Ἑλληνομουσεῖον (τό). Ὀνομασία διδομένη πολλαχοῦ, ἐπὶ Τουρκοκρατίας, εἰς τὰ σχολεῖα ἀνωτέρων πως σπουδῶν. Περί «κοινῶν ἑλληνομουσείων ἐπ᾿ ὠφελείᾳ τοῦ γένους κοινῇ» γίνεται λόγος καὶ ἐν σιγιλλίῳ τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Γρηγορίου Ε', ἐκδοθέντι κατ᾿ Αὔγουστον τοῦ 1819.


Σ᾿ αὐτὸν τὸν διαδικτυακὸ χῶρο, ποὺ ἀπευθύνεται στοὺς φίλους τῆς χώρας τῶν Ἀγράφων, φιλοξενοῦνται κείμενα, ἄρθρα, μελέτες, ἀνακοινώσεις, βιβλία εἰκόνες, ταινίες ποὺ ἀφοροῦν ἢ παραπέμπουν στὴν ἱστορία, τὸν πολιτισμό, τὶς παραδόσεις, τὸ φυσικὸ περιβάλλον τοῦ ἱστορικοῦ χώρου τῶν Ἀγράφων, ὅπως αὐτὸς ἦταν γνωστὸς στὴν ὕστερη βυζαντινὴ ἀλλὰ καὶ μεταβυζαντινὴ ἐποχή. Σκοπὸς τῆς δημιουργίας του εἶναι νὰ γίνουν γνωστὰ καὶ νὰ ἀναδειχθοῦν, κατὰ τὰς δυνάμεις ἡμῶν, ὅλα ἐκεῖνα τά ‒ἀνὰ τοὺς αἰῶνες‒ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τοῦ τόπου μας καὶ τῶν ἀνθρώπων του.

Σάββατο 1 Νοεμβρίου 2014

ΜΝΗΜΗ π. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΚΑΛΥΒΑ (1939-2014)

       Μνήμη π. Δημητρίου Καλύβα  (1939-3 Ὀκτωβρίου 2014)
 Ἡ εἰς ἱερέα τιμή «εἰς τὸν τῶν ὅλων Δεσπότην διαβαίνει»                                                (Ἱεροῦ Χρυσοστόμου, PG τ. 54, στλ. 564, «Εἰς τὴν Γένεσιν», Ὁμιλία ΞΕ’, § 4)

  Ἐξεμέτρησε  τὸ ζῆν, στὶς 3 Ὀκτωβρίου 2014, ὁ πρωτοπρεσβύτερος π. Δημήτριος Καλύβας, ὁ ἐπὶ πολλὰ ἔτη προϊστάμενος τοῦ Ἱ. Ν. Ἁγίου Γεωργίου Καματεροῦ, ὁ καὶ ἀρχιερατικὸς ἐπίτροπος τῆς πόλεως τοῦ Καματεροῦ διατελέσας. Ἐπὶ δεκάδες ἐτῶν ἄσκησε τὰ ἱερατικά του  καθήκοντα καὶ ἐπεβλήθη μὲ τὴ χαρισματική του προσωπικότητα ἐπὶ τῆς κοινωνίας. Ἐκεῖνο ποὺ τελευταῖα ἐβάρυνε τὴ ζωή του ἦταν ἡ χρόνια πάθησή του, καὶ ὁ διαρκὴς ἀγώνας καὶ ἡ πάλη του μὲ αὐτὴν. Ὅμως, ὁ σεβασμὸς τοῦ κόσμου παρέμενε ἀμείωτος στὸ πρόσωπό του καὶ τοῦ ἔδιδε, μαζὶ μὲ τὴν πίστη του, τὶς φυσικὲς καὶ πνευματικὲς δυνάμεις γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσει τὰ προβλήματα τῆς ὑγείας του, τοὺς πόνους, τὶς πληγὲς τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς τὶς ἀγωνίες καὶ τὸν φόβο τοῦ θανάτου, ἀναζητώντας τὴ λύτρωση, τὴ γαλήνη τῆς ψυχῆς στὸν δωρεοδότη Θεό.
      Γόνος ἱερατικῆς οἰκογενείας, μὲ καταγωγὴ ἀπὸ τὴν Γουριὰ Αἰτωλικοῦ, υἱὸς τοῦ ἱερέα Χρήστου καὶ τῆς πρεσβυτέρας Ἑλένης, μετὰ ἀπὸ τὴ φοίτησή σου ἀρχικὰ στὸ Γυμνάσιο Μεσολογγίου,  ἡ θεωρητική του κατάρτιση, ὄχι μόνον σὲ θεολογικό, ἀλλὰ καὶ στὸ  πολιτικο-κοινωνικὸ ἐπίπεδο ὁλοκληρώνεται μὲ τὴν ἀποφοίτησή του ἀπὸ τὴν Πατμιάδα Ἐκκλησιαστικὴ Σχολή (1960) καὶ τὴν Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν (1969). Χειροτονήθηκε ἱερέας στὶς 19 Ἀπριλίου 1964 στὸν ἱ. ν. Ἁγ. Γεωργίου Καματεροῦ. Στὸ μακρὺ διάστημα τῆς ἱερατείας του ἀπεδείχθη ἱεροπρεπής, σώφρων, διδακτικός, καὶ μὲ τὴν πάροδο τῶν ἐτῶν αὐξανόταν τὸ κῦρος του στὴ συνείδηση τοῦ ποιμνίου του. Ἡ ἐμπιστοσύνη στὸ πρόσωπό του ἀπεριόριστη· ἐλάχιστη ἀνταπόδοση στὶς τόσες ἱκεσίες ποὺ ἀνέπεμψε ἐκεῖνος σὲ ὁλόκληρη τὴ διάρκεια τῆς ἱερατικῆς του ζωῆς: ὑπὲρ ἀναπαύσεως τῶν νεκρῶν μας, ὑπὲρ ὑγείας τῶν τέκνων μας, ὑπὲρ προστασίας τῆς ζωῆς μας, ὑπὲρ τῆς προκοπῆς τοῦ τόπου μας.
     Ὁ π. Δημήτριος ὑπῆρξε ἐκλεκτὴ τοῦ τόπου –καὶ ὄχι μόνον‒ φυσιογνωμία μὲ ἐγνωσμένη μόρφωση, μὲ χαρισματικὴ μουσικότητα στὴ φωνή του ‒ποὺ ἔτερπε τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας‒ μὲ ἦθος, καλωσύνη καὶ εὐγένεια ψυχῆς καὶ βαθύτατο αἴσθημα πίστης στὸν θεσμὸ καὶ τοὺς σκοποὺς τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν ἀνακαινιστικὴ  δράση της στὶς ψυχὲς τῶν ἐνοριτῶν του. Δὲν ἦταν ἄνθρωπος τῶν κενῶν λόγων ἀλλὰ τῶν ἔργων. Τὸ παράδειγμά του ἀποτελεῖ παρακαταθήκη καὶ γιὰ ἄλλους κληρικούς, ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅσους ἐπιθυμοῦν νὰ ἐργασθοῦν μέσα στὴν Ἐκκλησία.  Ὑπηρέτησε γιὰ πέντε δεκαετίας τὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας ἀλλὰ καὶ τῆς Κοινωνίας μὲ ὅλες του τὶς δυνάμεις, πνευματικὲς καὶ φυσικὲς, μὲ πάθος, μὲ θέληση, μὲ βαθιὰ ἀντίληψη τοῦ αἰσθήματος χρέους τῆς διακονίας τοῦ πλησίον, καὶ μὲ τὸ ἔργο του καταξιώθηκε στὴ συνείδηση ὅλων.
      Ἡ ζωή του ὅλη ἦταν ἡ ἱερωσύνη καὶ ἡ ἐκκλησία καὶ αὐτή του ἡ ἰδιότητα σφράγισε ἀκόμη καὶ τὴ δική μας ζωὴ καὶ προσωπικότητα. Ἦταν ἕνας ζωντανός, αἰσιόδοξος καὶ ἀκούραστος ἐργάτης τῆς ἐκκλησίας. Συνδύαζε ἄριστα τὴ θεωρία μὲ τὴν πράξη. Εἶχε ὀργανώσει σὲ ὅλους τοὺς τομεῖς καὶ κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο τὴν Ἐνορία ὅπου διακονοῦσε: τὴ λειτουργικὴ ζωή, τὰ κατηχητικὰ σχολεῖα, τὸ φιλανθρωπικὸ καὶ κοινωνικὸ ἔργο τῆς Ἐνορίας καὶ τὴν ἐπὶ σειρὰ ἐτῶν ἐπιτυχημένη ἔκδοση τῆς ἐφημερίδας «Τροπαιοφόρος». Πιστώνεται τὸ μεγάλο ἔργο τῆς ἀνοικοδόμησης τοῦ νέου ἱ. ναοῦ τοῦ Ἁγ. Γεωργίου καθὼς καὶ χώρου «Πνευματικοῦ Κέντρου», «Κέντρου Ἐπαγγελματικῆς Κατάρτισης» καὶ τοῦ «Ἱδρύματος  Παιδικῆς Μέριμνας» τὸ ὁποῖο φιλοξενεῖ καὶ τὶς διοικητικὲς ὑπηρεσίες τῆς νεοσύστατης μητροπόλεως  Ἰλίου, Ἀχαρνῶν καὶ Πετρουπόλεως.                     
    Ἐμπνεόμενος ἀπὸ τὸ οἰκουμενικὸ πνεῦμα τῆς Ὀρθοδοξίας φρόντισε ἡ Ἐνορία του νὰ ἐπισκεφθεῖ  ὅλα τὰ μεγάλα χριστιανικὰ  προσκυνήματα: Ἁγιοι Τόποι, Κωνσταντινούπολη, Παραδουνάβιες χῶρες κ. ἄ. Ἀλλά, ἡ καρδιά του ἦταν δοσμένη στὸ Ἅγιον Ὄρος. Τακτικὰ ἐπισκεπτόταν τὴν Ἀθωνικὴ Πολιτεία γιὰ νὰ ἀναβαπτισθεῖ στὰ νάματα τῆς φιλοκαλίας, ἐκεῖ, ἐπὶ τὰς πηγάς των. Κορύφωση τοῦ σεβασμοῦ καὶ τῆς λατρείας του πρὸς τὸ Ἁγιώνυμον Ὄρος ἡ ἐκδήλωση ποὺ ὀργάνωσε καὶ πραγματοποίησε σὲ συνεργασία μὲ τὸν τοπικὸ πολιτιστικὸ σύλλογο «Τὸ γκιορντάνι», στὶς 21 Ἀπριλίου 2013, στὸ πνευματικὸ κέντρο «Εὐγένιος Γιαννούλης ὁ Αἰτωλός» ‒ὄχι τυχαίως, καθὼς ἁγιορείτης ἦταν, Ξηροποταμινός, ὁ ὅσιος Εὐγένιος‒ τῆς ἐνορίας τοῦ Ἁγίου Γεωργίου: μία δίωρη περιήγηση μὲ λόγο καὶ ὀπτικοακουστικὸ ὑλικὸ γιὰ τὸν Ἄθωνα, τὰ μοναστήρια καὶ τὶς ἁγιασμένες μορφές του
  


      Λέγεται πὼς ἕνας κληρικός, καταξιώνεται στὸ λειτούργημά του καὶ εἶναι εὐλογημένος ἀπὸ τὸν Θεό ἄν, στὴ διάρκεια τῆς ποιμαντικῆς του διακονίας, καταφέρει νὰ οἰκοδομήσει ἕναν ναό. Ὁ π. Δημήτριος δὲν ἀνοικοδόμησε ἁπλὰ ἕναν ναὸ μόνο, ἀλλὰ συνόδευσε τὸ ἔργο αὐτὸ καὶ τὸ πλαισίωσε μὲ ἕνα δυναμικὸ πνευματικὸ κέντρο, ποὺ στέγασε πολλὲς καὶ ποικίλλες πνευματικὲς καὶ παιδευτικὲς δράσεις καὶ δραστηριότητες. Στὸν χῶρο αὐτό, μετὰ ἀπὸ εἰσήγησή μας, ὀνοματοδότησε τὴ μεγάλη αἴθουσα ἐκδηλώσεων, σὲ Αἴθουσα «Εὐγένιος Γιαννούλης ὁ Αἰτωλός», τιμώντας τὴν ἱερὴ μνήμη τοῦ Ὁσίου Εὐγενίου καὶ ἰδιαίτερα τὴν προσφορά του στὰ Γράμματα στὶς περιοχὲς τῆς Αἰτωλίας καὶ τῶν Ἀγράφων τὴν ζοφερὴ περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας. Ἐκεῖ, στὶς 10 Ὀκτωβρίου 2010 πραγματοποιήθηκε μὲ τὴν συνεργασία τῆς ἱστορικῆς «Πανευρυτανικῆς Ἕνωσης» καὶ τοῦ πολιτιστικοῦ Συλλόγου Βραγγιανιτῶν «Ἀναστάσιος Γόρδιος» ἐκδήλωση τιμῆς τῆς μνήμης τῶν Εὐρυτάνων Ἁγίων, μὲ τιμώμενο ἅγιο, τὸ Ὅσιο Εύγένιο. Εἷχε προγηθεῖ, σὲ προηγούμενα  χρόνια, ἡ ἁγιογράφηση ἐντὸς τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Καματεροῦ ὁλόσωμης τοιχογραφίας τοῦ ὁσίου Εὐγενίου τοῦ Αἰτωλοῦ. Φιλαγραφιώτης ὁ π. Δημήτριος ἕνεκα καὶ τῆς κοινῆς αἰτωλικῆς καταγωγῆς μὲ τὸν ὅσιο Εὐγένιο ἀλλὰ καὶ τῶν συγγενικῶν δεσμῶν ποὺ διατηροῦσε μὲ τὸν Φουρνᾶ τῶν Ἀγράφων
  



     Ἐμεῖς, ἔχουμε ταυτίσει τὴ μαθητική, τὴν οἰκογενειακή, τὴν ἐπαγγελματικὴ καὶ τὴν θρησκευτική μας ζωή μὲ τὴν παρουσία τοῦ π. Δημητρίου. Ἀνεπαναληπτες στὴ μνήμη μας οἱ πασχαλινὲς ἀκολουθίες ὅταν ἀναφωνοῦσε «ὁ ᾅδης ἐπικράνθη»· καί, ὅταν τὸ ἐκκλησίασμα ἐπαναλάμβανε «ἐπικράνθη», ἔλαμπε ὁλόκληρος  καὶ ἕνα χαμόγελο πίστης καὶ ἀγαλλίασης ζωγραφιζόταν στὸ πρόσωπο σου.
  Ἡ τελευταία ἐν ζωῇ συνάντησή μας μὲ τὸν π. Δημήτριο ἦταν στὶς 15 Σεπτεμβρίου 2014. Μᾶς ἔδωσε ‒πολύτιμη παρακαταθήκη‒ τὴν πατρικὴ εὐχή Του. Ἐξέφρασε καὶ μίαν ἐπιθυμία του. Λόγοι ὑπεράνω καὶ πέραν τῶν δυνάμεών μας δὲν ἐπέτρεψαν τὴν ἱκανοποίησή της· ὑπόσχεση, πὼς θὰ ἐκπληρωθεῖ μὲ ἄλλον τρόπο. Πρὶν ἀπὸ πολλὰ χρόνια μᾶς εἶχε κοινοποιήσει καὶ ἄλλο αἴτημα-παράκλησή του. Οὔτε καὶ σὲ ἐκεῖνο εἴχαμε τὴν τιμὴ νὰ ἀνταποκριθοῦμε καὶ ζητοῦμε ταπεινὰ συγγνώμη· ἂν καὶ ὅσο εὐθυνόμεθα. Τώρα, ποὺ παρίσταται, αὐτὸς καὶ ἡ ζωή του καὶ αἱ πράξεις του, ἐνώπιον τοῦ Κριτοῦ, τοῦ Παλαιοῦ Ἡμερῶν, τοῦ Τρισαγίου, ἂς πρευσβεύει καὶ εὔχεται καὶ ὑπὲρ ἡμῶν, ὅπως πάντα ἔπραττε ἐν τῷ Κόσμῳ τούτῳ. Θρηνεῖ ἡ βιολογική του ἀλλὰ, καὶ ἡμεῖς, ἡ πνευματική του οἰκογένεια ἡ ἐνορία τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, ποὺ στερεῖται ἀπὸ τοῦδε καὶ στὸ ἐξῆς τὸν πνευματικό της πατέρα. Μαζὶ μὲ τὴν ἄφατη λύπη μας ἐκφράζουμε καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη μας πρὸς τὸν δωρεοδότην Θεόν, ποὺ μᾶς ἔδωσε γιὰ μισὸ καὶ πλέον αἰώνα τέτοιον ποιμένα καὶ πνευματικὸ πατέρα. Ἡ συνεχὴς πρόοδος τῶν πνευματικῶν του τέκνων θὰ τοῦ προσφέρει, καὶ ἐκεῖ ποὺ βρίσκεται τώρα, τὴ μεγαλύτερη χαρά, ἀνάπαυση καὶ ἱκανοποίηση καὶ θὰ μπορεῖ νὰ παρουσιάσει τὰ ἔργα καὶ τοὺς κόπους του ἐνώπιον τοῦ Δικαιοκρίτη Χριστοῦ· τὴν ἐπιτυχία τοῦ ἔργου καὶ τῆς ἀποστολῆς του μέσα στὴν Ἐκκλησία Του. Μπορεῖ καὶ ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ πεῖ μὲ παρρησία, ὅπως ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «τὸ ἔργον τετέλεκα, τὴν πίστιν τετήρηκα, λοιπόν, ἀπόκειταί μοι ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος» (Β’ Τιμ. 4:7-8).
   Μία εὐχή, μία φωνὴ ἀπὸ τὰ στόματα ὅλων μας ἀναπέμπεται, ὅπως ἡ μακαρία ψυχή του ἀναπαυθεῖ στοὺς κόλπους τῆς θείας εὐσπλαχνίας, καὶ ἡ μνήμη του ἐν μέσῳ ἡμῶν, αἰωνία.

                                            Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης