Ἑλληνομουσεῖον (τό). Ὀνομασία διδομένη πολλαχοῦ, ἐπὶ Τουρκοκρατίας, εἰς τὰ σχολεῖα ἀνωτέρων πως σπουδῶν. Περί «κοινῶν ἑλληνομουσείων ἐπ᾿ ὠφελείᾳ τοῦ γένους κοινῇ» γίνεται λόγος καὶ ἐν σιγιλλίῳ τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Γρηγορίου Ε', ἐκδοθέντι κατ᾿ Αὔγουστον τοῦ 1819.


Σ᾿ αὐτὸν τὸν διαδικτυακὸ χῶρο, ποὺ ἀπευθύνεται στοὺς φίλους τῆς χώρας τῶν Ἀγράφων, φιλοξενοῦνται κείμενα, ἄρθρα, μελέτες, ἀνακοινώσεις, βιβλία εἰκόνες, ταινίες ποὺ ἀφοροῦν ἢ παραπέμπουν στὴν ἱστορία, τὸν πολιτισμό, τὶς παραδόσεις, τὸ φυσικὸ περιβάλλον τοῦ ἱστορικοῦ χώρου τῶν Ἀγράφων, ὅπως αὐτὸς ἦταν γνωστὸς στὴν ὕστερη βυζαντινὴ ἀλλὰ καὶ μεταβυζαντινὴ ἐποχή. Σκοπὸς τῆς δημιουργίας του εἶναι νὰ γίνουν γνωστὰ καὶ νὰ ἀναδειχθοῦν, κατὰ τὰς δυνάμεις ἡμῶν, ὅλα ἐκεῖνα τά ‒ἀνὰ τοὺς αἰῶνες‒ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τοῦ τόπου μας καὶ τῶν ἀνθρώπων του.

Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2020

ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΣΚΙΑΘΟ

  

Ὁ σκιαθίτης Γιάννης Παρίσσης, ὁ καπετὰν Γιάννης, ἡ ψυχὴ τοῦ «Μουσείου Ναυτικῆς καὶ Πολιτιστικῆς παράδοσης τῆς Σκιάθου» ἦταν ἡ ἀφορμὴ νὰ ξετυλίξουμε τὶς σχέσεις, ὅσον κι ἂν αὐτὸ φαντάζει παράδοξο, τῶν Ἀγράφων μὲ τὰ οὐρανομήκη τους ὄρη, καὶ τῆς Σκιάθου μὲ τὰ ρόδινα ἀκρογιάλια τοῦ Παπαδιαμάντη καὶ τοὺς θαλασσῶν τοὺς ἁγίους τοῦ Μωραϊτίδη. Ἀλλὰ ἀκόμη πιὸ οὐσιαστικὴ ἦταν ἡ φιλικὴ προσωπικὴ σχέση μας μὲ τὸν καπετὰν-Παρίσση, ἀπόρροια τῆς ὁποίας ἦταν ἡ παρουσία  μας καὶ ἡ συμμετοχή μας στὴν παρουσίαση τοῦ Λευκώματος, στὶς 3 Φεβρ. 2020 στὸν Βόλο, στὸ ὁποῖο εἶναι ἀφιερωμένη ἡ παροῦσα ἀνάρτηση τοῦ ἱστολογίου μας.

Γιάννης Παρίσσης, «Φωτομνῆμες ποὺ μᾶς ταξιδεύουν...», Σκιάθος 2019

Ταξιδιωτικὸ φωτογραφικὸ δοκίμιο στὸ παρελθὸν τῆς Σκιάθου


Ὡς φωτογραφικὸ δοκίμιο τῆς κοινωνίας καὶ τοῦ περιβάλλοντος τῆς Σκιάθου τῶν πρώτων ἕξη δεκαετιῶν τοῦ 20ου αἰ. μπορεῖ νὰ χαρακτηριστεῖ τὸ λεύκωμα μὲ τὸν τίτλο, «Φωτομνῆμες ποὺ μᾶς ταξιδεύουν...». Ἔργο ζωῆς, πόνημα πολλῶν ἐτῶν κοπιαστικῆς συλλογῆς τῶν πολύτιμων φωτογραφικῶν τεκμηρίων ποὺ περιλαμβάνει, ἀλλὰ καὶ τῶν σχολίων ποὺ τὰ συνοδεύουν, ἀπὸ τὸν ἀκάματο καὶ φιλογενῆ Σκιαθίτη, τὸν βετεράνο τῶν ὠκεανῶν καὶ τῶν πελάγων, τὸν γητευτὴ τῶν κυμάτων, τὸν καπετὰν-Γιάννη Παρίσση. Δαμάζοντας τὰ κύματα ὁ Γιάννης Παρίσσης εἶχε πάντα στὴν καρδιά, τὸ μυαλὸ καὶ τὴν ψυχή του τὴ γενέτειρά του. Ἤθελε νὰ προσφέρει κι αὐτὸς μὲ τὸν δικό του τρόπο, μὲ τὰ δικά του ὑλικά, στὴν ἀνάδειξη καὶ τὴν προβολὴ τῆς ἱστορίας καὶ τοῦ πολιτισμοῦ τῆς ἰδιαίτερης πατρίδας του. Καὶ διάλεξε πέραν τῆς καίριας καὶ καθοριστικῆς προσφορᾶς του ἀπὸ τὸ «Μουσεῖο Ναυτικῆς καὶ Πολιτιστικῆς Παράδοσης τῆς Σκιάθου» τὰ παλαιὰ φωτογραφικὰ τεκμήρια τοῦ νησιοῦ, ποὺ διακρατοῦν ἕνα εἶδος στιγμιαίας ἀθανασίας· ἕνα μέρος τῆς μνήμης τῶν ἀνθρώπων καὶ τοῦ τόπου, παρελθόντων χρόνων, ποὺ πλέον ὁριστικὰ ἔχει χαθεῖ. Λειτουργεῖ, μὲ τὸν δικό του τρόπο καὶ μέθοδο, ὡς ἕνας ἄλλος Παπαδιαμάντης καὶ Μωραϊτίδης ἢ καὶ ὡς Ἰω. Φραγκούλας καὶ Χρῆστος Χειμώνας, σώζοντας στιγμὲς καὶ ἱστορίες τοῦ τόπου, ἁρπάζοντάς τες κυριολεκτικὰ ἀπὸ τὰ χέρια τῆς λήθης, ἀπὸ χωματερὲς ὁριστικῆς καὶ ἀμετάκλητης ταφῆς, καὶ δίνοντάς τους μιὰ μεγάλη παράταση χρόνου ζωῆς· ἴσως, μάλιστα μὲ τὴν βοήθεια τῶν νέων τεχνολογιῶν στὰ ὅρια τῆς αἰωνιότητος.

Ὁ Γιάννης Παρίσσης 
μὲ τὸ Λεύκωμά του.

