Ἑλληνομουσεῖον (τό). Ὀνομασία διδομένη πολλαχοῦ, ἐπὶ Τουρκοκρατίας, εἰς τὰ σχολεῖα ἀνωτέρων πως σπουδῶν. Περί «κοινῶν ἑλληνομουσείων ἐπ᾿ ὠφελείᾳ τοῦ γένους κοινῇ» γίνεται λόγος καὶ ἐν σιγιλλίῳ τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Γρηγορίου Ε', ἐκδοθέντι κατ᾿ Αὔγουστον τοῦ 1819.


Σ᾿ αὐτὸν τὸν διαδικτυακὸ χῶρο, ποὺ ἀπευθύνεται στοὺς φίλους τῆς χώρας τῶν Ἀγράφων, φιλοξενοῦνται κείμενα, ἄρθρα, μελέτες, ἀνακοινώσεις, βιβλία εἰκόνες, ταινίες ποὺ ἀφοροῦν ἢ παραπέμπουν στὴν ἱστορία, τὸν πολιτισμό, τὶς παραδόσεις, τὸ φυσικὸ περιβάλλον τοῦ ἱστορικοῦ χώρου τῶν Ἀγράφων, ὅπως αὐτὸς ἦταν γνωστὸς στὴν ὕστερη βυζαντινὴ ἀλλὰ καὶ μεταβυζαντινὴ ἐποχή. Σκοπὸς τῆς δημιουργίας του εἶναι νὰ γίνουν γνωστὰ καὶ νὰ ἀναδειχθοῦν, κατὰ τὰς δυνάμεις ἡμῶν, ὅλα ἐκεῖνα τά ‒ἀνὰ τοὺς αἰῶνες‒ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τοῦ τόπου μας καὶ τῶν ἀνθρώπων του.

Παρασκευή 8 Οκτωβρίου 2021

ΓΥΜΝΑΣΙΟΝ ΚΑΜΑΤΕΡΟΥ

 Στὶς 9 Ὀκτωβρίου ἡ Ὀρθοδοξία τιμᾷ τὴν ἱερὴ μνήμη τῶν ὁσίων Ἀνδρονίκου καὶ τῆς Ἀθανασίας τῆς συμβίας αὐτοῦ. Τὴν ἡμέρα αὐτὴ τιμᾶται καὶ ἡ ἑόρτιος μνήμη τοῦ Ἀλεξάνδρου Μωραϊτίδη καὶ τῆς συμβίας αὐτοῦ Βασιλικῆς Φουλάκη. Ἡ Βασιλικὴ Φουλάκη, λίγες ἡμέρες πρὸ τοῦ θανάτου της (†19 Μαΐου 1914) ἔλαβε τὸ «ἀγγελικὸ σχῆμα» καὶ μετονομάστηκε σὲ Ἀθανασία μοναχή. Καὶ ὁ καθηγητής-φιλόλογος  Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης, ὁ μαΐστορας ὅλων τῶν λογοτεχνικῶν εἰδῶν, στὶς 16 Σεπτ. 1929, ἕνα περίπου μῆνα πρὸ τοῦ θανάτου του (25 Ὀκτ. 1929), γίνεται μεγαλόσχημος μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Ἀνδρόνικος. Ἐκάρη μοναχὸς στὸν ναὸ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν τῆς Σκιάθου καὶ ἐγράφη στὸ μοναχολόγιο τῆς Μονῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ Σκιάθου

Ὁ Ἀλέξ. Μωραϊτίδης,
ὡς μοναχὸς Ἀνδρόνικος

. Τὰ μοναχικά τους ὀνόματα παραπέμπουν ἐμφανῶς στὸ ζεῦγος τῶν ὁσίων Ἀνδρονίκου καὶ Ἀθανασίας. Τὸ ἱστολόγι
o ellinomouseionagrafon.blogspot.com, ποὺ τιμᾶ τὸ ἔργο τοῦ Σκιαθίτη λογίου Ἀλεξ. Μωραϊτίδη  καὶ συνδέεται μαζί του μελετώντας καὶ ἀναδεινύοντας, ὅσον δύναται, τὶς ἑτερόκλητες περιόδους τῆς ζωῆς, τιμᾶ τὴν ἡμέρα τῆς ‘’μοναχικῆς ἑορτῆς’’ τοῦ ζεύγους  μὲ τὴν παράθεση ἄρθρου ἀφιερωμένου στὴν μνήμη τοῦ προσφάτως κοιμηθέντος καθηγητῆ-φιλολόγου Κωνσταντίνου Κουράση (1934-2021).  

Πρωτοτάξιδος, 

πρωτόσχολος στὸ Ἑξατάξιον Γυμνάσιον 

Μνήμη φιλολόγου Κωνσταντίνου Δαμ. Κουράση 

Ἀρχὲς Ἰουλίου τοῦ σωτηρίου ἔτους 1970. Ὅλα ἐν Ἀθήναις καίουν καὶ βράζουν ποὺ θὰ ἔλεγε κι ὁ "ἄλλος" Σκιαθίτης. Κυνικὰ καύματα ποὺ θὰ ἔγραφε κι ὁ «Σφίγξ» στὸ Μὴ Χάνεσαι. Ὁ δωδεκαετὴς μαθητής, τὸ λιανοπαίδι μὲ καταγωγὴ ἀπ’ τ’ Ἄγραφα, τόπος μὲ λαμπρὴ παράδοση στὰ Γράμματα τὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας πορεύεται, μόνος του καὶ μοναχικά, πρὸς τὸ Ἑξατάξιον Γυμνάσιον Ἁγίων Ἀναργύρων, σχολικὸ ἐξεταστικὸ κέντρο τῆς εὐρύτερης περιοχῆς, γιὰ νὰ ὑποστεῖ τὶς ἐξεταστικὲς δοκιμασίες εἰσαγωγῆς στὴ Δευτεροβάθμια ἐκπαίδευση, στὸ Γυμνάσιο τῆς ἐποχῆς. Καλῶς ἢ κακῶς αὐτὸ προβλεπόταν τότε γιὰ τὴν ἐγγραφὴ στὴν πρώτη τάξη τοῦ Γυμνασίου. Μόλις τὶς προηγούμενες μέρες παρέλαβε, μὲ ἄριστα, τὸ ἀπολυτήριον Δημοτικοῦ. Ἔλαβε, ἀπ’ τοὺς γονεῖς του τό κατὰ τὶς δυνάμεις τους βραβεῖον τῆς ἀριστείας του: ἕνα παγωτὸ ΕΒΓΑ κυπελάκι κακάο ἀπ’ τὸ κατάστημα τοῦ Παπασταματίου. Ἔκατσε δίπλα, στὰ σκαλάκια τοῦ θρυλικοῦ «σινέ-Ὄασις», κοντὰ στὸ περίπτερο τοῦ κυρ-Ἀντώνη, γιὰ νὰ ἀπολαύσει τὸ γέρας τῶν μαθητικῶν ἐπιδόσεών του. Ἦταν μυθικὴ μακαρία τερψιλαρυγγικῆς ἀπόλαυσης, τότε, ἕνα  παγωτὸ κυπελάκι! Τότε ποὺ οἱ ἐποχές, τὰ χρόνια ἐκεῖνα τὰ τρυφερά, μοσχομύριζαν βασιλικὸ καὶ δυόσμο καὶ τὰ θερινὰ τὰ σινεμὰ γιασεμὶ καὶ μαντζουράνα.

Ἡ δεξιὰ τελευταία αἴθουσα τοῦ τρίτου ὀρόφου τοῦ κτηριακοῦ συγκροτήματος τοῦ Γυμνασίου Ἁγίων  Ἀναργύρων ὅπου ἐπιτηροῦσε ὁ Κων. Κουράσης στὶς εἰσιτήριες γιὰ τὸ Γυμνάσιο ἐξετάσεις, στὶς ἀρχὲς Ἰουλίου 1970. 

Ἑκατοντάδες ἄρρενα καὶ θήλεα μαθητούδια τὸν αὔλειο χῶρο τοῦ σχολικοῦ συγκροτήματος. Ἀνακοίνωση γιὰ εἴσοδο μὲ ἀλφαβητικὴ σειρὰ στὶς αἴθουσες. Δικαίως, λοιπόν, τοῦ ἔτυχε ἡ τελευταία πάνω δεξιὰ αἴθουσα τοῦ τρίτου ὀρόφου. Τὸ κτήριο καὶ ἡ αἴθουσα σώζονται καὶ σήμερα, σχεδὸν ὅπως ἀκριβῶς ἦταν καὶ τότε. Ἀνέβηκε καὶ ἔλαβε θέση. Εἶχε ἀγωνία. Οἱ πρῶτες κατατακτήριες ἐξετάσεις, τὸ πρῶτο βάπτισμα τοῦ μαθησιακοῦ ἐξεταστικοῦ πυρός. Θὰ ἀκολουθήσουν πάμπολλα. Ἔκατσε στὴ θέση του ἀναμένοντας τὴν ἔναρξη. Σὲ λίγο εἰσῆλθε ὁ ἐπιβλέπων ἐπιτηρητὴς καθηγητής. Τοῦ ἔκαμε ἐντύπωση. Τοῦ φάνηκε σὰν Ἄγγλος εὐγενής. Ὑψηλός, καλοντυμένος, ἰσχυρᾶς κράσεως, γελαστός.

—Καλημέρα καὶ καλὴ ἐπιτυχία εὐχήθηκε. Θὰ εἶμαι ὁ ἐπιτηρητής σας. Τὸ ὄνομά μου, Κωνσταντῖνος Κουράσης.

—Αὐτὸς λοιπὸν εἶναι ὁ καθηγητὴς Κουράσης; ἀναρωτήθηκε μονολογώντας.

Εἶχε τὴ φήμη, ἀπ’ τὸ Δημοτικὸ Σχολεῖο ἀκόμη, πολύ αὐστηροῦ καθηγητῆ. Ὅμως, κάθε ἄλλο. Ἦταν ἕνας ἤπιος, χαμογελαστὸς καὶ πολὺ φιλικὸς ἐπιτηρητής. Ἔδιδε θάρρος, τόνωνε τὸ ἠθικὸ  τῶν μικρῶν ἐξεταζομένων, τοὺς βοηθοῦσε μὲ προθυμία καὶ εὐγένεια στὶς ἀπορίες τους.  Στὸ τέλος δὲ τοὺς εὐχήθηκε καλὴ πρόοδο στὴν νέα μαθητικὴ περίοδο τῆς ζωῆς τους.

Ὁ καθηγητής-φιλόλογος Κωνσταντῖνος Κουράσης ἦταν ὁ πρῶτος ἐκπαιδευτικὸς ποὺ συνάντησε στὸ πέρασμα ἀπὸ τὴν πρωτοβάθμια στὴ δευτεροβάθμια ἐκπαίδευση· ἀπ’ τὸ Δημοτικὸ στὸ Γυμνάσιο. Τὰ πῆγε καλά, πολὺ καλὰ στὶς ἐξετάσεις. Μὲ τὸ σπαθί του θὰ ἔμπαινε στὸ Γυμνάσιο. Τὸ μεσημέρι μετὰ τὸ τέλος τῶν ἐξετάσεων ἐπανῆλθε στὸ Σχολεῖο του, στὸ Δημοτικό. Ὁ προγυμναστὴς αὐτοῦ καὶ τῶν ἄλλων συμμαθητῶν του γιὰ τὶς ἐξετάσεις τοῦ Γυμνασίου, ὁ συνταξιοῦχος δάσκαλος Λάζαρος Γιωτόπουλος, περίμενε τοὺς ἐξετασθέντες, μὲ ἀγωνία, νὰ τοῦ γνωστοποιήσουν πῶς ἔγραψαν. Μοναδικὴ περίπτωση ἐκπαιδευτικοῦ. Συνταξιοῦχος ὢν φρόντιζε, δίχως κανενὸς εἴδους ἀμοιβή, νὰ προετοιμάζει τοὺς μαθητὲς τῆς Στ΄ Δημοτικοῦ, μετὰ τὴν ἀποφοίτησή τους, γιὰ τὶς ἐξετάσεις εἰσαγωγῆς στὸ Γυμνάσιο. Καὶ δὲν ἔφτανε αὐτό. Ἤθελε νὰ ἐνημερωθεῖ καὶ γιὰ τὸ πῶς ἔγραψαν κιόλας! Φάντάζει ἀπίστευτο σήμερα, σχεδὸν σὰν ψέμα. Ποῦ τέτοιοι δάσκαλοι;    

Ἀπὸ σχολικὴ ἐκδρομὴ τοῦ Γυμνασίου Καματεροῦ, στὴν «Ἑστία», στὸν λεγόμενο «Πύργο Βασιλίσσης». Καθήμενοι στὸν αὔλειο χῶρο τοῦ ναϋδρίου τοῦ Ἀπ. Παύλου [ἔργο τοῦ ὀνομαστοῦ  πρωτοπόρου ἀρχιτέκτονα  Δημ. Πικιώνη (1887-1968)]: πρῶτος ἐκ δεξιῶν ὁ φιλόλογος Κ. Κουράσης μὲ συναδέλφους του. Πρῶτος  ἐξ ἀριστερῶν ὁ θεολόγος Παπαθέου καὶ δίπλα του ἡ φιλόλογος Ἐλευθερία Δαουλτζῆ.

    Tὰ ἕξι χρόνια τοῦ Γυμνασίου πέρασαν σὰν νεράκι. Πολλὰ τὰ γεγονότα ποὺ ἄλλαξαν τὸν τόπο καὶ τοὺς ἀνθρώπους. Τὰ 150 χρόνια ἀπὸ τὴν ἐπανάσταση τοῦ 1821 νὰ κουβαλάμε φοινικόκλαδα ἀπ’τὸν «Πύργο Βασιλίσσης» γιὰ νὰ στολίσουμε τὸ Σχολεῖο. Τὸ Πολυτεχνεῖο, ἡ πτώση τῆς Δικτατορίας μὲ τὸ βαρὺ τίμημα τῆς Τουρκικῆς εἰσβολῆς καὶ κατοχῆς τῆς Κύπρου μέχρι τὶς μέρες μας, ἡ μεταπολίτευση, τὸ νέο πολίτευμα, τὰ τραγούδια τοῦ Μίκη καὶ τὸ Τρίτο πρόγραμμα τοῦ Μάνου Χατζηδάκι,  οἱ ραδιοφωνικὲς ἐκπομπὲς τοῦ Γιάννη Πετρίδη, οἱ πρῶτες δημοτικὲς ἐκλογὲς μὲ τὸν ἀείμνηστο Γαβριὴλ Ξανθόπουλο, πρῶτο ἐκλεγμένο Δήμαρχο Καματεροῦ στὴν Μεταπολίτευση. Ἀπὸ τὸ προεκλογικὸ μπαλκόνι ὑποσχόταν νὰ κάνει τὸ Καματερὸ Μικρὸ Παρίσι τῆς Ἀττικῆς· ἀλήθεια κι ἀλήθεια!  Ὁ νεαρός, στὴ Ε΄ Γυμνασίου τότε, Ἀγραφιώτης τὸ πίστεψε. Χρόνια ἀθωότητας καὶ εὐπιστίας! Ἀναμνήσεις πολύτιμες ὡς ἄρωμα πολύτιμον εἰς πάγχρυσον φιάλην.

Τὸ Καματερὸ δὲν ἔγινε φυσικὰ Petit Paris, ἂν καὶ διέθετε ἄφθονους ξηροΣηκουάνες,  ἀλλὰ δυστυχῶς ἀκολούθησε τὴν πεπατημένη κι ἔγινε μικρογραφία νεοελληνικῆς χωροταξικῆς ἀναρχίας καί κυρίως πολιτισμικῆς αὐχμηρότητος.

Οἱ ἀπόφοιτοι τοῦ Γυμνασίου Καματεροῦ ἀποχαιρετοῦν τὸ σχολεῖο τους στὸ τέλος Ἰουνίου τοῦ 1976. Πίσω διακρίνεται τὸ κτήριο στὸ ὁποῖο προσωρινὰ στεγαζόταν ἐκείνη τὴν χρονιὰ τὸ Γυμνάσιο Καματεροῦ. Στὸ βάθος πλανόδιος πωλητὴς παγωτοῦ.

Τὸ κτήριο στὸ ὁποῖο προσωρινὰ στεγαζόταν ἐκείνη τὴν χρονιά (1976) τὸ Γυμνάσιο Καματεροῦ, ὅπως ὑφίσταται σήμερα, ὡς ἐμπορικὸς ἀποθηκευτικὸς χῶρος.

Ἔφτασε στὴν Στ΄ Γυμνασίου. Τὸ Σχολεῖο μετὰ πολλὲς περιπλανήσεις βρέθηκε, προσωρινὰ στεγασμένο, σὲ ἰδιωτικὸ κτήριο ἐπὶ τῆς Καματεροῦ, ἔναντι τοῦ Φροντιστηρίου Ξένων Γλωσσῶν τῆς Βελισσαρίου. Τέλος Ἰουνίου 1976. Πῆγε νὰ ἀποχαιρετήσει τοὺς συμμαθητές του καὶ μαζὶ μὲ αὐτοὺς καὶ τοὺς καθηγητές τους καὶ νὰ παραλάβει τὸ ἀπολυτήριο. Τέλος ἐποχῆς. Τέλος τῆς ἀνεμελιᾶς καὶ τῆς μαθητικῆς ξεγνοισιᾶς. Εἴσοδος στὸν πραγματικὸ κόσμο.

Στὴν  παράδοση-παραλαβὴ τῶν ἀπολυτηρίων ἦταν ὁ καθηγητὴς Κ. Κουράσης. Εἶχε πάρει μετάθεση στὸ ἑξατάξιον Γυμνάσιον Καματεροῦ. Μὲ τὸ γνωστὸ χαμόγελό του κύτταξε τὴ βαθμολογία τοῦ ἀπολυτηρίου:

—Καλὰ τὰ πῆγες στὶς ἀπολυτήριες βλέπω. Ἀπὸ ποῦ κατάγεσαι; ἐρωτᾶ

—Ἀπ’ τὴν Εὐρυτανία, ἀπ’ τὰ Ἄγραφα εἶπε χαμηλόφωνα.

—Ἄ, μάλιστα! ἀπ’ τὰ Ψηλὰ βουνὰ τοῦ Ζαχαρία Παπαντωνίου ἀπάντησε. Δὲν σὲ φοβᾶμαι θὰ πᾶς καλὰ καὶ στὶς εἰσαγωγικὲς γιὰ τὸ Πανεπιστήμιο.

Τοῦ ἔσφιξε τὸ χέρι σὰν μιὰ χειροθεσία μετακένωσης γνώσης καὶ θάρρους. Ποῦ νὰ ἤξερε τότε ὁ καλὸς καθηγητὴς καὶ Γυμνασιάρχης, πὼς μετὰ ἀπὸ κάποια χρόνια θὰ ἔκανε, ἀπὸ τὴν θυγατέρα του, γαμπρὸ Ἀγραφιώτη καὶ μάλιστα συνεπώνυμο τοῦ μαθητῆ, στὸν ὁποῖο παρέδιδε ἐκείνη τὴν στιγμὴ τὸ ἀπολυτήριο τοῦ Γυμνασίου· καὶ μετὰ θὰ ἀποκτοῦσε καὶ ἐγγονὸ συνεπώνυμό του καὶ συνονόματό του! Θείᾳ οἰκονομίᾳ λοιπὸν θέλησε ὁ ἐκπαιδευτικός, ποὺ πρώτη φορὰ συνάντησε στὴν εἴσοδό του στὴ δευτεροβάθμια ἐκπαίδευση, νὰ εἶναι καὶ ὁ τελευταῖος καὶ μάλιστα αὐτὸς ποὺ τοῦ παρέδωσε τὸ ἀπολυτήριό του ἀπὸ αὐτήν, ἀπὸ τὸ  Γυμνάσιο.

Πρὸ ἡμερῶν εἶδε, συμπτωματικά, τὸ ἀγγελτήριο κοιμήσως τοῦ Γυμνασιάρχου Κωνσταντίνου Κουράση ἐτῶν 87· μὲ καθυστέρηση ὅμως. Δὲν πρόλαβε τὴν ἐξόδιο ἀκολουθία, γιὰ τὸν τελευταῖο ἀσπασμὸ στὴν ἔξοδο ἀπὸ τὸν παρόντα βίο, ἐκείνου ποὺ τοῦ ἔδωσε τὰ διαπιστευτήρια γιὰ τὴν ἔξοδο ἀπὸ τὴν μιὰ πόρτα τῆς θύραθεν σχολικῆς παιδείας καὶ τὴν εἴσοδο στὸν χῶρο τῆς ἀκαδημαϊκῆς παιδείας. Ἔφερε στὴ μνήμη του, ὄχι δίχως ἓν δάκρυ συγκινήσεως, αὐτὲς τίς, ὡς πολυτίμους λίθους, στιγμὲς ἀπὸ τὸ παρελθόν· ἀνεξίτηλες εἰκόνες ποὺ κατανύσσουν καὶ δροσίζουν μὲ ζῶντα ὕδατα τὶς ψυχές μας, ἀπὸ τὶς ἐποχὲς ἐκεῖνες τῆς ἀθωότητας· ποὺ μυρώνουν τὴν ἀνάμνηση, τὴν ἀνάκληση στὴ μνήμη τερπνῶν οἰχομένων ἐς ἀεὶ παιδικῶν χρόνων. Στιγμὲς ποὺ δὲν τὶς εἶχε σκεπάσει τὸ χονδρὸν πέπλον τῆς λήθης, μὰ καὶ δὲν δόθηκε ποτὲ ἡ εὐκαιρία νὰ τοῦ τὶς διηγηθεῖ ἐν ζωῇ. Ἀλλά, τὶς καταθέσει ἐν εἴδει ἑνὸς γραπτοῦ «ἄλλου τελευταίου ἀσπασμοῦ» εὐγνωμοσύνης καὶ σεβασμοῦ, σὲ ἕναν ἔντιμο λειτουργὸ τῆς παιδείας καὶ τῶν γραμμάτων.

Μετὰ τῶν Ἁγίων, Καθηγητὰ καὶ Γυμνασιάρχα  Κωνσταντῖνε Κουράση.

Καματερὸ Ἀττικῆς, Σαββάτο, 9 Ὀκτ. 2021

Μνήμη τῶν ὁσίων Ἀνδρονίκου καὶ τῆς συμβίας αὐτοῦ Ἀθανασίας,

τῶν ἐν Αἰγύπτῳ εἰρηνικῶς τελειωθέντων

Ἑόρτιος μνήμη τοῦ μοναχοῦ Ἀνδρονίκου καὶ τῆς μοναχῆς Ἀθανασίας: τοῦ κατὰ κόσμον Ἀλεξάνδρου Μωραϊτίδου καὶ τῆς συμβίας αὐτοῦ Βασιλικῆς Φουλάκη.  

 

Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης

2 σχόλια:

  1. Ἀπὸ τὰ λέον κορυφαῖα καὶ τρυφερὰ κείμενα ποὺ ἔχουν ἐσχάτως γραφεῖ. Άποπνεόυν μιὰ χαρμολύπη καὶ μιὰν ἰδιάτερη ὁμορφιά, σὲν έκεινη τοῦ Ἐπιταφίου. Ἐλπίζω νὰ ἔχει συνεχεια αὐτὴ ἡ ὑπέροχη αὐτοβιογραφικὴ ἀπόπειρα. π.κ.ν. κ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Εὐχαριστίες πολλές. Μὲ συγκινεῖτε π. κ. ν.κ. Θεοῦ θέλοντος, ἴσως, ὰν ὑπαρξουν ἀφορμές νὰ ὑπάρξει καὶ συνέχεια.

    ΑπάντησηΔιαγραφή