ εἰδυλλίου, στὶς ἀγρυπνίες τοῦ Ἁγίου Ἐλισσαίου. Ὁ γάμος εἶχε τὸ ἰδιαίτερο χαρακτηριστικὸ γνώρισμα πὼς ἔζησαν μαζί, συντροφικά, παρθενίαν φυλάττοντες, μέχρι τὴν κοίμηση τῆς Βασιλικῆς στὶς 19 Μαΐου 1914, ἡ ὁποία λίγες μέρες πρὸ τῆς κοιμήσεώς της ἔλαβε τὸ ‘‘ἀγγελικὸ σχῆμα’’ ὡς μοναχὴ Ἀθανασία. Καὶ ὁ Ἀλέξ. Μωραϊτίδης, λίγες ἑβδομάδες πρὸ τῆς κοιμήσεώς του, ἀπέκτησε στὶς 16  Σεπτ. 1929 τὸ Μέγα καὶ Ἀγγελικὸ  Σχῆμα ὡς μοναχὸς Ἀνδρόνικος, προφανῶς κατὰ μίμησιν τοῦ ἐξ Ἀντιοχείας ὁσιακοῦ ζεύγους Ἀνδρονίκου καὶ Ἀθανασίας. Ἔλεγε πάντα πώς:

 

«Ἡ μακαρία Ἀθανασία μου κάπου ἀποδημεῖ καὶ μὲ περιμένει νὰ ὑπάγω»

Ὁ γάμος τῆς Κυριακούλας Μωραϊτίδη καὶ τοῦ Κωνσταντίνου Μυτιληναίου ὅπως καταχωρίζεται στὸ Βιβλίο γάμων τοῦ ναοῦ τῶν Τριῶν Ἱεραρχων τοῦ ἔτους 1891μὲ αὔξοντα ἀριθ. 2.


 

Στὶς 6 Ἰαν.1891, τὴν ἡμέρα τῶν Θεοφανίων, τελοῦνται στὴ Σκιάθο οἱ γάμοι τῆς Κυριακούλας, ἀδελφῆς τοῦ Ἀλεξάνδρου Μωραϊτίδη, μὲ τὸν ἀρχιναυπηγὸ Κωνσταντῖνο Γ. Μυτιληναῖο. Στὸν γάμο ἦταν παρὼν ὁ ἀδελφὸς τῆς Κυριακούλας καὶ τοῦ Ἀλέξανδρου Μωραϊτίδη, ὁ Ἰωάννης (Γιαννιός) Μωραϊτίδης, νομικὸς καὶ εἰρηνοδίκης. Ὁ ἕτερος ἀδελφός της, ὁ καθηγητὴς καὶ δημοσιογράφος Ἀλέξανδρος ἦταν στὴν Ἀθήνα, ὅπου ὅλος ὁ εὐάρεστος ἐκεῖνος θόρυβος τῆς ζωῆς καὶ τῆς ἐργασίας. Τὸ γεγονὸς ἀνακοινώνεται στὴν ἐφ. Νέα Ἐφημερὶς τοῦ Ἰωάννη Καμπούρογλου, στὸ φύλλο τῆς Παρασκευῆς, 11 Ἰανουαρίου 1891. Μάλιστα, ὁ Ι. Καμπούρογλου ἀνακοινώνει καὶ τὴν ἐπάνοδο τοῦ  ἀγαπητοῦ του, ὅπως ἀποκαλεῖ, Ἰωάννη Μωραϊτίδη, ἀπὸ τὴ Σκιάθο στὴν Ἀθήνα, τὴν προηγουμένη τῆς δημοσιεύσεως, στὶς 10 Ἰαν.  1891. Φαίνεται πὼς ὁ Καμπούρογλου, ὅπως καὶ μὲ τὸν Ἀλέξανδρο, διατηροῦσε φιλικὴ σχέση μὲ τὸν Ἰωάννη Μωραϊτίδη. Ὁ Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης γνωριζόταν μὲ τὸν Ἰωάννη Καμπούρογλου ἀπὸ τὸ 1873, ὅταν προσελήφθη ὡς δημοσιογράφος, πρακτικογράφος τῆς Βουλῆς, κατὰ τὸ σύστημα τῶν Γαλλικῶν ἐφημερίδων Liberté καὶ Figaro, στὴν ἐφ. Ἐφημερίς τοῦ Κορομηλᾶ, στὴν ὁποία ὁ Καμπούρογλου ἦταν ὁ ἀρχισυντάκτης της.

Ὁ Ἰω. Καμπούρογλου γνωρίζοντας πὼς οἱ δύο ἀδελφοὶ ἦσαν ἀκόμη ἄγαμοι  εὔχεται ἐξ ὅλης καρδίας:

 Κ α   σ   τ   δ ι κ ά  τ ω ν!

Ἡ εὐχή του, ὅμως, δὲν πραγματοποιήθηκε. Ἄραγε, οἱ ἀδελφοὶ Μωραϊτίδη νὰ ἦσαν ἀπὸ τοὺς ἐπιθυμοῦντες νὰ νυμφευθῶσι ἢ ἦσαν ἐκ τῶν μὴ ἐπιθυμούντων καὶ ὁ Καμπούρογλου εἶχε τὴν καλὴ πρόθεση νὰ τοὺς προτρέψει νὰ ἔλθουν εἰς γάμου κοινωνίαν; Ὁ Ἰωάννης (Γιαννιός) Μωραϊτίδης παρέμεινε μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του ἄγαμος, ὁ δὲ Ἀλέξανδρος ἔκαμε αὐτὸν τὸν ἰδαιτέρο γάμο στὴν διάρκεια τοῦ  ὁποίου, "τὴν φθαρτὴν ἀγάπην, τῷ ἔρωτι Κυρίῳ ἀνταλλαξάμενος", ἔζησε μὲ τὴν Βασιλικὴ Φουλάκη μιὰ χριστιανικὴ συντροφικὴ ζωή· ὡς μοναχὸς κυλιόμενος εἰς τὸν κόσμον. Ἔτσι, δὲν ὑπάρχουν πλέον ἀπόγονοι ἐξ ἀρρενογονίας ἀπὸ τὸν Ἀλέξανδρο Μωραϊτίδη καὶ τὴν οἰκογένειά του.

Καρνάγιο Κωνσταντίνου Γ. Μυτιληναίου. Δεκ. 1920. Διακρίνεται στὸ μέσον μὲ τὸ βέλος ὁ γιὸς τῆς Κυριακούλας Μωραϊτίδη καὶ τοῦ Κωνσταντίνου Μυτηλιναίου, Γεώργιος Μυτηλιναῖος, ἀνεψιὸς τοῦ Ἀλεξ.Μωραϊτίδη. Ἀπὸ τὸ λεύκωμα, Γιάννης Παρίσσης, Φωτομνῆμες ποὺ μᾶς ταξιδεύουν, [Μουσεῖο ναυτικῆς καὶ πολιτιστικῆς παράδοσης Σκιάθου], Σκιάθος 2019, σ. 40.


Ὁ γάμος τῆς Κυριακούλας Μωραϊτίδη καὶ τοῦ Κωνσταντίνου Μυτιληναίου καταχωρίζεται στὸ Βιβλίο γάμων τοῦ ναοῦ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν τοῦ ἔτους 1891μὲ αὔξοντα ἀριθ. 2. Ἀναφέρονται οἱ ἡλικίες τοῦ ζεύγους: ὁ μὲν Κωνσταντῖνος 30 ἐτῶν, ἡ δὲ Κυριακούλα 22. Τὸν γάμο ἐτέλεσε ὁ ἀρχιμανδρίτης Ἀνδρέας Μπούρας (1854-1917) καὶ ἔτσι ἡ οἰκία Κωνσταντίνου Γ. Μυτιληναίου δὲν ἦταν πλέον ἐρημία χωρίς ὄασιν καὶ ἡ Κυριακούλα πλέον θὰ ἔκαμνε τὸ πάτωμα ν’ἀστράφτῃ , καὶ τὸν τοῖχον νὰ ζηλεύει τὸ πάτωμα.

Ὁ Γιαννιὸς Μωραϊτίδης γεννήθηκε τὸ 1858. Σπούδασε νομικὰ κι ἔγινε εἰρηνοδίκης. Ὑπηρέτησε σὲ διαφόρες πόλεις καὶ τελευταῖα στὴ Μυτιλήνη, ὅπου ἔμεινε καὶ μετὰ ποὺ τὴ σύνταξή του. Πέθανε τὸ 1941 ἄγαμος. Προμήθευε τὸ ἀδελφό του Ἀλέξανδρο μὲ λάδι ἀπὸ τὴν Μυτιλήνη, ὅπως δηλώνει ὁ Ἀλέξ. Μωραϊτίδης σὲ ἐπιστολή του πρὸς τὴν ἄλλη ἀδελφή του, τὴν Σειραϊνώ:

 

«Λάδι ἐπὶ τοῦ παρόντος ἔχω. Μοῦ ἔστειλε ὁ Γιαννιὸς  προχθὲς ἕνα τενεκέ»

 

Γεώργιος Κων Μυτιληναῖος, γιὸς τῆς Κυριακούλας Μωραϊτίδη
 καὶ τοῦ Κωνσταντίνου Μυτηλιναίου 
καὶ ἀνεψιὸς τοῦ Ἀλεξ. Μωραϊτίδη. 
Ἀπὸ τὸ λεύκωμα, Γιάννης Παρίσσης, 
Φωτομνῆμες ποὺ μᾶς ταξιδεύουν
[Μουσεῖο ναυτικῆς καὶ πολιτιστικῆς παράδοσης Σκιάθου], 
Σκιάθος 2019, σ. 52.
Ὁ Ἀλέξανδρος τὸν νοιαζόταν καὶ εἶχε φροντίσει νὰ μετατεθεῖ στὸν Πειραιᾶ ἀλλὰ ὁ Γιαννιός δὲν θέλησε, ὅπως γράφει σὲ ἐπιστολή του στὴν ἀνεψιά του Ἀρετώ, στὶς 23 Δεκ. 1922:

 

«Μετέθεσα εἰς τὸν Πειραιᾶν τὸν Γιαννιόν, διὰ νὰ εἴμεθα μαζί, ἀλλὰ δὲν ἠθέλησε, καὶ τὸ ἐχάλασα πάλι»


 

Ὁ Κωνσταντῖνος Μυτηλιναῖος ἦτο ἀπ’ἐκεῖνα τὰ χώματα· γεννήθηκε τὸ 1861 στὴν Σκόπελο καὶ τὸ ὄνομά του ἦταν ἀρχικὰ Μυτιληνόπουλος. Ξεκίνησε μὲ ναυπηγεῖο στὴ Σκόπελο. Εἶχε διατελέσει δημοτικὸς Σύμβουλος καὶ πρόεδρος τοῦ Δημοτικοῦ Συμβουλίου ἐπὶ Δημαρχίας ἑνὸς ἐκ τῶν πλέον ἱστορικῶν δημάρχων τῆς Σκιάθου τοῦ Φιλοκλῆ Γεωργιάδη (1845-1936), συζύγου τῆς Μαρίκας Φραγκίστα (1869-1907), ἡ ὁποία εἶχε ἀπώτερη καταγωγὴ ἀπὸ τὰ Ἄγραφα τῆς Εὐρυτανίας καὶ γιὰ τὴν ὁποία ὁ Ἀλέξ. Παπαδιαμάντης εἶχε δημοσιεύσει σχετικὴ νεκρολογία.

Ἡ Κυριακούλα ἦταν ἡ δεύτερη ἀδελφὴ τοῦ Μωραϊτίδη. Γεννήθηκε τὸ 1869 (κατὰ τὸν Ἰω. Φραγκούλα τὸ 1865). Πέθανε τὸ 1945. Φρόντιζε τὸν ἀδελφό της Ἀλέξανδρο στέλνοντάς του ἐδώδιμα προϊόντα τῆς Σκιάθου, ὅπως γράφει σὲ ἐπιστολή του ὁ Μωραϊτίδης πάλι στὴν ἀνεψιά του Ἀρετώ:

 

«Νὰ εἰπῇς τῆς Κυριακούλας νὰ μοῦ στείλει καμμιὰ μυζιθρίτσα μὲ κανένα στρατιώτη, ξεύρει ὁ Γιωργός, καὶ κανένα ξηρὸ χταπόδι. Πέρασε τὸ Σαρανταήμερο καὶ βαρέθηκα τὰ ὄσπρια. Δὲν ἔχει κανένα χταποδάκι; .. Ἂν ἔλθῃ ὁ Σταμάτης θὰ τοῦ δώσω... 20 δραχ. διὰ τὴν λειτουργίαν μου, νὰ τὴν κάμῃς ὅταν εἶναι καιρὸς κατάλληλος»

 

Γιὸς τοῦ ζεύγους Κωνσταντίνου καὶ Κυριακούλας καὶ ἀνεψιὸς τοῦ Ἀλεξ. Μωραϊτίδη ἦταν  ὁ ἐπιτυχημένος ἀρχιναυπηγὸς ἱστιοφόρων στὸ νησί, Γεώργιος Μυτιληναῖος, ὁ ὁποῖος ἐκλέχτηκε πολλὲς φορὲς κοινοτικὸς σύμβουλος. Πέθανε τὸ 1972. 

Δὲν ἔγινε γνωστὸ ἂν μετὰ τὸν γάμο τῆς Κυριακούλας Μωραϊτίδη καὶ τοῦ Κωνσταντίνου Μυτηλιναίου ἀκολούθησαν σφαχτὰ καὶ σπληνάντερα καὶ κοκορέτσια κὰὶ κρασοβόλια ἄφθονα. Ὅμως, ὁ γιός τους  Γεώργιος πρόκοψε ὡς ἀρχιναυπηγός, ὀνομαστότερος κι ἀπ’ τὸν πατέρα του.  Καὶ ἡ Κυριακούλα εἶχε πλέον τὴν ἄνεση νὰ στέλνει καλούδια καὶ παραγγελιὲς στὸν ἀδελφό της Ἀλέξανδρο ὅπως μᾶς παραδίδεται ἀπὸ τὴν ἀλληλογραφία τοῦ Ἀλέξ. Μωραϊτίδη.

 

Ἐφ. Νέα Ἐφημερίς, φ. 11 /11.1.1891, σ. 6.

KΕΙΜΕΝΟ 

—Ἐτελέσθησαν ἐν Σκιάθῳ τὴν παρελθοῦσαν Κυριακήν, ἐν χαρᾷ καὶ ἀγαλλιάσει, οἱ γάμοι τοῦ ἀρίστου ἐκεῖσε ἀρχιναυπηγοῦ κ. Κωνστ. Μυτιληναίου μετὰ τῆς ἀρίστης καὶ ὡραίας δεσποινίδος Κυριακούλας Μωραϊτίδου ἀδελφῆς τῶν φίλων μας κκ. Ἀλεξ. Μωραϊτίδου, καθηγητοῦ καὶ Ἰω. Μωραϊτίδου τελειοφοίτου τῆς νομικῆς. Συγχαίρομεν τοῖς ἐπ’αἰσίοις στεφθεῖσι καὶ εὐχόμεθα αὐτοῖς τὰ ἀγαθὰ τοῦ Ἀβραὰμ καὶ βίον μακρὸν καὶ ἀνέφελον. Συγχαίρομεν δὲ καὶ τοῖς ἀγαπητοῖς  φίλοις κκ. Μωραϊτίδῃ  ἐπὶ τῇ  καλῇ ἀποκαταστάσει φιλτάτης ἀδελφῆς των. Κ α  σ τ  δ ι κ ά  των!

—Ἐπανέκαμψε χθὲς ἐκ Σκιάθου χαρούμενος ἐπὶ τοῖς γάμοις τῆς ἀδελφῆς του ὁ ἀγαπητὸς κ. Ἰωάννης Μωραϊτίδης.

Ἐφ. Νέα Ἐφημερίς, φ. 11 /11.1.1891, σ. 6.

Σημ: Εὐχαριστίες πολλὲς στὸν καθηγητὴ τῆς νεοελληνικῆς φιλολογίας τοῦ ΑΠΘ κ. Λάμπρο Βαρελᾶ γιὰ τὴν παραχώρηση τῆς εἴδησης τοῦ γάμου τῆς Κυριακούλας, ἀδελφῆς τοῦ Ἀλεξάνδρου Μωραϊτίδη, καθὼς καὶ στὸν π. Κωνσταντῖνο Καλλιανὸ καὶ τοὺς Σκιαθίτες κ. Γιάννη Παρίσση καὶ κ. Γεώργιο Χρήστου γιὰ τὴ σημαντικὴ καὶ οὐσιαστικὴ βοήθειά τους.  Ὑπόχρεος στὸν Ἀντώνη Ν. Παπαβασιλείου καὶ τὴ Θεολογία Τσουκαλᾶ γιὰ τὴ δημοσίευση. Τέλος, ἔτη πολλὰ τὰ τῆς μνήμης τοῦ Ἀλεξάνδρου Μωραϊτίδη γιὰ τὰ 170 χρόνια ἀπὸ τὴ γέννησή του (15 Ὀκτ. 1850) καὶ τοῦ μοναχοῦ Ἀνδρόνικου (Μωραϊτίδη) γιὰ τὰ ὀνομαστήριά του. 

Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης

Πρώτη δημοσίευση στὰ Χρονικὰ Δυτικῆς Μακεδονίας (τῶν Γρεβενῶν), φ. 889/9.10.2020, σ. 15-16 .