Ἑλληνομουσεῖον (τό). Ὀνομασία διδομένη πολλαχοῦ, ἐπὶ Τουρκοκρατίας, εἰς τὰ σχολεῖα ἀνωτέρων πως σπουδῶν. Περί «κοινῶν ἑλληνομουσείων ἐπ᾿ ὠφελείᾳ τοῦ γένους κοινῇ» γίνεται λόγος καὶ ἐν σιγιλλίῳ τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Γρηγορίου Ε', ἐκδοθέντι κατ᾿ Αὔγουστον τοῦ 1819.


Σ᾿ αὐτὸν τὸν διαδικτυακὸ χῶρο, ποὺ ἀπευθύνεται στοὺς φίλους τῆς χώρας τῶν Ἀγράφων, φιλοξενοῦνται κείμενα, ἄρθρα, μελέτες, ἀνακοινώσεις, βιβλία εἰκόνες, ταινίες ποὺ ἀφοροῦν ἢ παραπέμπουν στὴν ἱστορία, τὸν πολιτισμό, τὶς παραδόσεις, τὸ φυσικὸ περιβάλλον τοῦ ἱστορικοῦ χώρου τῶν Ἀγράφων, ὅπως αὐτὸς ἦταν γνωστὸς στὴν ὕστερη βυζαντινὴ ἀλλὰ καὶ μεταβυζαντινὴ ἐποχή. Σκοπὸς τῆς δημιουργίας του εἶναι νὰ γίνουν γνωστὰ καὶ νὰ ἀναδειχθοῦν, κατὰ τὰς δυνάμεις ἡμῶν, ὅλα ἐκεῖνα τά ‒ἀνὰ τοὺς αἰῶνες‒ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τοῦ τόπου μας καὶ τῶν ἀνθρώπων του.

Τρίτη 20 Ιουλίου 2021

29η & 30η ΙΟΥΝΙΟΥ 1902, ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ

 

Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης: 

«Φαιδρῶς διῆλθε χθὲς  ἡ ἑορτὴ...»

Ὁ Ἀλέξανδρος  Μωραϊτίδης
πρὸ τοῦ εἰκονοστασίου του·
Ἀλέξ. Μωραϊτίδης, 
Μὲ τοῦ βορηᾶ τὰ κύματα,
ἐκδ. Σιδέρη, Ἀθῆναι 1924, σειρὰ Γ΄, σ. 4.


Ὁ Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης (Σκιάθος 1859-1929), ὅπως ὁ ἴδιος δηλώνει σὲ ἄρθρο του
στὰ προλεγόμενα τῆς ἔκδοσης τῶν Διηγημάτων του μὲ τίτλο, «Ἡ ἐξέλιξις τοῦ Πανηγυρικοῦ μου Διηγήματος», συνήθιζε νὰ περιγράφει καὶ νὰ σχολιάζει τὴν καθημερινὴ ζωὴ στὴν πόλη τῶν Ἀθηνῶν, ἰδιαίτερα στὶς μεγάλες ἑορτές.  Τὸ ἔργο αὐτὸ τοῦ εἶχε ἀναθέσει ὁ Βλάσης Γαβριηλίδης, ὁ Διευθυντής του στὴν ἐφημερίδα  Ἀκρόπολις, καθὼς γνώριζε τὴ συναρπαστικὴ, λεπτομερῆ,  ζωντανή, γλαφυρὴ δύναμη περιγραφῆς του, διανθισμένη μὲ λεπτὴ χαριτολογικὴ διάθεση. Ἔτσι, στὶς 30 Ἰουνίου 1902 δημοσιεύει στὴν Ἀκρόπολι, στὴ στήλη «Ἀθῆναι–Πειραιεύς», στὴν ἑνότητα «Ἀπὸ τὴν κίνησιν», χρονογράφημα λαογραφικοῦ περιεχομένου γιὰ τὴν ἑορτὴ τῶν πρωτοκορυφαίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου καθὼς καὶ ἐκείνη τῶν Ἁγίων Δώδεκα Ἀποστόλων, ποὺ τιμῶνται στὶς 29 καὶ 30 Ἰουνίου ἀντιστοίχως. Τὸ ἄρθρο του τιτλοφορεῖται «Ἡ χθεσινή» καὶ τὸ ὑπογράφει μὲ τὸ πλέον σύνηθες δημοσιογραφικό του ψευδώνυμο, «Ὁ ταξειδιώτης».

. Ἅγιοι Δώδεκα Ἀπόστολοι,
ἔργο (1860)  Παντολέοντος Γ. Ζωγράφου,
 ἀφιερωμένο στὸν ναὸ Ζωοδόχου
Πηγῆς ὁδοῦ Ἀκαδημίας τῶν Ἀθηνῶν
 

Σημειώνει τὴ λαμπρότητα μὲ τὴν ὁποία τιμήθηκε στὴν Ἀθήνα ἡ ἑορτὴ τῶν Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου. Σχολιάζει ὅτι στὶς ἐπαρχίες, εἰδικότερα στὰ νησιά, αὐτὴν τὴν ἡμέρα ποὺ θυμίζει Πάσχα, ψήνουν παραδοσιακὲς αὐγοκουλοῦρες  μὲ  λευκὰ αὐγὰ ἐνῶ στὴν Κωνσταντινούπολη συνηθίζουν νὰ βάφουν κόκκινα αὐγὰ εἰς ἀνάμνησιν τῆς ὑπὲρ πίστεως θυσίας τῶν Ἀποστόλων.