Εἰκόνες ποὺ
γηράσκουν ἀλλὰ δὲν ἀποθήσκουν ἀλλά, ἀντιθέτως, σταλάζουν εὐῶδες ροδόσταγμα στὶς καρδιές, ἀνοίγουν καρδιές. Οἱ ἐπερχόμενες πολλὲς γενεὲς Σκιαθιτῶν θὰ μποροῦν νὰ γνωρίσουν τοὺς προγόνους τους καὶ τὶς δραστηριότητές τους, ἀλλὰ καὶ τὸ νησί τους ὅπως ἦταν σὲ ἄλλες, παλαιότερες ἐποχὲς καὶ χρόνους. Ἀλλὰ καὶ οἱ φίλοι καὶ ἐπισκέπτες τοῦ νησιοῦ, οἱ ὁποῖοι ἔρχονται νὰ γνωρίσουν τὴ γενέτειρα τῶν δύο Ἀλεξάνδρων καὶ τοῦ παπα-Γιώργη Ρήγα, ἔχουν τὴ δυνατότητα νὰ γνωρίσουν τὴν περιοχὴ καὶ τοὺς ἀνθρώπους της, ὅπως σώζονται στὰ διηγήματά τους καὶ τὰ ὑπόλοιπα δημοσιεύματά τους. Μέσα ἀπὸ τὶς σελίδες τοῦ Λευκώματος δὲν ἐπιδιώκεται, δὲν εἶναι σκοπός του,  νὰ ἐπαναφέρει καὶ νὰ διατηρήσει τὸν ἴδιο τὸν παρελθόντα βίο καὶ τὸ περιβάλλον τοῦ τόπου ὅπως ἦταν σὲ ἀλλοτινὲς ἐποχές, ἀλλὰ τὸ ἀπόσταγμα, τὶς ἀξίες  αὐτῶν τῶν  ἐποχῶν. Αὐτὲς θὰ γίνουν ὁδηγὸς καὶ παράδειγμα γιὰ νὰ βροῦν τὸν δικό τους δρόμο γιὰ τὸ μέλλον τοῦ τόπου καὶ τῶν ἀνθρώπων του· ἀναβαπτιζόμενοι δηλαδὴ σὲ ἀξίες καὶ ὠφέλιμα παραδείγματα ἄλλων ἐποχῶν.

Στιγμιότυπα ποὺ μᾶς καλοῦν νὰ δεξιωθοῦμε τὸ βλέμμα ἐπώνυμων καὶ ἀνωνύμων φωτογράφων ἄλλων ἐποχῶν χωρὶς σπουδαιοφανῆ ἀνάλυση ἢ κριτικὴ ἀποτίμηση ἀλλὰ μέσα ἀπὸ τὴν ἄδολη ματιὰ τοῦ φακοῦ τοῦ φωτογράφου. Τὰ Σκιαθίτικα φωτογραφικὰ πονήματα μιλοῦν, παρὰ τὴν σιωπή τους. Ἀποκαλύπτουν τὸν ρυθμὸ τῆς ζωῆς τοῦ νησιοῦ, τὸν ρυθμὸ τῆς ἀλλαγῆς τοῦ περιβάλλοντος χώρου, τοῦ τόπου καὶ τῶν ἀνθρώπων του. Ἡ ἀποκάλυψη αὐτὴ δὲν εἶναι ἁπλὰ προϊὸν ὀρθῆς, αἰσθητικὰ καὶ μορφολογικὰ τέλειας, ἀπεικόνισης, ἀλλὰ λειτουργεῖ ὡς ἕνα παράθυρο θέασης τοῦ παρελθόντος μὲ ὅρους παρόντος βέβαια ἕνα σύγχρονο ἄνοιγμα στὸν κόσμο τὸν παρελθόντα ἀπὸ ἕνα παραπόρτι τυπωμένο σὲ χαρτί. Οἱ φωτογραφίες του δὲν κλείνουν μέσα τους μόνο ἕνα μικρὸ κομμάτι τοῦ χρόνου καὶ τοῦ κόσμου τῆς Σκιάθου ἀλλὰ μᾶς ἀνοίγουν θέαση σὲ ἕναν μὴ βιωμένο ὁρίζοντα.

Ὁ ἐρανιστὴς τοῦ σκιαθίτικου φωτογραφικοῦ ὑλικοῦ προσπαθεῖ, ἂν ὄχι νὰ γεμίσει ὅλα τὰ κενὰ ποὺ ἀφήνει ἡ ἐπέλαση τῆς λήθης στὴ συλλογικὴ ἀλλὰ καὶ τὴν ἀτομικὴ μνήμη τοῦ νησιοῦ, ἀλλά, τοὐλάχιστον μερικῶς καὶ μερικὰ ἐξ αὐτῶν. Καὶ δὲν εἶναι καθόλου λίγο αὐτό.

Ὁ ἰατρὸς καὶ ἐφοπλιστὴς Ἀχιλλέας Φραγκίστας 
στὴ Σκιάθο στὶς ἀρχὲς τοῦ '60 (σελ. 116

Καταθέτει ἕναν ἐκφραστικὸ κόσμο τῆς Σκιάθου καὶ τῶν ἀνθρώπων της παλαιοτέρων ἐποχῶν. Θέλει νὰ δώσει, ὄχι τὴν πλήρη καὶ ἀκριβῆ εἰκόνα τῆς νησιωτικῆς, τῆς ναυτικῆς, τῆς ἀγροτικῆς ζωῆς τοῦ χώρου, ἀλλὰ τὴν αἴσθηση, τὸ ἄρωμα ζωῆς τῶν χρόνων ποὺ πραγματεύεται στὶς φωτομνῆμες του. Συλλογὴ μὲ ταξινομημένα ἐρεθίσματα ἄλλων καιρῶν, ἀγαπημένα ἐνθυμήματα ἀπὸ μιὰ ἐποχὴ μὲ περισσότερη ἀθωότητα ἀλλὰ μὲ λιγότερα, πολὺ λιγότερα, ὑλικὰ ἀγαθὰ. Ἡ λεηλατημένη ἀπὸ τὴ λήθη μνήμη τῆς Σκιαθίτικης ζωῆς, ξαναζωντανεύει μέσα ἀπὸ ἀδύναμα, ἐφθαρμένα πολλὲς φορές, δεδομένα· μιὰ προσπάθεια τοῦ ἰδίου τοῦ συλλέκτη, ἀλλὰ καὶ τῶν ἀναγνωστῶν, γιὰ ἕνα εἶδος μερικῆς ἐπιστροφῆς στὸ περιβάλλον ἀπ’ ὅπου ἀπέδρασε, χωρὶς γλυκερὴ νοσταλγία ἀλλὰ μὲ οὐσιαστικὴ βίωση. Ἐπαφὲς πολλῶν καὶ διαφορετικῶν τρόπων, μὲ πρόσωπα καὶ τόπους ποὺ ἔχουν χαθεῖ ἀλλὰ ἐμφανίζονται στὸ χαρτῷο προσκήνιο· χωρὶς ἐλπίδα ἐμβίωσης τῶν ἀμετακλήτων, ἀλλὰ γεύσης ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ φαντάζει ὀνειρικό. Αὐτὲς οἱ φωτογραφικὲς  σταγόνες τοῦ Γιάννη Παρίσση, ἀπ’ τὶς φοντάνες τῆς Σκιαθίτικης ζωῆς ἐκπορευόμενες, ξεδιψοῦν καὶ ἀναπαύουν σώματα καὶ ψυχές, σπλάχνα καὶ ὄμματα Σκιαθιτῶν καὶ φίλων ἐπισκεπτῶν τῆς "σκιᾶς τοῦ Ἄθω". Καὶ ὅπως οἱ σταγόνες τοῦ νεροῦ ἔτσι καὶ οἱ φωτοσταγόνες τοῦ Λευκώματος, ἰσχυρότερες ἴσως κι’ ἀπ’ τὶς ὑδάτινες,  κοιλαίνουν τὸν νοῦν τοῦ ἀναγνώστη καὶ σχηματίζεται μὲ τὸν καιρὸ θέσις ἐν αὐτῷ.

Αὐτὰ τὰ ἀσπρόμαυρα πλεούμενα τῆς μνήμης ταξιδεύουν ἔμφορτα ἀπὸ ζωὴ νησιωτικὴ καὶ ἂς μὴν μπορέσουν ποτὲ νὰ διασχίσουν ὅλο τὸ πέλαγος τῆς μνήμης. Ὅταν βλέπουμε τὶς εἰκόνες τῆς πολίχνης μὲ τὰ λευκὰ σπιτάκια της νὰ ἀναρριχῶνται ὡς κοπάδιον λευκῶν ἀμνάδων στοὺς λοφίσκους της, φανταζόμαστε τοὺς ἴδιους τοὺς ἥρωες τῶν διηγημάτων τοῦ Μωραϊτίδη καὶ τοῦ Παπαδιαμάντη, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἴδιους τοὺς τριτεξαδέλφους, νὰ ζωντανεύουν, ξεγελώντας τὸν χρόνο τὸν παμπόνηρο μεσίτη τῆς ζωῆς χαρίζοντας θελκτικὴ γαλήνη καὶ κατάνυξη στὸν ἀναγνώστη.

Ἐμεῖς, ὡς ἀπ’ τὰ ψηλὰ βουνὰ τοῦ Ζαχαρία Παπαντωνίου, ἀπ’ τὰ ἱστορικὰ Ἄγραφα  ὁρμώμενοι, ἐμεῖς ποὺ στέλνουμε τὰ Πινδικὰ μελτεμάκια νὰ δροσίσουν τὸ θερινὸ καῦμα τῶν νησιωτῶν, ἐμεῖς ποὺ δὲν ἔχουμε ἁρμυριστεῖ ἀπὸ θαλασσινὸ νερό, νοιώθουμε τὶς τερπνὲς τοῦ θέρους θαλασσινὲς πνοὲς τοῦ Ἀλέξανδρου Μωραϊτίδη, μέσα ἀπὸ τὶς σπάνιες καὶ ἀποκαλυπτικὲς εἰκόνες τοῦ Λευκώματος καὶ αἰσθανόμαστε τὸ ἁπαλὸ ἀεράκι τῶν Σποράδων, ποὺ ρυτιδώνει τὴ θάλασσα τὴ γαλανή, νὰ θωπεύει τὸ πρόσωπο μας καὶ  νὰ μᾶς καλεῖ σαγηνευτικὰ στὰ μέρη μὲ τὶς ἁλίπληκτες ἀκτὲς τῶν δύο Ἀλεξάνδρων.

Ὁ ἱστορικὸς Δήμαρχος Σκιάθου Φιλοκλῆς Γεωργιάδης
μὲ τὶς γειτόνισσές του ἀρχὲς τοῦ '30

Ἀκόμη, ἀπ’ αὐτὸ τὸ πάντερπνο 300σέλιδο Λεύκωμα, δὲν λείπεται ὅπως λέν’ στ’ Ἄγραφα δὲν ἀπουσιάζει τὸ ἄρωμα τῶν Ἀγράφων. Φιλαποδημώτατοι, φίλεργοι, φιλέρευνοι οἱ Ἀγραφιῶτες, βρῆκαν τὸν τρόπο νὰ "τρυπώσουν" στὴ φωτογραφικὴ σκούνα τοῦ Καπετάνιου. Στὴ σελίδα 116 φαίνεται ὁ Ἀγραφιώτικης καταγωγῆς ἰατρὸς καὶ ἐφοπλιστὴς Ἀχιλλέας Ν. Φραγκίστας (1911-1984), νὰ παραθερίζει στὴ Σκιάθο τοῦ ’60. Ἦταν ἀπόγονος τοῦ προεπαναστατικοῦ ἀγωνιστῆ, τοῦ συντρόφου τοῦ Κατασαντώνη καὶ μετεπαναστατικοῦ στρατιωτικοῦ, Γιαννάκη Φραγκίστα (Ἀνατολικὴ Φραγκίστα τῶν Ἀγράφων 1774-Λαμία 1861). Ἡ θεία τοῦ Ἀχιλλέα, ἡ Μαρίκα Φραγκίστα 1869-1907 ἦταν σύζυγος τοῦ ἱστορικοῦ κοινοτάρχη καὶ Δημάρχου τῆς Σκιάθου Φιλοκλῆ Γεωργιάδη (1845-1936),  ὁ ὁποῖος φαίνεται στὴ φωτογραφία τῆς σελ. 288 νὰ φωτογραφίζεται μὲ τὶς γειτόνισσές του. Στὴν ἴδια φωτογραφία, ἡ ὄρθια γειτόνισσά του (στ' ἀριστερὰ τοῦ Δημάρχου), ἡ ὁποία κρατᾶ στὴν ἀγκαλιά της ἕνα μικρὸ κορίτσι, εἶναι ἡ μητέρα Ματούλα (Σταματία) καὶ ἡ ἀδελφὴ Σοφία ἀντιστοίχως, τοῦ Γιάννη Παρίσση, τοῦ δημιουργοῦ τοῦ Λευκώματος. Στὴ σελίδα 31 σώζεται φωτογραφικὰ καὶ ἡ οἰκία τοῦ Φιλοκλῆ Γεωργιάδη, ὅπου ἔζησε κάποια χρόνια μὲ τὴν προώρως θανοῦσα Μαρίκα, ἄνθος διαχῦσαν εὐωδίαν....προστάτις τῶν πτωχῶν καὶ παρηγορία τῶν τεθλιμμένων κατὰ τὸν Παπαδιαμάντη. Ἐκεῖ φιλοξενήθηκε ὁ Γεώργιος Δροσίνης ὅταν ἦλθε στὸ νησί, τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1925, γιὰ τὰ ἀποκαλυπτήρια τῆς προτομῆς τοῦ Παπαδιαμάντη καὶ ἔτυχε τῆς φιλοξενίας τοῦ Φ. Γεωργιάδη. Γιὰ τὴ Μαρίκα Φραγκίστα, ποὺ πέθανε νέα τὸ 1907, ὁ Παπαδιαμάντης δημοσίευσε μικρὴ νεκρολογία γιὰ τὸν θανατό της καὶ ἐπιμνημόσυνο λόγο γιὰ τὸ 40ήμερο μνημόσυνό της. Θείᾳ δὲ οἰκονομίᾳ θέλησε αὐτὴ ἡ φωτογραφία νὰ δημοσιεύεται δίπλα-δίπλα σὲ ἱστορικὲς φωτογραφίες τοῦ 1930, τοῦ νομπελίστα ποιητῆ μας Γ. Σεφέρη. Λὲς ὁ Νομπελίστας νὰ συνάντησε τὸν ἱστορικὸ Δήμαρχο; Λὲς νὰ τοῦ εἶπε τὸν καϋμό του γιὰ τὴν ἀπώλεια τῆς προσφιλοῦς του Μαρίκας τῆς Ἀγραφιώτισσας; Κι ὅπως σημειώνει ὁ παπαδιαμαντικώτερος πάντων καὶ πασῶν, ὁ  Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος:

«Ὑπομονετικὲ ἀναγνώστη μου, πρόσεξε τὴν σελ. 289. Ὅλα, κείμενο καὶ φωτογραφίες τοῦ 1930, σεφερικά».

Ἀκόμη, καμαρῶστε ἀγαπητοὶ Ἀγραφιῶτες στὴ σελ. 118 τὸ ἐπιβλητικὸ φορτηγὸ «Σκιάθος» τοῦ ἐφοπλιστῆ Γεωργίου Φραγκίστα ἀδελφοῦ τοῦ Ἀχιλλέα. Ἴσως, δέ, κι ὁ σκιαθίτης πλοίαρχος Νίκος Δαμάσκος, ποὺ στὴ σελ. 107 φωτογραφίζεται στὴ γέφυρα τοῦ «S.S. EURYTAN», νὰ μὴν ἀντιλαβάνεται πὼς ἀσυνείδητα πατᾶ "Καρπενησιώτικο ἔδαφος".

Ἡ οἰκία Φιλοκλέους Γεωργιάδη 
καὶ Μαρίκας Φραγκίστα στὴ Σκιάθο,
πρὶν καταστραφεῖ ἀπὸ πυρκαϊὰ 
στὴ διάρκεια τῆς Γερμανικῆς κατοχῆς
(Λεπτομέρεια ἀπὸ φωτο τῆς σελ. 31).

 Πρόσεξε, λοιπόν, ἐπιμελέστατε  ἀναγνώστη-Ἀγραφιώτη, αὐτὲς τὶς σελίδες τοῦ Καπετάνιου, κι ὅταν πᾶς στὴ Σκιάθο, πλὴν ὅλων τῶν ἄλλων, πήγαινε καὶ πρὸς τὸ τέλος τῆς ὁδοῦ Παπαδιαμάντη γιὰ νὰ ἀνάψεις κεράκι στὸ ναΰδριο τῆς Παναγίας τῆς Προυσιωτίσσης, τῆς ἀποκαλουμένης καὶ ὡς "Παλλάδιον τῶν Ἀγράφων", τὸ ὁποῖο ναΰδριο ἀνήγειρε φιλόθεος Σκιαθίτης, ὡς εὐχαριστήριο ἀντίδωρο σὲ θαῦμα τῆς Παναγίας.  

Ὅλοι οἱ τόποι θὰ ἦσαν εὐτυχεῖς καὶ τυχεροὶ ἂν εἶχαν ἕναν Γιάννη Παρίσση, μὲ τὸ μεράκι καὶ τὴν ἀνιδιοτελῆ διάθεση προσφορᾶς  στὸν τόπο καὶ τοὺς ἀνθρώπους του, ἕνα Μουσεῖο ὅπως αὐτὸ τῆς «Ναυτικῆς καὶ Πολιτιστικῆς Παράδοσης Σκιάθου» καὶ φιλογενεῖς, ἀναργύρου δωρεᾶς, χορηγούς, ὅπως αὐτοὶ ποὺ καταχωρίζονται στὸ Λεύκωμα, γιὰ νὰ δωρίζουν στὸν τόπο τους καὶ στὴ χώρα Σκιαθίτικους φωτογραφικοὺς ἀδάμαντες πλήρεις δρόσου καὶ ἀρωμάτων, ἀντίδωρα ζωοποιὰ καὶ εὐφρόσυνα.

Εὐλπιστοῦμε, προσδοκοῦμε, ἀναμένουμε ἀπὸ τὸν καπετὰν-Γιάννη Παρίσση καὶ τοὺς συνεργάτες του κι ἄλλον, δεύτερο τόμο μὲ στολίδια, πλουμίδια, κοσμήματα φωτογραφικὰ τῆς Σκιάθου καὶ τῶν ἀνθρώπων της, ἀπὸ ἐποχὲς χορταστικὲς ἐλαίου παραμυθίας. 

Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης

 

1 σχόλιο:

  1. Ναί, ὄντως, εἶναι ἔνα ὑπέροχο κόσμημα γιὰ τὴ Σκιάθο καὶ τὶς Νορειεςς Σποραδες. Κι ἄν εἶχε τὴ δυνατότηα ὁ συλλέκτης νὰ παραθέσει σὲ ὁρισμένες φωτ. κείμενα τῶν Ππδ καὶ Μωραϊτίδη, τότε θὰ ἦταν τέλειο. Ὡστόσο, τί νἀ κάμει κάποιος ποὺ παλευει μόνος του, ὁπως ὁ ἀκάμαος καπετάν Γιάννης, ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ βραβευτεῖ πάλιν καὶ πολλάκις; Μακατι νὰ ἔχουμε συνέχεια...π.κ

    ΑπάντησηΔιαγραφή