Ἑλληνομουσεῖον (τό). Ὀνομασία διδομένη πολλαχοῦ, ἐπὶ Τουρκοκρατίας, εἰς τὰ σχολεῖα ἀνωτέρων πως σπουδῶν. Περί «κοινῶν ἑλληνομουσείων ἐπ᾿ ὠφελείᾳ τοῦ γένους κοινῇ» γίνεται λόγος καὶ ἐν σιγιλλίῳ τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Γρηγορίου Ε', ἐκδοθέντι κατ᾿ Αὔγουστον τοῦ 1819.


Σ᾿ αὐτὸν τὸν διαδικτυακὸ χῶρο, ποὺ ἀπευθύνεται στοὺς φίλους τῆς χώρας τῶν Ἀγράφων, φιλοξενοῦνται κείμενα, ἄρθρα, μελέτες, ἀνακοινώσεις, βιβλία εἰκόνες, ταινίες ποὺ ἀφοροῦν ἢ παραπέμπουν στὴν ἱστορία, τὸν πολιτισμό, τὶς παραδόσεις, τὸ φυσικὸ περιβάλλον τοῦ ἱστορικοῦ χώρου τῶν Ἀγράφων, ὅπως αὐτὸς ἦταν γνωστὸς στὴν ὕστερη βυζαντινὴ ἀλλὰ καὶ μεταβυζαντινὴ ἐποχή. Σκοπὸς τῆς δημιουργίας του εἶναι νὰ γίνουν γνωστὰ καὶ νὰ ἀναδειχθοῦν, κατὰ τὰς δυνάμεις ἡμῶν, ὅλα ἐκεῖνα τά ‒ἀνὰ τοὺς αἰῶνες‒ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τοῦ τόπου μας καὶ τῶν ἀνθρώπων του.

Σάββατο 29 Απριλίου 2023

ΚΩΣΤΑΣ ΔΗΜ. ΖΑΜΠΑΚΑΣ (†11. 1. 2022)

 

Στὸν Κώστα Δημ. Ζαμπάκα: λόγος εὐχαριστήριος, εἰς μνήμην αἰώνιον.

Κωνσταντῖνος Δημ. Ζαμπάκας

«Τὸ καλὸν μυριάκις λέγειν...» δηλώνει κάποια ἀρχαία παροιμιακὴ ἔκφραση πάνω ἀπὸ τὴν νεκρολογία τοῦ ἀειμνήστου Κώστα Ζαμπάκα, στὸ φ. 89 τῆς ἐφημερίδας TA MEΓΑΛΑ ΒΡΑΓΓΙΑΝΑ. Ὀφείλω, στὴ μνήμη του, νὰ καταθέσω ἕνα ἀπὸ τὰ πολλὰ "καλά" του· "καλὸ" ὄχι μόνο προσωπικὸ ἀλλὰ κυρίως συλλογικό, ἕνα καλὸ στὸν πολιτισμὸ ἀλλὰ καὶ στὴν εἰκόνα τοῦ τόπου μας. Τὸ πιστώνω στὸν ἀείμνηστο  Κώστα ἔστω κι ἂν ὁ ἴδιος τὸ θεώρησε ὡς αὐτονόητο. Μπορεῖ νὰ φανεῖ ἀσήμαντο, μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ δευτερεῦον, μπορεῖ νὰ τὸ προσπεράσει κάποιος ὡς λεπτομέρεια, ὅμως θεωρῶ πὼς δὲν ἦταν. Κάποιες φορὲς τὸ μεγαλεῖο, ἡ καλωσύνη, ἡ προσφορὰ χωρὶς ἰδιοτέλεια ἀκόμη καὶ ἡ πιὸ ἀσήμαντη φανερώνουν τὰ χαρίσματα τοῦ προσώπου.

Ἦταν Κυριακή, 10 Αὐγούστου 2008. Ἡ διαδρομὴ στὴν «Ἱστορία τῶν Ἀγράφων» – συνέδριο ποὺ πραγματοποίησε ἡ ἱστορικὴ «Πανευρυτανικὴ Ἕνωση» σὲ Τροβάτο, Ἄγραφα καὶ Μεγ. Βραγγιανὰ τὸ τριήμερο 8-9-10 Αὐγούστου 2008‒, ἔκανε τὴν τρίτη καὶ τελευταία στάση της στὰ Μεγάλα Βραγγιανά, στὸν τόπο τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, στὸν χῶρο τῆς πηγῆς «Φοντάνα» τοῦ Εὐγενίου Γιαννούλη καὶ τοῦ Ἀναστασίου Γορδίου. Εἶδα πὼς στὸν τόπο δὲν ὑπῆρχε κάποια προετοιμασία: κάτι ποὺ νὰ θυμίζει πὼς θὰ πραγματοποιηθεῖ συνεδρία ἱστορικοῦ συνεδρίου. Κάποια τραπεζοκαθίσματα καὶ ἡ ἠχητικὴ ἐγκατάσταση ἦταν καθ’ὁδόν, ὅπως ἐλέχθη. Οἱ σύνεδροι εἶχαν ἤδη ἔλθει καὶ ἐκκλησιάζονταν στὸν ναὸ τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς. Ἀντιλήφθηκα ὅτι δὲν ὑπῆρχε ἀναλόγιο, βῆμα ἀπὸ τὸ ὁποῖο θὰ μιλοῦσαν οἱ εἰσηγητές. Οὔτε ἡ Ἐνορία, οὔτε ἡ Κοινότητα, οὔτε ὁ Σύλλογος διέθετε τέτοια ὑποδομή. Σίγουρα δὲν θὰ ἦταν θέαμα ποὺ θὰ τιμοῦσε τὸν τόπο καὶ τοὺς διοργανωτές, ἕνας ὁμιλητής, καὶ μάλιστα φιλοξενούμενος στὸν τόπο μας, νὰ μὴν ἔχει ποῦ νὰ τοποθετήσει τὰ γραπτά του· πρόβλημα ποὺ ὑπῆρχε καὶ στὰ ἄλλα δύο χωριὰ καὶ ὅπου λύθηκε ἐκ τῶν ἐνόντων, ὅμως ὄχι μὲ ἱκανοποιητικὸ ἀποτέλεσμα.

Ὁ ἀείμνηστος Κώστας Ζαμπάκας 
παρακολουθεῖ τὶς εἰσηγήσεις
στὴ συνεδρία τῶν Μεγ.Βραγγιανῶν.

 

Κοντὰ στὴ πηγὴ συναντῶ τὸν Κώστα Ζαμπάκα. Εἶδε, ἀπὸ τὸ ὕφος μου, τὸν προβληματισμό μου καὶ ὅταν τοῦ ἐξήγησα σχετικά, ἀφοῦ σκέφτηκε λίγο, μοῦ εἶπε:

—Πᾶμε, ἔχω μιὰν ἰδέα.

Πήγαμε στὸν  νάρθηκα τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου. Ἐκεῖ ἀφημένο κατὰ γῆς, ἀραχνιασμένο σὲ μιὰ γωνιά, ἦταν τὸ παλαιὸ ξύλινο ἀναλόγιο τοῦ Ψαλτηρίου. Ἡ νεωτερικότητα τὸ εἶχε ἀπαξιώσει μὲ κάτι πιὸ φανταχτερὸ ἀλλὰ ἐντελῶς συμβατικὸ καὶ ἀταίριαστο μὲ τὸν τόπο καὶ τὸν χῶρο. Τὸ παλαιὸ ἀναλόγιο ἦταν ἕνα στολίδι ἀληθινό, ἔργο τῶν ξυλοτεχνιτῶν συγχωριανῶν  μας παλαιοτέρων ἐποχῶν. Ἕνα λιτό, φτωχικὸ ἔργο, τὸ ὁποῖο ὅμως ἔφερε ἐπάνω του τὰ ἴχνη τῆς φιλοτιμίας, τῆς τέχνης ἀλλὰ καὶ τῆς θεοσέβειας ἐκείνων τῶν παλαιῶν ἁπλῶν ἀνθρώπων τοῦ τόπου μας.

Θαρρεῖς πὼς στὴν ἐπιφάνειά του εἶναι ἀκόμη ἀνιχνεύσιμα ἴχνη τοῦ  DNA τους καθὼς καὶ οἱ ἀνάσες τὼν παλαιῶν ἱστορικῶν ἱεροψαλτῶν καὶ ἱερέων μας. Λὲς καὶ διακρατεῖ ἀποταμιευμένες πάνω του μνῆμες καὶ πρόσωπα, βλέμματα καὶ σκιές, προσευχὲς καὶ παρακλήσεις τῶν προγόνων μας καὶ μνῆμες δεμένες μὲ τὴ ζωὴ τοῦ χωριοῦ μας.

Τὸ πήραμε, τὸ πλύναμε, τὸ εὐπρεπίσαμε κατὰ τὸ δυνατόν καὶ τὸ μεταφέραμε στὸν χῶρο τῆς ἐκδήλωσης.

Τὸ ἱστορικὸ ἀναλόγιο ψαλτηρίου τοῦ ναοῦ Ἁγ. Δημητρίου Βραγγιανῶν  μεταπλασμένο σὲ βῆμα ἀναλογίου  στὴ συνεδρία τῶν Μεγ. Βραγγιανῶν. Στὸ βῆμα ὁ ἀείμνηστος ἐπίσης καθηγητὴς ἀπὸ τὴν ὁμογένεια τῶν ΗΠΑ,  Ἀνδρέας Καμπιτζιώνης

Ὁ Κώστας μὲ τὴ σκέψη του ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν πρόθυμη διάθεσή του ἔβαλε μιὰ σφραγίδα ἱερότητας στὸν χῶρο καὶ στὴν ὅλη ἐκδήλωση: μνημειώνοντας τὸν χρόνο μέσα ἀπὸ ἕνα ἁπλὸ παλαιὸ ξύλινο ἀναλόγιο ψαλτηρίου τοῦ τόπου μας. Μετά, ἔκατσε διακριτικὰ στὴν ἄκρη καὶ παρακολούθησε, μαζὶ μὲ τοὺς οἰκείους του, τὴν ἱστορικὴ ἡμερίδα. Ἴσως, χωρὶς νὰ τὸ γνωρίζει ἀλλὰ ὁ Θεὸς σίγουρα θὰ τοῦ τὸ πιστώσει ἔφερε στὸ φῶς καὶ ἔσωσε ἕνα λειτουργικὸ ἀντικείμενο τοῦ χωριοῦ μας τὸ ὁποῖο, πιθανώτατα, θὰ εἶχε χαθεῖ ἀπὸ τὴν πολιτιστική μας κληρονομιά.

Ἔχουν περάσει 14 χρόνια ἀπὸ τότε. Ὅμως, ἀκόμη καὶ τώρα σὲ διάφορες ἐκδηλώσεις ποὺ γίνονται στὸ χῶρο τῆς «Φοντάνας», ἀλλὰ καὶ ἀλλοῦ, ἀπ’ αὐτὸ τὸ λιτὸ ἀλλὰ τόσο κομψὸ ἀναλόγιο ψαλτηρίου ἀπευθύνονται στὸ κοινὸ οἱ ὁμιλητές. Αὐτὸ ποὺ εἶναι ποτισμένο μὲ εὐωδίες θυμάματος, ποὺ ἔχει ἀποθηκευμένα στὸ σῶμα του ἀποτυπώματα ἠχητικὰ ἀπὸ κηρύγματα ποιμαντικὰ τῶν ἱερέων, ἀλλὰ καὶ προσευχές,  βλέμματα καὶ σκιὲς τῶν προγόνων μας.

Τώρα ποὺ ἔφυγε ἀπὸ κοντά μας ὁ Κώστας καὶ βρίσκεται πλέον στὸν ἀληθινὸ κόσμο τοῦ Θεοῦ, τοῦ Παλαιοῦ τῶν Ἡμερῶν τοῦ Τρισαγίου,  βλέπω νὰ ὑποστασιάζεται ἡ ψυχή του ἀλλὰ καὶ ἡ μορφή του, σὲ αὐτὸ τὸ ταπεινὸ ξυλόγλυπτο ἀναλόγιο τοῦ Ἁγίου Δημητρίου. Κοντὰ στὸν Θεό,  θεωρῶ ὅτι τὴν ἴδια διακονία ἐπιτελεῖ: κομίζει τὰ "καλά" του, τὰ δῶρα τῆς ἀγάπης του σὲ μιὰ Οὐράνια Σύναξη ὅπου παρευρίσκονται καὶ τὰ ἱερὰ πρόσωπα τῶν γονιῶν του, φίλων καὶ συγγενῶν, γιὰ νὰ μᾶς θυμίζει πὼς ἡ καλωσύνη καὶ ἡ ἀνιδιοτέλεια εἶναι χαρίσματα θηλυκοῦ γένους· γιατὶ γεννοῦν πολλὲς ἄλλες ἀρετές, ποὺ τὶς διέθετε ὁ Κώστας.

Μετὰ τῶν δικαίων καὶ τῶν ἁγίων Κώστα.

Κων. Σπ. Τσιώλης

Σημ: πρώτη δημοσίευση στὴν ἐφημερίδα ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΒΡΑΓΓΙΑΝΑ, φ. 93/1.2.3. 2023/σ. 3.