Ἀκόμη, ἔθιμο ἐπαρχιακὸ τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἦταν, σὲ παλαιοτέρους καιρούς,  ἡ σφαγὴ τῶν βοοειδῶν καὶ ἡ παρασκευὴ τοῦ παραδοσιακοῦ στιφάδου, ὁπότε:

«Εὐωδιάζουν τὰ σπίτια τῶν νησιωτικῶν πόλεων ἀπὸ τὸ στιφάδο, τὸ ὁποῖον μόνον μὲ βωδινὸν γίνεται».

«Ἡ εἰκὼν αὕτη ἀφιεροῦται εἰς τὸν ναὸν τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς ὑπὸ τῆς συντεχνίας ἰχθυοπωλῶν». 

Ἐπίσης, τὴν αὐτὴ ἡμέρα, στὸν ναὸ τοῦ Ἁγίου Φιλίππου τῶν Ἀθηνῶν ἡ συντεχνία τῶν  σιδηρουργῶν τῆς Πρωτευούσης τιμᾶ μὲ λαμπρότητα τοὺς προστάτες ἁγίους της, Πέτρο καὶ Παῦλο.

«Ἀθήνησι τῇ πρώτῃ Ἰουνίου 1860».

 


Ὁ Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης δηλώνει ἀκόμη ὅτι στὶς 30 Ἰουνίου, ἑορτὴ τῶν Δώδεκα Ἀποστόλων, οἱ ἰχθυοπῶλες ἔχουν τὴν ἐτήσια πανήγυρί τους καθὼς οἱ Δώδεκα Ἀπόστολοι ἦσαν ψαράδες. Τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἡ Ἰχθυαγορὰ εἶναι κλειστή, ἡ δὲ Συντεχνία τιμᾶ τὴν μνήμη τῶν Δώδεκα Ἀποστόλων στὸν ναὸ τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς, ὅπου στολίζεται «μὲ χάριν καὶ μὲ ἄφθονα εὔμορφα καὶ δροσερὰ τριαντάφυλλα» εἰκόνα τῶν Δώδεκα Ἀποστόλων ἀφιερωμένη στὸν Ναό, τὴν 1η Ἰουνίου 1860, ἀπὸ τὴν συντεχνία τῶν Ἰ
xθυοπωλῶν.

«Ὁ ζωγράφος Παντολέων Γ. Ζωγράφου».


Ζωγράφος τῆς εἰκόνας (1860) εἶναι ὁ ἐκ Πάρου εἰκονογράφος-λαϊκὸς ἁγιογράφος Παντολέων Γ. Ζωγράφου, ἐνῶ στὸν ἄμβωνα τοῦ Ναοῦ κυματίζει ἡ σημαία τῆς συντεχνίας τῶν ἰχθυοπωλῶν.

 

«ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΙΝΗΣΙΝ

Ἐφ. Ἀκρόπολις, 30.6.1902, σ. 4.


Ἡ χθεσινή

Φαιδρῶς διῆλθε χθὲς ἡ ἑορτὴ τῶν Πρωτοκορυφαίων Ἀποστόλων καὶ μὲ χαρὰν οἰκογενειακὴν ὡς Πάσχα ὅπου εἶναι, ἰδίως εἰς τὰ ὀλίγα ἐκεῖνα σπίτια, τὰ ὁποῖα μετὰ πίστεως καὶ ἀγάπης ἔρχονται τῶν πατρίων. Εἰς τὰ ἐπαρχίας μάλιστα, καὶ ἰδίως εἰς τὰ νησιά, ὅπου τὰ ἔθιμα διατηροῦνται ἁγνότερα, ψήνουν τὴν ἡμέραν αὐτὴν καὶ αὐγοκουλοῦρες, ἀπαράλαχτα καθὼς καὶ τὸ Πάσχα, ἀλλὰ μὲ ἄσπρα αὐγά. Παλαιότερον, μάλιστα εἰς τὴν Πόλιν, συνείθιζον νὰ βάφουν καὶ αὐγὰ κόκκινα εἰς τιμὴν τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, οἵτινες μὲ τὸ αἷμά των ἐθεμελίωσαν  τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, εἰς τὴν πρώτην γραμμὴν τῶν Ἁγίων μετὰ τὸν θεῖον αὐτῶν Διδάσκαλον.

*

Τὴν ἡμέραν αὐτὴν ἄλλοτε εἰς τὰς ἐπαρχίας ἤρχιζαν νὰ τρώγουν βωδινὸν καὶ μόνον κατ’ αὐτὴν ἐπρωτάρχιζαν νὰ σφάζωνται οἱ πρὸς τροφὴν βόες. Εὐωδιάζουν δὲ τὰ σπίτια τῶν νησιωτικῶν πόλεων ἀπὸ τὸ στιφάδο, τὸ ὁποῖον μόνον μὲ βωδινὸν γίνεται. Ποῦ τὸν χειμῶνα ἢ τὴν ἄνοιξιν νὰ ἰδῇς ἐκεῖ βωδινὀν! Τώρα ὅμως εἰσήχθη κ’ ἐκεῖ ἡ συνήθεια κ’ ἐγενικεύθη καθ’ ὅλον τὸ ἔτος ἡ χρῆσίς του.  

**

Σήμερον ἡ ἀγορὰ τῶν Ἰχθύων κλειστή. Αἱ πάγκαι πλυμέναι καὶ καθαραί, οἱ δὲ ἰχθυοπῶλαι στολισμένοι καὶ ἀλλαγμένοι, μὲ τὰ καλά των. Διότι σήμερον οἱ ψαράδες ἔχουν τὴν ἐτήσιον ἑορτήν των.

—Μὰ γιατί δὲν θἄχει αὔριον ψάρια; ἠρώτα κἄποιος χθὲς εἰς τὴν ψαραγοράν;

—Δὲν ξεύρεις ὅτι οἱ Ἀπόστολοι ἦσαν ψαράδες;...

Ἡ ἑορτὴ τῆς καλῆς τῆς πόλεώς μας ταύτης συντεχνίας, ἡ ὁποία μέσα εἰς ὅλον τὸ μαρτύριον τῆς σκόνης καὶ εἰς ὅλην τὴν ἀγωνίαν τοῦ καύματος τῶν μεσογείων χωρῶν, μᾶς παρουσιάζει κάθε ἡμέραν μίαν πτυχὴν τῆς ἑλληνικῆς ἀκτῆς, μὲ τὴν ἐσοδείαν της καὶ μὲ τὰ προϊόντα της, τὰ ποικιλόμορφα καὶ ποικιλώνυμα ψάρια τῶν ἑλληνικῶν θαλασσῶν...ἡ ἑορτή της γίνεται ἐν τῷ ναῷ τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς, ὅπου ἀνάκειται ἡ εἰκὼν τῶν Δώδεκα Ἀποστόλων, μεγάλη καὶ πάντεχνος μὲ τὰ μαρτύρια γύρω-γύρω τῶν Ἀποστόλων, ἔργον τοῦ εἰδικοῦ εἰς τὰ Βυζαντινὰ συμπλέγματα μακαρίτου καλλιτέχνου Παντελῆ Ζωγράφου, ὅστις μὲ τὸ χέρι του κατέκτησε τὸ ἐπώνυμον τῆς τέχνης του ὡς οἰκογενειακόν.

Ἀπὸ χθὲς ἐστολίσθη ἡ εἰκὼν μὲ ἄφθονα εὔμορφα καὶ δροσερὰ τριαντάφυλλα, μὲ πολλὴν χάριν, πληροῦντα ὅλον τὸν ναὸν μὲ ἀνοίξεως εὐωδίαν, παρὰ τὸν ἄμβωνα δὲ ἐστήθη καὶ ἡ σημαία τῆς συντεχνίας, ἥτις ἐν σώματι σήμερον θὰ παραστῇ κατὰ τὴν τελουμένην ἀρχιερατικὴν λειτουργίαν.

 

***

Χθὲς δὲ εἰς τὸν ἅγιον Φίλιππον ἑώρτασαν λαμπρῶς οἱ σιδηρουργοὶ διανέμοντες  ἐν ἀφθονίᾳ ἄρτον τῆς ἑορτῆς εἰς ὅλους τοὺς παρευρεθέντας.

Ὁ ταξειδιώτης».

Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης

Σημ: Εὐχαριστίες πολλὲς γιὰ τὴν βοήθειά τους: στὸν κ. Μάνο Στεφανίδη, στοὺς ἱερεῖς π. Σπυρ. Λόντο, π. Ἠλία Δροσινὸ καὶ ἰδιαιτέρως στὸν π. Κωνσταντῖνο Φεργαδιώτη γιὰ τὴν πολύτιμη συνδρομή του. Ἐπίσης, εὐχαριστῶ τὸν π. Νεκτάριο Μαμαλοῦγκο γιὰ τὴν ὑποστήριξή του καὶ τὸν Ἀντώνη Ν. Παπαβασιλείου γιὰ τὴν φιλοξενία του στὰ ἱστορικά –πλέον–  Χρονικὰ Δυτικῆς Μακεδονίας τῶν Γρεβενῶν.

Πρώτη ἔντυπη δημοσίευση στὴν ἐφημερίδα Χρονικὰ Δυτικῆς Μακεδονίας τῶν Γρεβενῶν, φ. 927/2.7.2021, σ. 15-16.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου