[Ὁ
σκιαθίτης λόγιος Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης (Σκιάθος1850-1929), κατακαλόκαιρο, τὸν Ἰούλιο
1881, εἴκοσι χρόνια πρὶν ταξιδέψει στὸ Καρπενήσι μέσῳ Στυλίδος, μᾶς ‘‘ταξιδεύει’’
στὸ δροσιστικὸ προάστιο τοῦ Φαλήρου, ‘‘τοὺς
Ἑλληνικοὺς Παρισίους μας’’ ὅπως τὸ ἀποκαλεῖ, καὶ τὰ θέλγητρά του].
Εἰς
τοὺς ἑλληνικοὺς Παρισίους μας*
Ὅσο τὸν κοιτάζεις, τόσο νοστιμίζει
Ὅπως
φαίνεται στὰ δημοσιεύματα τοῦ Ἀλεξάνδρου
Μωραϊτίδη (Σκιάθος
1850-1929), εἶναι ἐντυπωσιακὸ τὸ πόσο ἔχει γοητευτεῖ ἀπὸ τὸ Φάληρο καὶ τὰ
θέλγητρά του.
|
Ἀλέξανδρος Δημ. Μωραϊτίδης (Σκιάθος, 1850-1929). |
Ἕνα ἔτος μετά, τὸ χρονογράφημά του τῆς 20ης Ἰουλίου 1880 μὲ τίτλο «Τὸ Φάληρον», στὸ πολιτικοσατυρικὸ ἔντυπο «Μὴ
Χάνεσαι» τοῦ Βλάση Γαβριηλίδη, ἀρθρογραφεῖ πάλι γιὰ τὸ Φάληρο στὸ ἴδιο ἔντυπο
στὶς 9 Ἰουλίου 1881 στὴ στήλη ποὺ διατηρεῖ μὲ τὸν τίκλο «Ἀττικαὶ νύκτες». Τὸ
ἄρθρο του σὲ αὐτὴν τὴν περίπτωση εἶναι ἄτιτλο καὶ τὸ ὑπογράφει μὲ τὸ δημοσιογραφικό
του ψευδώνυμο, «Σφίξγ». Αὐτὴ
τὴ φορὰ ἐμφανίζεται ἐξαιρετικὰ ἀπογοητευμένος ἀπὸ τὴν ἀλλαγὴ τῆς φυσιογνωμίας
τοῦ προνομιακοῦ ἐξοχικοῦ προαστίου τῶν Ἀθηνῶν, ἡ ὁποία γίνεται μὲ πρωτοβουλίες,
τοῦ δημαρχεύοντος τότε Παρασκευαϊδη,
καθὼς καὶ τοῦ νέου ἐπενδυτὴ ποὺ ἔχει ἐμφανιστεῖ
στὴν περιοχή, τοῦ ὁμογενοῦς Γεωργίου Κατσίμπαλη ποὺ ἐπιχερεῖ τὴν ἀνάπτυξη τοῦ
Φαλήρου μὲ ἕνα εἶδος ἀνάπλασης μὲ χρηματοοικονομικοὺς ὅμως ὅρους.
|
Τὸ
Νέο Φάληρο τὸ 1881·
Ἱστορικὸ Ἀρχεῖο Πειραιᾶ.
Διακρίνονται τὸ ξενοδοχεῖο «Μέγα»,
συμφερόντων Γ. Κατσίμπαλη
καὶ τὸ Θέατρο τοῦ Φαλήρου,
ποὺ ἐπίσης περιῆλθε στὴν ἐκμετάλευσή
του τὸ 1884.
|
Ἀναπολεῖ τὸ Φάληρο τὸ πρὸ ὀλίγων ἐτῶν (1875) ὅταν
νεαρὸς φοιτητὴς ἀκόμη,
ἀπολαμβάνει,
μὲ πολὺ λιγότερα χρήματα, τὶς ὀμορφιὲς καὶ τὴν ἁπλότητα τοῦ θαλασσινοῦ
αὐτοῦ συνοικισμοῦ τοῦ Πειραιᾶ,
καθὼς καὶ τῶν ψυχαγωγικῶν ἐκδηλώσεων καὶ
δραστηριοτήτων ποὺ πραγματοποιοῦνται στὸν χῶρο:
Εἶναι δυνατὸν τώρα ἐνθυμούμενος, ὦ
νέε τοῦ ’75,
τὰς ἀθώας τοῦ Φαλήρου διασκεδάσεις, νὰ μὴν θρηνήσῃς διὰ τὴν ἱδρυθεῖσαν ἐκεῖ ἀηδῆ
πολυτέλειαν; Ἓν Φάληρον εἴχομεν, καὶ αὐτὸ οἱ ὁμογενεῖς μας τὸ κατέκτησαν, καὶ εἰσήγαγον
ἓν τῷ ἅμα τοὺς χρηματολογικοὺς νόμους των.
Ὁ
Ἀλέξ. Μωραϊτίδης ‒31
ἐτῶν ὅταν δημοσιεύει τὸ ἄρθρο του‒
βρίσκεται στὴ μετάβαση ἀπὸ τὴν ἐξωστρεφῆ πρώτη, «θορυβώδη,
νεανική, κοσμική, γελῶσα περίοδο τῆς ζωῆς του», στὴν
δεύτερη περίοδο, τὴν καθηγητικὴ ἀλλὰ καὶ τὴν περιηγητικὴ μὲ τὴν λογοτεχνικὴ
καταγραφὴ τῶν ἐντυπώσεών του. Ἔχει ὁλοκληρώσει ἔστω καὶ μὲ καθυστέρηση τὶς
σπουδές του, καὶ ἔχει διορισθεῖ προσφάτως, τὸ φθινόπωρο τοῦ 1880, ἐκπαιδευτικὸς
στὴ Μέση Ἐκπαίδευση. Ἡ
σκέψη του καὶ ἡ γραφή του εἶναι πιὸ ὥριμη καὶ πιὸ σύνθετη καὶ ἔτσι, ἴσως, ἐξηγεῖται ἡ κριτικὰ ἔντονη ἀντίδρασή
του στὴ ἀλλαγὴ ‘‘χρήσης’’τοῦ παραδεισίου ἐξοχικοῦ Φαλήρου.
|
Σφίγξ,
«Ἀττικαὶ νύκτες», Ἐφ. Μὴ Xάνεσαι, φ. 175 / 9.7. 1881, σ. 5. |
Στὴ
σχετικὴ δημοπρασία ποὺ παγματοποιήθηκε γιὰ τὴν ἐκμετάλευση τοῦ χώρου πλειοδότησε
ὁ Γ. Κατσίμπαλης, ἔναντι
τῶν ἰδιοκτητῶν ξενοδοχείων Δανιὴλ καὶ Ξένου, μὲ ὑψηλό μάλιστα τίμημα, μιᾶς καὶ
φαίνετο πὼς ὁ Κατσίμπαλης ἦταν μεγάλης οἰκονομικῆς ἐπιφανείας:
Ἡ μάχη ἐδόθη ἐν
τῇ δημοπρασίᾳ ὑπὸ τῶν ὁμογενῶν, ἡγουμένου Κατσίμπαλη καὶ ταχυδρόμου, καὶ ὑπὸ τῶν
ἑλλήνων, ἡγουμένων Δανιὴλ καὶ Ξύδη τῶν ξενοδόχων ...Τέλος, 30.000 χρυσίου
κατέπνιξαν τὸ ἰθαγενὲς στοιχεῖον καὶ ὁ Κατσίμπαλης νικητὴς ἐγκατέστη εἰς τὸ
χρυσοῦν αὐτοῦ βασίλειον.
Ὁ
Μωραϊτίδης ἀναφέρει πὼς ὁ Κατσίμπαλης καθόρισε συγκεκριμένες, ἐνδεχομένως κατὰ
τὰ Εὐρωπαϊκὰ πρότυπα, ὧρες ἑστιάσεως, ἐνῶ ἐπιχείρησε, μᾶλλον δίχως ἰδιαίτερη ἐπιτυχία,
νὰ φωτιστεῖ ὁ τόπος μὲ ἠλεκτρικοὺς λαμπτῆρες.
|
Σφίγξ, «Ἀττικαὶ νύκτες»,
Ἐφ. Μὴ Xάνεσαι,
φ.
175 / 9.7. 1881, σ. 6.
|
Ὁ ἀρθρογράφος χρησιμοποιεῖ
βαρύτατους χαρακηρισμοὺς ἀλλὰ καὶ λεπτὴ εἰρωνία γιὰ τὸν νέο ἐπενδυτῆ καὶ τὸ ἔργο
του, ὁ ὁποῖος ὅπως σημειοῖ προέρχεται ἀπὸ τὴν ἐν ἀλλοδαπῇ ὁμογένεια:
Ὁ
ἀπάνθρωπος κατακτητής, ἵνα τὸ καταπλήξῃ, ἐφώτισε τὴν θαλασσόβρεκτον πλατεῖάν
του διὰ δώδεκα φανῶν ἠλεκτρικοῦ φωτὸς καὶ ἔδωκεν ὄψιν κοιμητηρίου εἰς τὴν
ζωοδότειραν ἐκείνην διαμονήν.
Στὸ
ὀνομαστὸ ξενοδοχεῖο «Μέγα Ξενοδοχεῖον τοῦ Φαλήρου»,
τοῦ ὁποίου ὁ Γ. Κατσίμπαλης ἀνέλαβε τὴ διαχείριση, μετὰ δέκα χρόνια, θὰ ἀναπτυχθεῖ
μὲ μορφὴ προβλήτα ἡ θρυλικὴ κοσμικὴ καὶ καλλιτεχνικὴ «Ἐξέδρα» γιὰ τὴν ὁποία ἔγραψε
ἐπαίνους ὁ Μωραϊτίδης στὸ χρονογράφημά του μὲ τίτλο «Θαλασσινὴ ἀναψυχή», στὴν ἐφημερίδα
«Ἀκρόπολις» στὶς 14 Ἰουν. 1902.
|
Ἐφ. Μὴ Χάνεσαι,
12.6.1880, σ. 4.
Διαφημιστικὴ καταχώριση.
Οἱ ξενοδόχοι Δανιὴλ καὶ
Ξύδης,
ποὺ συμμετεῖχαν στὴν
δημοπρασία
γιὰ τὶς ἐγκαταστάσεις
τοῦ Φαλήρου,
ὅπου τελικὰ κέρδισε ὁ Γ. Κατσίμπαλης. |
Ἡ
ἀντίστοιχη ὅμως αὔξηση τῆς τιμῆς τῶν ὑπηρεσιῶν ποὺ προσφέρονται στὸν χῶρο ἀναψυχῆς
τοῦ Φαλήρου, ἔκανε τὸ δημοφιλὲς προάστειο προσιτὸ μόνον σὲ ὅσους εἶχαν ἄνεση οἰκονομική:
Ἡμεῖς
δὲ οἱ ἅγιοι Ἀνάργυροι εἰς τὰ Ὀλύμπια εὑρίσκομεν τὴν παρηγορίαν μας. Ἐκεῖ ἡ
πολύφωτος πλατεία μὲ τὸν μέγαν ἐν μέσῳ διάδρομον μᾶς ὑπενθυμίζει τὸ ὑποδουλωθὲν
Φάληρον, ἀπωτέρα δὲ ἡ εὐρεία τοῦ Σαρωνικοῦ κόλπου θάλασσα μᾶς φέρει τὸν
θαλασσινὸν ἀέρα ἐλεύθερον καὶ ζωτικόν,
Ὁ
ἀπόλυτος αὐτὸς ἐκχρηματισμὸς τῆς ψυχαγωγίας, ποὺ προσφερόταν στὴν περιοχή, δυσαρεστεῖ ἔντονα τὸν Μωραϊτίδη
καὶ ἀναγκάζεται, στὴν κάθοδό του πρὸς τὸ Φάληρο, νὰ περιορίζεται στὴν ἐπίσκεψή
του, πρὸς ἀναψυχήν, στὰ Ὀλύμπια, ἕναν
χῶρο κοντὰ στὴ περιοχή, ὅπου κάποιος
δύναται ἔστω καὶ ἀπὸ κάποια ἀπόσταση νὰ ἀπολαύσει τὶς χάρες τοῦ Φαληρικοῦ
τοπίου.
|
Σφίγξ,
«Ἀττικαὶ νύκτες»,
Ἐφ. Μὴ χάνεσαι,
5.7.1881, σ. 6.
Ὁ
Μωραϊτίδης περιγράφει
τὴν
κάθοδό του στὰ Ὀλύμπια τοῦ Φαλήρου.
|
Τελικά,
ὁ Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης ἐν ἀγανακτήσει ἀναφωνεῖ:
Βλέπετε
τώρα μὲ τὰ χρήματά σας, χρυσοκάνθαροι, ὁμιλεῖτε μὲ τὰ χρήματά σας, περιπατεῖτε
μὲ τὰ χρήματά σας, ἀγαπᾶτε μὲ τὰ χρήματά σας, τρώγετε μὲ τὰ χρήματά σας.
|
Σφίγξ, «Ἀττικαὶ
νύκτες»,
Ἐφ. Μὴ χάνεσαι, 5.7.1881, σ. 7.
Ὁ Μωραϊτίδης ὁραματίζεται
φανταστικὴ
κάθοδο τοῦ Χατζῆ Ἐμὶν
Ἀγᾶ
‒τοῦ Ὀθωμανοῦ
διοικητῆ
ποὺ παρέδωσε εἰρηνικὰ
τὴν Ἄρτα (24.6.1881)
στὴν Ἑλληνικὴ
Διοίκηση‒
στὰ Ὀλύμπια τοῦ
Φαλήρου.
Διακρίνουμε τὸν εἰρηνόφιλο
καὶ ἀντιπολεμικὸ
χαρακτῆρα τοῦ Ἀλ. Μωραϊτίδη.
|
ΑΤΤΙΚΑΙ
ΝΥΚΤΕΣ
—
8 Ἰουλίου 1881.
Ἔχετε
ἰδέαν τινὰ περὶ Φαλήρου; Ὄχι. Ἀλλ’ οὔτε δύναμαι ἐγὼ νὰ σᾶς
δώσω καμμίαν. Διότι αἱ περὶ τῆς θερινῆς ταύτης διαμονῆς ἰδέαι σχηματίζονται,
γεννῶνται ἐπὶ τόπου, ὡς τὰ λιπαρὰ σπανάκια, τὰ ὁποῖα δὲν φύονται εἰς πάντα
τόπον. Ἀκολουθῶν κατὰ γράμμα τὴν συμβουλὴν τοῦ Ἰάγου Παρασκευαΐδου πρέπει νὰ
βάλῃς καὶ νὰ ξαναβάλῃς χρήματα εἰς τὸ πουγγί σου καὶ νὰ κατέλθῃς εἰς τοὺς ἑλληνικοὺς Παρισίους
μας· ἐκεῖ δὲ πλέον εἶσαι ἐλεύθερος νὰ διευθύνῃς τοὺς φακοὺς τῶν ὀφθαλμῶν σου
κατὰ πᾶσαν διεύθυνσιν, τὸ λογικόν σου καθ’ ὅλους τοὺς κανόνας τῆς λογικῆς καὶ ἐκ τῶν δύο αὐτῶν δεδομένων νὰ ἐξαγάγῃς τὸ
συμπέρασμά σου, τὸ ὁποῖον θὰ εἶναι εἴτε καθόλου καταφατικὸν, εἴτε καθόλου ἀποφατικόν.
Τὸ ἐπὶ μέρους δὲν χωρεῖ ἐκεῖ.
—Ἀλλὰ
ἡμεῖς, κυρία Σφίγξ, δὲν γνωρίζομεν λογικήν. Βγάλε μας ἓν συμπέρασμα.
*
* *
Λοιπὸν ἀκούσατε, ἄλογα
ὄντα. Ἐν Φαλήρῳ βλέπεις χρήματα, ὁμιλεῖς χρήματα, περιπατεῖς χρήματα, ἐρωτεύεσαι
χρήματα, τρώγεις χρήματα.
Ἡ Λογικὴ καὶ μὲ μίαν φράσιν ὅλα αὐτά: ‘‘Σοῦ
τρώγουν χρήματα’’!
*
* *
Ποῦ εἶσαι, Φάληρον
τοῦ ’75! (Ὅσον θέλω νὰ ἀποφύγω τὴν ἐλεγείαν, τόσο μὲ ἀναγκάζουν αἱ περιστάσεις
νὰ ὑποχωρῶ). Εἶναι δυνατὸν τώρα ἐνθυμούμενος, ὦ νέε τοῦ ’75, τὰς ἀθώας τοῦ
Φαλήρου διασκεδάσεις, νὰ μὴν θρηνήσῃς διὰ τὴν ἱδρυθεῖσαν ἐκεῖ ἀηδῆ πολυτέλειαν;
Ἓν Φάληρον εἴχομεν, καὶ αὐτὸ οἱ ὁμογενεῖς μας τὸ κατέκτησαν, καὶ εἰσήγαγον ἓν τῷ
ἅμα τοὺς χρηματολογικοὺς νόμους των.
Ἀλλ’ εἶναι ἀνάγκη νὰ
διηγηθῶμεν τὰ τῆς κατακτήσεως διότι εἶναι τραγικώτατα.
Ἡ μάχη ἐδόθη ἐν τῇ
δημοπρασίᾳ ὑπὸ τῶν ὁμογενῶν, ἡγουμένου Κατσίμπαλη καὶ ταχυδρόμου, καὶ ὑπὸ τῶν ἑλλήνων,
ἡγουμένων Δανιὴλ καὶ Ξύδη τῶν ξενοδόχων. Ἡ μάχη ἐγένετο κρατερά. Ἐπρόκειτο περὶ
ἰθαγένειας καὶ περὶ ξενισμοῦ. Ἐπὶ τρεῖς ἡμέρας διήρκει ὁ περὶ τῶν ὅλων ἀγών.
Ὁ χρυσὸς ἀντήχει
προκλητικώτατος. Τέλος 30.000 χρυσίου κατέπνιξαν τὸ ἰθαγενὲς στοιχεῖον καὶ ὁ
Κατσίμπαλης νικητὴς ἐγκατέστη εἰς τὸ χρυσοῦν αὐτοῦ βασίλειον. Ἀπὸ τῆς οἰκτρᾶς ἥττης
τῶν Δανιὴλ καὶ συντροφία χρονολογεῖται ἡ κατάκτησις. Ἔκτοτε σύμβολον τοῦ νέου
βασιλείου εἶναι τὸ χρῆμα. Ἔκτοτε διὰ νὰ βλέπῃς ἐν Φαλήρῳ πρέπει νὰ ἔχῃς
χρήματα. Διὰ νὰ ὁμιλῃς πρέπει νὰ ἔχῃς χρήματα, διὰ νὰ ἀγαπήσῃς πρέπει νὰ ἔχῃς
χρήματα, διὰ νὰ φάγῃς πρέπει νὰ ἔχῃς χρήματα.
Ἡ
λογική. Καὶ μὲ μίαν φράσιν ὅλα αὐτά: διὰ
νὰ φαγωθῇς πρέπει νὰ ἔχεις χρήματα.
*
* *
Ἀλλ’ ὁ κατακτητὴς
Κατσίμπαλης νομίζετε, ὅτι ἐσταμάτησεν ἕως αὐτοῦ; Ὄχι. Ἵνα ἐπιδείξῃ τὴν τοῦ ὡραίου
Φαλήρου κυριαρχίαν του ἐκήρυξε τὰ ἑξῆς:
—«Ἠμπορεῖ νὰ εἶσαι Κροῖσος, δὲν ἠμπορεῖς
νὰ φάγῃς οὔτε προτῄτερα οὔτε ἀργότερα ἀπὸ τὴν ἑβδόμην ὥραν».
Καὶ τὴν καταπίεσιν αὐτὴν τὴν
κατέπιον οἱ ἡττηθέντες καὶ ἔκτοτε τὸ περιπαθὲς Φάληρον, περιπαθέστερον καὶ τῆς
μᾶλλον περιπαθοῦς ἐρωμένης, στενάζει ὑπὸ τοὺς ὄνυχας τοῦ ἀγρίου κατακτητοῦ. Εἰς
μάτην κατὰ τὰς σεληνοφεγγεῖς νύκτας ἱκετεύει διὰ τῶν ἀπείρων καλλονῶν του, ἃς ἡ
κατάκτησις γλυκυτέρας κατέστησεν. Εἰς μάτην κατὰ τὰς ἀσελήνους νύκτας χύνει ἄφθονα
δάκρυα ἀπὸ τὰ ἀναρίθμητα ἄστρα τοῦ γλαυκοῦ οὐρανοῦ του. Ὁ ἀπάνθρωπος
κατακτητής, ἵνα τὸ καταπλήξῃ, ἐφώτισε τὴν θαλασσόβρεκτον πλατεῖάν του διὰ
δώδεκα φανῶν ἠλεκτρικοῦ φωτὸς καὶ ἔδωκεν ὄψιν κοιμητηρίου εἰς τὴν ζωοδότειραν ἐκείνην
διαμονήν, ἐν ᾗ ὥσπερ βρυκόλακες τώρα ἀνεβοκαταιβαίνουσι κομπάζοντες μὲ τὰ
πρασινοκίτρινα μοῦτρά των οἱ ὁμογενεῖς.
Βλέπετε τώρα μὲ τὰ χρήματά σας,
χρυσοκάνθαροι, ὁμιλεῖτε μὲ τὰ χρήματά σας, περιπατεῖτε μὲ τὰ χρήματά σας, ἀγαπᾶτε
μὲ τὰ χρήματά σας, τρώγετε μὲ τὰ χρήματά
σας.
Ἡ Λογική. Καὶ μὲ μίαν φράσιν ὅλα αὐτά: φαγωθῆτε μὲ τὰ χρήματά σας!
*
* *
Ἡμεῖς δὲ οἱ ἅγιοι Ἀνάργυροι εἰς τὰ
Ὀλύμπια εὑρίσκομεν τὴν παρηγορίαν μας. Ἐκεῖ ἡ πολύφωτος πλατεία μὲ τὸν μέγαν ἐν
μέσῳ διάδρομον μᾶς ὑπενθυμίζει τὸ ὑποδουλωθὲν Φάληρον, ἀπωτέρα δὲ ἡ εὐρεία τοῦ
Σαρωνικοῦ κόλπου θάλασσα μᾶς φέρει τὸν θαλασσινὸν ἀέρα ἐλεύθερον καὶ ζωτικόν, ἐνῷ
ἄνω ὁ γλαυκὸς τῆς Ἀττικῆς μας οὐρανὸς δὲν ἠξεύρει μὲ πόσα λαμπρὰ ἄστρα νὰ μᾶς εὐχαριστήσῃ
καὶ μᾶς παρουσίασε καὶ κομήτην ἀκόμα.
Ἐκεῖ δύνασαι νὰ βλέπῃς καὶ χωρὶς
νὰ ἔχῃς χρήματα. Δύνασαι νὰ περιπατῇς, νὰ ὁμιλῇς καὶ χωρις νὰ ἔχῃς χρήματα, δύνασαι
νὰ ἀγαπᾷς καὶ χωρὶς νὰ ἔχῃ χρήματα, καὶ τὸ καλλίτερον, δύνασαι νὰ φάγῃς καὶ χωρὶς
νὰ ἔχῃς χρήματα.
Ἡ λογική. Καὶ μὲ μίαν φράσιν ὅλα αὐτά: ‘‘κανεὶς δὲν θὰ μπορέσῃ νὰ σὲ
φάγῃ ἐκεῖ, διότι δὲν ἔχεις χρήματα’’.
Σφίγξ.
«Ὁ Κατσίμπαλης, στὴν ἀρχὴ τῆς δεκαετίας τοῦ 80, ἔχει
κάνει σύμβαση μὲ τὴν Ἑταιρεία Σιδηροδρόμων σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ἐκμισθώνεται σ’
αὐτὸν τὸ Μέγα Ξενοδοχεῖον τοῦ Φαλήρου ἢ Grand Hôtel de Phalère καὶ
τὸ 1884 τὸ Θέατρο Φαλήρου»· Opera
and the Greek World during 19th century, [Ionian University, Music Department, Hellenic Music
Research Lab], Corfu 2019, σ.
44. Σημειώνεται πὼς οἱ ὑψηλὲς τιμὲς στὶς θεατρικὲς παραστάσεις ποὺ ἐπέβαλε ὁ
Κατσίμπαλης εἶχαν ὡς ἀποτέλεσμα τὴν μειωμένη προσέλευση μὲ συνέπεια ἀργότερα νὰ ἀναγκασθεῖ σὲ μείωση τῆς τιμῆς τῶν
εἰσιτηρίων· βλ., στὸ ἴδιο, σ. 56.
*Πρώτη
δημοσίευση στὰ «Χρονικὰ Δυτικῆς Μακεδονίας» τῶν Γρεβενῶν, φ. 838 / 30.8.2019,
σ. 15-18.
Χαίρεσαι νὰ τὰ διαβαζεις αὐτὰ τὰ κέιμενα...Ὁμορφογραμμένα, χαριτωμένα μὲ γνησια Ἑλληνικά, μὲ νόημα, ἀλλὰ καὶ μὲ ἕνα λεπτὸ χιοῦμορ, ποὺ ντυνει τὸ λογο μὲ ἐξαισιο τρόπο, ἀρχοντικὸ θὰ ἔλεγα...π.κ
ΑπάντησηΔιαγραφή