Ἑλληνομουσεῖον (τό). Ὀνομασία διδομένη πολλαχοῦ, ἐπὶ Τουρκοκρατίας, εἰς τὰ σχολεῖα ἀνωτέρων πως σπουδῶν. Περί «κοινῶν ἑλληνομουσείων ἐπ᾿ ὠφελείᾳ τοῦ γένους κοινῇ» γίνεται λόγος καὶ ἐν σιγιλλίῳ τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Γρηγορίου Ε', ἐκδοθέντι κατ᾿ Αὔγουστον τοῦ 1819.


Σ᾿ αὐτὸν τὸν διαδικτυακὸ χῶρο, ποὺ ἀπευθύνεται στοὺς φίλους τῆς χώρας τῶν Ἀγράφων, φιλοξενοῦνται κείμενα, ἄρθρα, μελέτες, ἀνακοινώσεις, βιβλία εἰκόνες, ταινίες ποὺ ἀφοροῦν ἢ παραπέμπουν στὴν ἱστορία, τὸν πολιτισμό, τὶς παραδόσεις, τὸ φυσικὸ περιβάλλον τοῦ ἱστορικοῦ χώρου τῶν Ἀγράφων, ὅπως αὐτὸς ἦταν γνωστὸς στὴν ὕστερη βυζαντινὴ ἀλλὰ καὶ μεταβυζαντινὴ ἐποχή. Σκοπὸς τῆς δημιουργίας του εἶναι νὰ γίνουν γνωστὰ καὶ νὰ ἀναδειχθοῦν, κατὰ τὰς δυνάμεις ἡμῶν, ὅλα ἐκεῖνα τά ‒ἀνὰ τοὺς αἰῶνες‒ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τοῦ τόπου μας καὶ τῶν ἀνθρώπων του.

Δευτέρα 3 Αυγούστου 2015

ΜΝΗΜΗ ΟΣΙΟΥ ΕΥΓΕΝΙΟΥ ΓΙΑΝΝΟΥΛΗ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ (5 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ)


Αὐτόγραφος κώδικας τοῦ Εὐγενίου Γιαννούλη
στὴ μονὴ Ἁγ. Στεφάνου Μετεώρων


Ὁ λόγιος ἱερομόναχος καὶ ὅσιος, πλέον,[1] τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας Εὐγένιος Γιαννούλης ὁ Αἰτωλός,[2] εἶναι περισσότερο γνωστὸς γιὰ τὸ παιδευτικό, διδακτικὸ καὶ φιλανθρωπικὸ ἔργο του, ἐνῶ ἡ συγγραφική του παραγωγὴ εἶναι σχετικὰ μικρή. Εἶναι χαρακτηριστικὸ πὼς ὁ φιλοστόργως τὸν διδάσκαλον βιογραφήσας μαθητής του Ἀναστάσιος ὁ Γόρδιος (1654-1729)[3] ἀναφέρει μόνον τρία θεολογικοῦ περιεχομένου ἔργα του.[4]
Ἕνα ἀπὸ τὰ σωζόμενα ἔργα του, ποὺ ταυτοποιήθηκε ἀπὸ δεῖγμα γραφῆς του ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸν χρόνο καὶ τὸν τόπο ὅπου γράφτηκε, εἶναι ὁ κώδικας 41 τῆς I. M. Ἁγ. Στεφάνου Μετεώρων.[5] Ὁλόκληρο τὸ χειρόγραφο, τὸ ὁποῖο ἀποτελεῖται ἀπὸ 47 φύλλα, εἶναι γραμμένο ἀπὸ τὸν Εὐγένιο Γιαννούλη στὰ πρῶτα χρόνια τῆς εἰκοσαετοῦς καὶ πλέον παραμονῆς του στὰ Βρανιανά (νῦν Μεγάλα Βραγγιανά)[6] τῶν Ἀγράφων καὶ ἔχει ὡς χρόνο περατώσεώς του τὸ ἔτος 1663.[7] Ἡ γραφή του χαρακτηρίζεται ὡς «εὐμεγέθης, σταθερὰ καὶ εὐανάγνωστος, οὐχὶ ὅμως καλλιγραφική. Τὸ κείμενον χωρὶς ὀρθογραφικὰ σφάλματα».[8] Ὁ κώδικας περιλαμβάνει ἀπόδοση σὲ ἁπλοελληνικὴ γλῶσσα τριῶν ἔργων σχετικῶν μὲ τὸν πρωτομάρτυρα Στέφανο.
Τὸ πρῶτο ἔργο τιτλοφορεῖται (φ. 1r): «Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Γρηγορίου ἐπισκόπου Νύσσης ἐγκώμιον εἰς τὸν ἅγιον ἀπόστολον καὶ πρωτομάρτυρα Στέφανον».
Κώδ. Ἁγίου Στεφάνου 41, φ. 1r.
Τὸ δεύτερο (φ. 19v): «Λόγος ἱστορικὸς ἅμα καὶ ἐγκωμιαστικὸς περὶ τῆς ἐν Κωνσταντίνου πόλει ἐλεύσεως τοῦ τιμίου λειψάνου τοῦ ἐν ἁγίοις πρωτομάρτυρος καὶ ἀρχιδιακόνου Στεφάνου», τοῦ Νικήτα Παφλαγόνος ἢ Μιχαὴλ Ψελλοῦ.
Καὶ τὸ τρίτο (φ. 35v): «Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Ἰωάννου ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως τοῦ Χρυσοστόμου ἐκ τῆς ἑρμηνείας τῶν πράξεων τῶν ἁγίων ἀποστόλων. Ὁμιλία ιε΄ εἰς τὸν ἅγιον ἀπόστολον καὶ πρωτομάρτυρα Στέφανον».

Κώδ. Ἁγίου Στεφάνου 41, φ. 35v
Στὸ φ. 46v τοῦ κώδ. 41 μετὰ τὸ πέρας τοῦ κειμένου σώζεται ἐρυθρόγραφο σημείωμα διὰ χειρὸς τοῦ γραφέα: ἀπὸ Χριστοῦ 1663. Στὴ συνέχεια, στὸ κάτω περιθώριο τῆς σελίδας τὸ ἴδιο χέρι τοῦ Εὐγενίου καὶ μὲ τὴν ἴδια μελάνη κειμένου σημειοῦται: ἐγράφει ἐκ τῶν βρανιανῶν τῶν ἀγράφων.[9] Τὸ χαρτὶ τοῦ κώδ. 41 εἶναι ὀθωμανικό (τουρκικὸς χάρτης), δύο εἰδῶν, φέρει δὲ ὑδατόσημο τρεῖς ἡμισελήνους.[10] Τὸ ὅλο πάχος τοῦ κώδικα εἶναι 14 χιλιοστά.[11]
Κώδ. Ἁγίου Στεφάνου 41, φ. 46v
Βάσει τῆς σωζόμενης ἀλληλογραφίας τοῦ Εὐγενίου, καθ’ ὅλη σχεδὸν τὴ διάρκεια τοῦ 1663 ‒ἔτος γραφῆς τοῦ κώδ. 41‒ φαίνεται πὼς ὁ Εὐγένιος βρισκόταν στὰ Βρανιανά. Σώζονται 14 ἐπιστολές του ἐντὸς τοῦ 1663 (ἀπὸ τὸν Φεβρουάριο ἕως τὸν Δεκέμβριο), σχεδὸν ὅλες μὲ τόπο ἀποστολῆς τὰ Βρανιανά.[12] Ἀπὸ αὐτὲς οἱ 9 ἀπευθύνονται πρὸς τὸν μητροπολίτη Λαρίσης Διονύσιο (9.8.1662 ‒ 1671),[13] μία δὲ ἐξ αὐτῶν ἔχει ὡς τόπο ἀποστολῆς τὰ Τρίκαλα, στὶς 10 Ἀπριλίου 1663,[14] ὁπότε ὁ Εὐγένιος ἐμφανίζεται γιὰ μικρὸ χρονικὸ διάστημα νὰ μετακινεῖται ἀπὸ τὰ Βρανιανὰ στὰ Τρίκαλα, ἕδρα τῆς μητροπόλεως Λαρίσης, ὅπου ὅμως δὲν συνάντησε τὸν μητροπ. Διονύσιο, διότι αὐτὸς βρισκόταν στὸν Τύρναβο Λαρίσης. Ἂν καὶ δὲν γίνονται γνωστοὶ οἱ λόγοι γιὰ τοὺς ὁποίους ὁ Εὐγένιος συνέγραψε τὴν ἀπόδοση στὴ δημώδη γλώσσα αὐτῶν τῶν ἔργων τῶν σχετικῶν μὲ τὸν ἅγιο Στέφανο, μποροῦμε νὰ ὑποθέσουμε πὼς τότε βρέθηκε στὴ μονὴ Ἁγ. Στεφάνου Μετεώρων καὶ ἐνδεχομένως ἔλαβε τὴν παραγγελία συγγραφῆς τοῦ κώδ. 41, ὁποῖος περιλαμβάνει τὴν ἐξιστόρηση τοῦ βίου καὶ τῆς ἐλεύσεως τῶν λειψάνων τοῦ πρωτομάρτυρος Στεφάνου στὴν Κωνσταντινούπολη, θεματικὴ ποὺ ἀφοροῦσε ἄμεσα τὴν ἐν λόγῳ μετεωρικὴ μονή. Σὲ αὐτὴ τὴν περίπτωση τὸ ἔργο πρέπει νὰ γράφτηκε κατὰ τὸ δεύτερο ἑξάμηνο τοῦ 1663. Ἕνα ἄλλο ἐνδεχόμενο εἶναι πὼς τὸ ἔργο ὁλοκληρώθηκε στὸ πρῶτο τρίμηνο τοῦ 1663, ἐνῶ ὁ ἴδιος ὁ Εὐγένιος τὸ μετέφερε ἀπὸ τὰ Βρανιανὰ καὶ τὸ παρέδωσε στοὺς μοναχοὺς τῆς μονῆς, ὅταν μετέβη στὰ Τρίκαλα, πρὶν ἀπὸ τὴ 10η Ἀπριλίου 1663.
Κώδ. Ἁγίου Στεφάνου 41, φ. 36r.

Γνωστός, ἔμπειρος καὶ καταξιωμένος ὡς διδάσκαλος, μὲ στέρεη θεολογική, φιλολογικὴ καὶ ἐκκλησιολογικὴ συγκρότηση, θεωρήθηκε ἰδανικὸς γιὰ τὴν παραγγελία ἑνὸς ἔργου τέτοιας μορφῆς, χρήσιμης γιὰ τὴ μελέτη τῶν μοναχῶν. Ἡ σχέση τοῦ Εὐγενίου μὲ τὴν περιοχὴ τῶν Τρικάλων[15] ‒ὅπου καὶ ἡ μονὴ τοῦ Ἁγ. Στεφάνου‒ ἀνάγεται στὴν ἐποχή (περ. 1624-25), ὅταν ὁ ἴδιος μαθήτευε στὴ σχολὴ Τρίκκης,[16] τὴν ὁποία ἵδρυσε ὁ μητροπ. Λαρίσης Γρηγόριος.[17] Ὁ βιογράφος τοῦ Εὐγενίου Ἀναστάσιος Γόρδιος ἦταν τότε μόλις 9 ἐτῶν, ὥστε δὲν μποροῦμε νὰ ἔχουμε κάποια ἀσφαλῆ πληροφορία γιὰ τὸ χειρόγραφο αὐτὸ καὶ τὴ συγγραφή του. Ἀλλὰ ἀπὸ τὴ σύγκριση τοῦ γραφικοῦ χαρακτῆρα (ductus) τοῦ Εὐγενίου Γιαννούλη, καὶ μάλιστα τοῦ χρόνου ἐκείνου (1663) ‒ἀπὸ δύο αὐτόγραφες ἐπιστολές του στὸν κώδ. 250 τῆς I. M. Παντελεήμονος Ἁγ. Ὄρους (φ. 187r-v καὶ 188r-v)‒ ἐπιβεβαιώνεται πὼς τὸν κώδ. 41 τῆς ΙΜ. ἉγΣτεφάνου Μετεώρων ἔγραψε ἰδιοχείρως Εὐγένιος. Χαρακτηριστικὰ τῆς γραφῆς του, ὁποία μπορεῖ νὰ ἀποδοθεῖ ὡς δεξιοκλινής, ἐπιμελημένη ἀλλὰ ὄχι καλλιγραφική, εἶναι ἐπιμήκυνση ἄνω καὶ κάτω κεραιῶν σὲ ὁρισμένα γράμματα (ζ, λ, μ, ξ, ρ, φ, χ, ψ, καὶ μερικὲς φορὲς ι, τ). Ἰδιαίτερη, ξεχωριστὴ γραφὴ ἔχουν τὰ γράμματα β, θ, π, χ, υ.[18]
Ὁ εὐλαβὴς ἐπισκέπτης-προσκυνητὴς τῆς μονῆς Ἁγ. Στεφάνου Μετεώρων μπορεῖ νὰ δεῖ ἕνα χειρόγραφο ποὺ γράφτηκε ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ ὁσίου Εὐγενίου Γιαννούλη τοῦ Αἰτωλοῦ στὴ Γούβα τῶν Βρανιανῶν,[19] στὸν χῶρο τῆς μονῆς τῆς Ἁγ. Παρασκευῆς τῆς ἕδρας τοῦ πάλαι ποτὲ «Ἑλληνομουσείου Ἀγράφων», τοῦ σχολείου ποὺ ἵδρυσε καὶ ὅπου δίδαξε ὁ Ὅσιος ἀπὸ τὸ 1661 ἕως τὴν κοίμησή του στὶς 6 Αὐγούστου 1682.[20] Μὲ τὴν ἁγιοκατάταξή του ἡ μνήμη του τιμᾶται στὶς 5 Αὐγούστου.[21]




[1] Περὶ τῆς ἁγιοκατατάξεως τοῦ Εὐγενίου Γιαννούλη βλ. Π. Κ. Βλάχος, Ἡ εἰς Ἅγιον ἀνακήρυξις Εὐγενίου τοῦ Αἰτωλοῦ, Ἀθήνα 2008.
[2] Γιὰ τὸν Εὐγένιο Γιαννούλη τὸν Αἰτωλὸ βλ. Πάνος Βασιλείου, Ὁ μεγάλος Διδάσκαλος τοῦ Γένους Εὐγένιος Γιαννούλης ὁ Αἰτωλὸς καὶ οἱ σπουδαιότεροι μαθητὲς τῶν Σχολῶν τῶν Ἀγράφων, ἐκδ. Στέφ. Βασιλόπουλος, Ἀθήνα 21985· Ἐλπίδα Καραπάνου-Παπαδοπούλου, Εὐγένιος Γιαννούλης ὁ “Αἰτωλός”, Ἀγρίνιο 1988· Εὐγενίου Γιαννούλη τοῦ Αἰτωλοῦ Ἐπιστολές, Κριτικὴ ἔκδοση, ἐπιμ. Ι. Ε. Στεφανὴς ‒ Νίκη Παπατριανταφύλλου-Θεοδωρίδη, [Ἐπιστ. Ἐπετ. Φιλοσ. Σχολῆς Πανεπ. Θεσσαλονίκης, περ. Β´, Τμ. Φιλολ., Παράρτημα 1], Θεσσαλονίκη 1992· Ἱερὰ Μητρόπολις Καρπενησίου ‒ Σύνδεσμος «Εὐγένιος ὁ Αἰτωλός», Σύναξις. Εὐγένιος Γιαννούλης ὁ Αἰτωλὸς καὶ ἡ ἐποχή του, Καρπενήσιον, 12-14 Ὀκτωβρίου 1984, Πρακτικά, ἐπιμ. Παν. Κ. Βλάχος, Ἀθήνα 1986.
[3] Βλ. Ἀναστάσιος Γόρδιος, «Βίος τοῦ … Εὐγενίου Ἰωαννουλίου τοῦ ἐξ Αἰτωλίας …», στὸ Κ. Ν. Σάθας, Μεσαιωνικὴ Βιβλιοθήκη, τ. 3, Βενετία 1872, σ. 471-472.
[4] Περὶ τοῦ βίου καὶ τοῦ ἔργου τοῦ Γορδίου βλ. Π. Βασιλείου, « Ὁ Ἀναστάσιος Γόρδιος καὶ τὸ ἔργον του (1654-1729)», Θεσσαλικὰ Χρονικὰ 10 (1971) 129-156· τοῦ ἰδίου, Ὁ μεγάλος Διδάσκαλος τοῦ Γένους Εὐγένιος Γιαννούλης ὁ Αἰτωλὸς καὶ οἱ σπουδαιότεροι μαθητὲς τῶν Σχολῶν τῶν Ἀγράφων, ἐκδ. Στεφ. Βασιλόπουλος, Ἀθήνα 21985, σ. 168 κ.ἑξ.· Μάρκος Α. Γκιόλιας, Ἱστορία τῆς Εὐρυτανίας στοὺς Νεότερους Χρόνους (1393-1821), ἐκδ. Πορεία, Ἀθήνα 1999, σ. 462-476· Χριστόφ. Δ. Ἀλεξάκης, Μεγάλα Βραγγιανὰ καὶ Ἑλληνομουσεῖον Ἀγράφων, Ἀθήνα 1990, σ. 174-193· Γιάννης Β. Καρύτσας, Οἱ Αἰτωλοὶ Διδάσκαλοι, Ἀθήνα 2002, σ. 223-254· Κ. Θ. Δημαρᾶς, Ἱστορία τῆς Νεοελληνικῆς Λογοτεχνίας, ἐκδ. Γνώση, Ἀθήνα 92000, σ. 138-140, καὶ GPodskalsky, Ἡ Ἑλληνικὴ Θεολογία ἐπὶ Τουρκοκρατίας 1453-1821, μτφρ. π. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός, ἐκδ. ΜΙΕΤ, Ἀθήνα 22008, σ. 383-386. Ἐπίσης, βιογραφικὰ τοῦ Γορδίου βλ. στὸ Ἀναστάσιος Γόρδιος, Ἀλληλογραφία (1675-1728), Ἔκδοση Χαρίτων Καρανάσιος ‒ Ἰωάννα Κόλια, Προλεγόμενα-Σχόλια Χαρίτων Καρανάσιος, τ. Α΄-Β΄, [Κέντρον Ἐρεύνης τοῦ Μεσαιωνικοῦ καὶ Νέου Ἑλληνισμοῦ / Ἀκαδημία Ἀθηνῶν], Ἀθήνα 2011, σ. 25-39 (στὸ ἑξῆς Γόρδιος, Ἀλληλογραφία), ὅπου ἀρκετὰ ἕως τώρα δεδομένα στοιχεῖα ἀπὸ τὸν βίο καὶ τὸ ἔργο τοῦ Γορδίου ἀναθεωροῦνται καὶ τακτοποιοῦνται βάσει γραπτῶν πηγῶν (ἐπιστολῶν) τοῦ ἰδίου τοῦ Γορδίου.
[5] Ὁ κώδικας περιγράφεται στὸ Δ. Ζ. Σοφιανός, Τὰ χειρόγραφα τῶν Μετεώρων. Κατάλογος περιγραφικὸς τῶν χειρογράφων κωδίκων ἀποκειμένων εἰς τὰ μονὰς τῶν Μετεώρων, τ. 3: Τὰ χειρόγραφα τῆς μονῆς Ἁγίου Στεφάνου, Ἀθήνα 1986, σ. 107-108 καὶ πίν. 67 (μὲ εἰκόνα τῶν φ. 19v-20r)· Γ. Χαριτάκης, «Ἁγιογραφικοὶ κώδικες τῶν Μετεώρων», Νέος Ελληνομνήμων 21 (1927) 323-324.
[6] Γιὰ τὴν ὀνομασία τῶν Μεγ. Βραγγιανῶν βλ. Ἀλεξάκης, Μεγάλα Βραγγιανά, σ. 43-49· Χαράλ. Π. Συμεωνίδης, Ἐτυμολογικὸ Λεξικὸ τῶν Νεοελληνικῶν οἰκωνυμίων, [Κέντρο Μελετῶν Ι. Μ. Κύκκου], Λευκωσία ‒ Θεσσαλονίκη 2010, σ. 382.
[7] Βλ. Χαρίτων Καρανάσιος, «Αὐτόγραφα τοῦ Εὐγενίου Γιαννούλη», Μνήμη Πηνελόπης Στάθη. Μελέτες ἱστορίας καὶ φιλολογίας, ἐκδ. Πανεπιστημιακὲς Ἐκδόσεις Κρήτης, Ἡράκλειο, σ. 255-258.
[8] Βλ. Σοφιανός, Τὰ χειρόγραφα τῆς μονῆς Ἁγίου Στεφάνου, σ. 108.
[9] Καρανάσιος, «Αὐτόγραφα τοῦ Εὐγενίου Γιαννούλη», σ. 257.
[10] Γιὰ τὴ χρήση τοῦ χαρτιοῦ ὡς ὕλης γραφῆς τῶν κωδίκων βλ. Elpidio Mioni, Εἰσαγωγὴ στὴ ἑλληνικὴ παλαιογραφία, ἐκδ. ΜΙΕΤ, Ἀθήνα 72014, σ. 37-42.
[11] Χαριτάκης, «Ἁγιογραφικοὶ κώδικες τῶν Μετεώρων», σ. 323-324.
[12] Βλ. Εὐγενίου ἐπιστολές, σ. 125-152, ἐπ. 32-46.
[13] Πρόκειται γιὰ τὸν Διονύσιο Μουσελίμη ἢ Σερογλάνη τὸν Βυζάντιο, μετέπειτα Οἰκουμενικὸ πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως ὡς Διονύσιος Δ΄. Ὑπῆρξε στενὸς φίλος καὶ ἐνδεχομένως καὶ συμμαθητὴς τοῦ Εὐγενίου, μὲ τὸν ὁποῖο διατήρησε πυκνὴ ἀλληλογραφία τὴν περίοδο 1662-1671, ἀλλὰ καὶ ἀργότερα, ὅταν ἀνῆλθε στὸν πατριαρχικὸ θρόνο. Ἐπίσης, ὁ Εὐγένιος συνέταξε κατ᾿ ἐντολὴν τοῦ Διονυσίου ἐπιστολὲς πρὸς τρίτους (βλ. Εὐγενίου ἐπιστολές, σ. 21). Ἴσως διετέλεσε καὶ μαθητής του (βλ. Βασιλείου, Εὐγένιος Γιαννούλης, σ. 165-166). Γι᾿ αὐτὸν βλ. Δ. Γ. Καλούσιος, Ὁ κώδικας τῆς μητροπόλεως Λαρίσης, Λάρισα 2009, σ. 19-24, 168-190· Τάσος Γριτσόπουλος, «Διονύσιος ὁ Δ΄, πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως», Θρησκευτικὴ καὶ Ἠθικὴ Ἐγκυκλοπαίδεια, τ. Ε΄, Ἀθήνα 1964, στῆλ. 23-25.
[14] Εὐγενίου ἐπιστολές, σ.  133-134, ἐπ. 37.
[15] Βλ. Φ. Ἀρ. Δημητρακόπουλος, «Ὁ Εὐγένιος Γιαννούλης καὶ τὰ Τρίκαλα», Σύναξις, Εὐγένιος Γιαννούλης ὁ Αἰτωλὸς καὶ ἡ ἐποχή του, Καρπενήσιον, 12-14 Ὀκτωβρίου 1984, Πρακτικά, ἐπιμ. Παν. Κ. Βλάχος, Ἀθήνα 1986, σ. 271-285.
[16] Βλ. Γόρδιος, «Βίος Εὐγενίου», σ. 430-431. Ὁ Εὐγένιος δὲν μαθήτευσε ἐπὶ πολὺ χρονικὸ διάστημα στὰ Τρίκαλα καθὼς δὲν ἔμεινε εὐχαριστημένος ἀπὸ τὴν παιδευτικὴ ἐπάρκεια τοῦ διδασκάλου τῆς Σχολῆς (βλ. Γόρδιος, «Βίος Εὐγενίου», σ. 431· Δήμητρα Χατζημάνου, Δραστηριότητες Ἑλλήνων διδασκάλων καὶ λογίων στὴ Δυτικὴ Θεσσαλία καὶ τὰ Ἄγραφα κατὰ τὸν δέκατο ἕβδομο καὶ δέκατο ὄγδοο αἰώνα, [ΓΑΚ Ἀρχεῖα Νομοῦ Καρδίτσας], Καρδίτσα 1993, σ. 11.
[17] Βλ. Δημητρακόπουλος, «Ὁ Εὐγένιος Γιαννούλης καὶ τὰ Τρίκαλα», σ. 273.
[18] Βλ. Καρανάσιος, «Αὐτόγραφα τοῦ Εὐγενίου Γιαννούλη», σ. 256-257.
[19] Ἀκόμη, στὴ μονὴ Ἁγίου Στεφάνου Μετεώρων σώζεται ὁ κώδ. 29, ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ σημαντικὰ χειρόγραφα μὲ ἐπιστολὲς τοῦ Ἀναστασίου Γορδίου. Καὶ αὐτὸς ὁ κώδικας ἐγράφη στὰ Βρανιανὰ τὸ 1725· βλ. Γόρδιος, Ἀλληλογραφία, τ. Α΄, σ. 153-154.
[20] Βλ. Γόρδιος, «Βίος Εὐγενίου», σ. 478-479.
[21] Βλάχος, Ἡ εἰς Ἅγιον ἀνακήρυξις Εὐγενίου τοῦ Αἰτωλοῦ, σ. 77.
                                                                                  Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης

ΑΚΟΜΗ:
Βίος καὶ πολιτεία τοῦ ὁσίου Εὐγενίου τοῦ Αἰτωλοῦ, ὑπὸ Ἀρχιμ. Δοσιθέου Κανέλλου: http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/agiologion/osios_eygenios_aitwlos.htm

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου