Ἑλληνομουσεῖον (τό). Ὀνομασία διδομένη πολλαχοῦ, ἐπὶ Τουρκοκρατίας, εἰς τὰ σχολεῖα ἀνωτέρων πως σπουδῶν. Περί «κοινῶν ἑλληνομουσείων ἐπ᾿ ὠφελείᾳ τοῦ γένους κοινῇ» γίνεται λόγος καὶ ἐν σιγιλλίῳ τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Γρηγορίου Ε', ἐκδοθέντι κατ᾿ Αὔγουστον τοῦ 1819.


Σ᾿ αὐτὸν τὸν διαδικτυακὸ χῶρο, ποὺ ἀπευθύνεται στοὺς φίλους τῆς χώρας τῶν Ἀγράφων, φιλοξενοῦνται κείμενα, ἄρθρα, μελέτες, ἀνακοινώσεις, βιβλία εἰκόνες, ταινίες ποὺ ἀφοροῦν ἢ παραπέμπουν στὴν ἱστορία, τὸν πολιτισμό, τὶς παραδόσεις, τὸ φυσικὸ περιβάλλον τοῦ ἱστορικοῦ χώρου τῶν Ἀγράφων, ὅπως αὐτὸς ἦταν γνωστὸς στὴν ὕστερη βυζαντινὴ ἀλλὰ καὶ μεταβυζαντινὴ ἐποχή. Σκοπὸς τῆς δημιουργίας του εἶναι νὰ γίνουν γνωστὰ καὶ νὰ ἀναδειχθοῦν, κατὰ τὰς δυνάμεις ἡμῶν, ὅλα ἐκεῖνα τά ‒ἀνὰ τοὺς αἰῶνες‒ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τοῦ τόπου μας καὶ τῶν ἀνθρώπων του.

Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2021

ΚΥΝΗΓΙ ΘΗΣΑΥΡΟΥ

 

Ἀπὸ τὸν καλὸ φίλο τῶν Ἀγράφων καὶ τοῦ ἱστολογίου μας Ἀντώνη Ν. Παπαβασιλείου ἐκ τῆς Δυτικῆς Μακεδονίας, ἐκ  τῶν Γρεβενῶν τῶν ὁμοιοκαταληκτούντων τῶν Βραγγιανῶν ἐλάβαμε σὲ μορφὴ κομψοῦ μερακλήδικου τετρασελίδου ἐντυπιδίου τὸ Ἀγραφοβριθὲς διήγημά του «Κυνήγι θησαυροῦ», τὸ ὁποῖο μετὰ χαρᾶς ἀναδημοσιεύουμε ἐπὶ τὸ πολυτονικώτερον, ἤγουν μετὰ πνευμάτων καὶ τόνων, πρὸς τέρψιν καὶ  ἀναψυχὴν πνευματικὴν τῶν ἀναγνωστῶν μας. Συνοδεύουμε τὴν δημοσίευση αὐτὴ μὲ τὶς εὐχαριστίες μας στὸν Ἀντώνη Παπαβασιλείου καὶ ἅπαντας τοὺς φίλους συναντιλήπτορες Δυτικομακεδόνες γιὰ τὴν πολυετῆ γόνιμη συνεργασία μας, γιὰ τὴν φροντίδα τους καὶ τὸ ἐνδιαφέρον τους γιὰ τὰ Ἄγραφα καὶ ἡμᾶς τοὺς ἀνθρώπους τους.  

 

 

ΚΥΝΗΓΙ ΘΗΣΑΥΡΟΥ

Τοῦ Ἀντώνη Ν. Παπαβασιλείου 

     


       Μόλις βγῆκε ἀπὸ τὸ γήπεδο... Ναί, εἶχε πάει κι αὐτὸς (σὲ ἀγώνα!), παρασυρμένος ἀπὸ τὸν γείτονά του, κ. Χαράλαμπο Χαριτωνίδη, συνταξιοῦχο Διευθυντῆ τοῦ Ὑπουργείου Γεωργίας. Ἐνθουσιάστηκε, ἐξεπλάγη, καταχάρηκε. Ὀλυμπιακός - Ἄρης 0-3 (μπορεῖ, δηλαδή, νὰ ἦταν καὶ 3-0, ἀλλὰ τὸ software της μνήμης ἔχει πλέον ὁρισμένα προβλήματα). Ὅποιο καὶ νὰ ἦταν τὸ ἀποτέλεσμα, τὸ σκὸρ ποὺ λένε καὶ οἱ κερκιδαῖοι, αὐτὸς θυμόταν νὰ ἐκσφενδονίζει (σὲ στιγμὴ ποιητικῆς ἐκλάμψεως, μὰ τὴν ἀλήθεια) κατὰ τοῦ διαιτητοῦ, ἕνα βιβλίο. Μοναδικὸν στὰ χρονικὰ τοῦ (φιλ)αθλητισμοῦ: ὁ κυρ-διαιτητὴς κόντεψε κάτω νὰ σωριαστεῖ ἀπὸ τὸ βαρὺ πυροβολικὸ τῆς λογοτεχνίας. Στὴν ἐσωτερικὴ ἀριστερὴ τζέπη τοῦ μπουφάν του (κόκκινο, ἀγορασμένο στὴ Λάρισα τὸ 1978) εἶχε ἕνα τομίδιο μὲ ποιήματα τοῦ Ἄγγλου Λυρικοῦ Byron (ὁδὸς Βύρωνος ἦταν καὶ τὸ ἐργαστήρι τοῦ πατέρα του, τσαγκαράδικο σωστὸ μὲ ὅλα τὰ ἐργαλεῖα καὶ τὰ σέα του). Ἐκδόσεις "Πιγκουίνου" (μπορεῖ καὶ "Everyman"), χαρτόδετη, πλὴν ὀγκωδέστατη, τοὐλάχιστον 732 σελίδες, χωρὶς τὶς ὑποσημειώσεις ἀπὸ τὶς ὁποῖες, παρεμπιπτόντως, ἕλκονται σφόδρα οἱ λόγιοι Ἀγραφιῶτες. Ὁ διαιτητής, λοιπόν, ἀπὸ ἐκείνη τὴ στιγμὴ τὸ ἔριξε στὸ διάβασμα, ἂν καὶ φῆμες παρααθλητικῶν στηλῶν βοοῦσαν πὼς προτιμοῦσε τοὺς μεταμοντέρνους καὶ τὸν κύκλο τοῦ Bloomsbury. Ἄβυσσος ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου.


            Τὸ θέμα, ὅμως, ἦταν πὼς βγῆκε ἀπὸ τὸ γήπεδο χωρὶς βιβλίο. Χωρὶς βιβλίο μαζί του! Τὸ θεωροῦσε σημάδι κακό, ἔλλειψη συντρόφου. Πῶς θὰ γυρνοῦσε τὰ στενά, πέριξ τῆς ἀρένας, ὀρφανός; Ἂς εἶναι. Κατόπιν θὰ σκεφτόταν αὐτὰ τὰ ὀντολογικά. Τώρα ἦταν ἡ σειρὰ τῶν οὐσιωδῶν: μαζὶ μὲ τὸν κ. Χαράλαμπο, τὸν φίλο του καὶ καλὸ γείτονα, βρέθηκαν στὸ ταβερνάκι "Ὁ Παράδεισος", παλιὸ καταφύγιο καὶ κατάμερο συνευωχίας γιὰ μερακλῆδες τῆς σούβλας. Ἀφοῦ θρήνησε τὴν ἀπώλεια τὴν Βυρωνικὴ (βέβαια δὲν ξανασφυρίχθηκε ἄδικο πέναλτι) καὶ κατηγόρησαν μαζὶ τὴν ἀναλγησία τῆς ἐπαγγελματικῆς διαιτησίας, ἀπήλαυσαν τὶς σπεσιαλιτὲ τῆς ἡμέρας: γουρουνοπούλα Καρπενησίου μὲ καλὸ τυρὶ (ἀνεβατό) Γρεβενῶν καὶ οἶνο θεσπέσιο, πηχτό, μυρωδάτο ἀπ’ τὴ Σκόπελο. Μετ’  ὀλίγον (δυόμιση ὧρες δηλαδή) ἑτοιμάστηκαν νὰ πᾶνε καὶ γιὰ τὸ καφεδάκι τους. Τότε, καὶ μόνο τότε, πρόσεξε τὸ μαγαζί, δίπλα. 

       Σμικρόν, ἐλάχιστον, κρυμμένον καλὰ ἀπὸ τὴν περιέργεια τοῦ κοινοῦ. Μιὰ κακομοίρικη πινακίδα, ζωγραφισμένη στὸ χέρι, σίγουρα πρὶν τὸν Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο: ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΑ ΒΙΒΛΙΑ "ΒΑΡΔΙΑΝΟΣ". Ἡ νάρκωση ἀπὸ τὸ φαιδρὸν γεῦμα ἀμέσως χάθηκε, ἀτμὸς ἐγένη, ὡς κηρίον ἐτήκετο κι ἂς σταματήσουν ἐπιτέλους οἱ παρομοιώσεις. Ξύπνησε. Γυάλισε τὸ μάτι του καὶ μπῆκε μέσα. Ὁ κὺρ-Χαράλαμπος ἔφυγε γιὰ τὸν καφενὲ νὰ τὸν περιμένει. Ὁ "Βαρδιάνος" (νὰ ἦταν ἄραγε ἀναφορὰ στὸ περίφημο γραπτὸ τοῦ Σκιαθίτη, μὲ τὴν ἡρωικὴν γραῖαν κτλ. κτλ.;) χωροῦσε δὲν χωροῦσε πέντε νοματαίους. Ἀλλὰ βιβλία; Παντοῦ, κι ὅταν λέμε παντοῦ ἴσα-ἴσα ὁ γεράκος ὁ διακονῶν στὸ ρόλο τοῦ βιβλιοπώλη ἔβρισκε στασίδι νὰ ξεκουράσει τὸ μελαγχολικὸ βλέμμα του. Ἄρχισε νὰ ψάχνει, νὰ κοιτᾶ, νὰ διερευνᾶ. Ἀπὸ τὴ σκόνη ποὺ εἶχε ὑπολόγισε πὼς ὁ τελευταῖος πελάτης μπῆκε ἐπὶ βασιλείας Γεωργίου τοῦ Α΄. Ζαλίστηκε μὲ τὰ γλυκά, τὰ τερπνά, τὰ σαπφειρένια. Πάραυτα, λαμπτὴρ ἄναψε ἐντὸς τῆς κεφαλῆς του. Ἔβγαλε ἀπὸ τὸ πορτοφόλι τρία (3) κολλαριστὰ ἑκατοστάρικα. Καὶ σὲ ἰσάριθμα βιβλία τὰ τοποθέτησε. Ἕνα σὲ σκληρόδετη ἔκδοση τῆς "Ἑλληνικῆς Νομαρχίας", τυπωμένη στὰ Μέσα Βραγγιανά. Τὸ δεύτερο στὸ περισπούδαστο ἔργο "Γιὰ μιὰ Ἀνατομία τοῦ Long Island" ὑπὸ P. G. Quercus, Garden City, 1931. Καὶ τὸ τρίτο στὸν "Μιχαὴλ Στρογκώφ" τοῦ Ἰουλίου Βέρν, μὲ εἰκονογράφηση τοῦ Ἀλάσιο Στήθοσον. Ἀπαρατήρητος ὑποχώρησε. Ἀφοῦ, βεβαίως - βεβαίως, ἀγόρασε γιὰ τὸ καλὸ ἕναν τόμο ἀπὸ τὰ ταξιδιωτικὰ τοῦ Ἀλεξάνδρου Μωραϊτίδη, τριτεξαδέλφου τοῦ ἄλλου Ἀλέκου.

            Τὴν ἄλλη ἡμέρα στὸ γραφεῖο, ἀλλὰ καὶ τὶς ἑπόμενες ἑβδομάδες, διέδωσε ἐντέχνως, ἐπιμόνως, παθιασμένα: σὲ παλαιοβιβλιοπωλεῖο τοῦ Πειραιᾶ (γιὰ φαντάσου!) βρῆκε μέσα σὲ βιβλίο ποὺ ἀγόρασε (ἀκοῦτε Χριστιανοί!), ἑκατὸ ὁλόκληρες δραχμές.


            Δὲν πέρασε καιρὸς κι ὁ Ὀλυμπιακὸς ξανάπαιζε, πιθανὸν μὲ ὁμάδα τῆς τότε Σοβιετίας. Καὶ ἀγκαζὲ μὲ τὸν κὺρ-Μπάμπη ἀκολούθησαν τὸ ἴδιο τυπικό: ἀγώνας (μεθ’ ἐκσφενδονισμοῦ διηγημάτων τοῦ Πολυλᾶ), κουτούκι "Ὁ Παράδεισος" καὶ "Βαρδιάνος". Πλὴν ὅμως πόσο εἶχε ἀλλάξει τὸ μαγαζάκιον! Νέα πινακίδα, γυαλισμένη βιτρίνα, εὔτακτα ράφια καλῶς ξεσκονισθέντα, μὲ αἰσθητικήν! Καὶ ὁ γεράκος ξανανιωμένος, μὲ χαμόγελο ζεστό, γεμάτο. Οἱ δουλειὲς τὸν τελευταιο καιρὸ ἀβγάτισαν, τοῦ εἶπε. Κόσμος καὶ κοσμάκης περνοῦσε, ψάχνοντας τὴν καλὴ λογοτεχνία, τὸ σωστὸ βιβλίο, τοὺς λαμπροὺς συγγραφεῖς.

            Πολὺ τὸν χάρηκε, ἐκεῖνο τὸ ἀπόγευμα, τὸν καφέ του. Μὴν παραλείποντας, ὁπωσδήποτε, ν’ ἀφήσει κι ἕνα φρέσκο χαρτονόμισμα σὲ πρασινωπὸ ἀντίτυπο τῆς "Νήσου τῶν Θησαυρῶν".

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου