Ἑλληνομουσεῖον (τό). Ὀνομασία διδομένη πολλαχοῦ, ἐπὶ Τουρκοκρατίας, εἰς τὰ σχολεῖα ἀνωτέρων πως σπουδῶν. Περί «κοινῶν ἑλληνομουσείων ἐπ᾿ ὠφελείᾳ τοῦ γένους κοινῇ» γίνεται λόγος καὶ ἐν σιγιλλίῳ τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Γρηγορίου Ε', ἐκδοθέντι κατ᾿ Αὔγουστον τοῦ 1819.


Σ᾿ αὐτὸν τὸν διαδικτυακὸ χῶρο, ποὺ ἀπευθύνεται στοὺς φίλους τῆς χώρας τῶν Ἀγράφων, φιλοξενοῦνται κείμενα, ἄρθρα, μελέτες, ἀνακοινώσεις, βιβλία εἰκόνες, ταινίες ποὺ ἀφοροῦν ἢ παραπέμπουν στὴν ἱστορία, τὸν πολιτισμό, τὶς παραδόσεις, τὸ φυσικὸ περιβάλλον τοῦ ἱστορικοῦ χώρου τῶν Ἀγράφων, ὅπως αὐτὸς ἦταν γνωστὸς στὴν ὕστερη βυζαντινὴ ἀλλὰ καὶ μεταβυζαντινὴ ἐποχή. Σκοπὸς τῆς δημιουργίας του εἶναι νὰ γίνουν γνωστὰ καὶ νὰ ἀναδειχθοῦν, κατὰ τὰς δυνάμεις ἡμῶν, ὅλα ἐκεῖνα τά ‒ἀνὰ τοὺς αἰῶνες‒ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τοῦ τόπου μας καὶ τῶν ἀνθρώπων του.

Κυριακή 27 Απριλίου 2025

π. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Ν. ΚΑΛΛΙΑΝΟΣ († 29 Ἀπρ. 2024)*

 

Μνήμη π. Κωνσταντίνου Ν. Καλλιανοῦ († 29 Ἀπρ. 2024)

«[...] Ὅ,τι κι ἂν γράφει,ἀδιάκοπα

μαῦρο ρόδο ἀνθίζει στὸ χαρτί.

Πικρός, πικρότατος Ἀπρίλης,

ἀγκάθι στὴ φλέβα τῆς θλίψης του»

Γ. Χ. Θεοχάρης, «ΤΟΥ ΛΥΠΗΜΈΝΟΥ»


 


Πικρός, πικρότατος ὁ Ἀπρίλης τοῦ ’24, καθὼς στὸ ξεψύχισμά του, στὶς 29 Ἀπριλίου 2024, Δευτέρα τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, λάβαμε τὸ πικρὸ καὶ σκληρὸ ἄγγελμα τῆς ἐν Κυρίῳ κοιμήσεως τοῦ π. Κωνσταντίνου Καλλιανοῦ. Ἀληθινὸς μεσίτης μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, ὁ πρεσβύτερος τῆς ἐνορίας τοῦ ἁγίου Παντελεήμονος Σκοπέλου, μετὰ ἀπὸ σχεδὸν πενήντα χρόνια ἱερατικῆς διακονίας χειροτονήθηκε στὴ Χαλκίδα, στὸν ναὸ τῶν Παμμεγίστων Ταξιαρχῶν, στὶς 18 Νοεμβρίου 1977, ἐπέστρεψε, τὸν καιρὸ ποὺ ὁ Ἀπρίλης στολίζῃ μὲ λευκὰ ἀνθύλλια τοὺς τάπητες τῆς χλόης, στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Θεοῦ. Βηματίζει πλέον στὶς ἀτραποὺς τῆς ἐν οὐρανοῖς θριαμβεύουσας ἐκκλησίας, ἐκεῖ ὅπου πάντα ἀναζητοῦσε τὴ γαλήνη τῆς ψυχῆς του καὶ τὸν λυτρωμὸ ἀπὸ πόνους, ἀγωνίες καὶ πληγὲς τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς.

Ὁ λόγιος φιλαγραφιώτης μάλιστα ἱερέας π. Κωνσταντῖνος Ν. Καλλιανός, ἦταν ἀκάματος ἐργάτης τοῦ Ἀμπελῶνος τοῦ Κυρίου, γέννημα θρέμμα τῆς νήσου Σκοπέλου τῶν Β. Σποράδων. Ἡ γνωριμία μας μαζί του θέλησε θείᾳ οἰκονομία νὰ γίνει τὸ 2007, στὸ ἱστορικὸ Καρπενήσι τῆς Εὐρυτανίας καὶ τῶν Ἀγράφων, στὸ συνέδριο «Ἡ Εὐρυτανία στὶς περιγραφὲς Ἑλλήνων καὶ ξένων περιηγητῶν. Ἀπὸ την ἀρχαιότητα μέχρι τὴν ἐποχή μας», τὸ καλοκαίρι τοῦ 2007. Ὄχι ὅμως μὲ τὴ φυσική του παρουσία. Ὁ ἴδιος ἀδυνατώντας, ὅπως τὸ συνήθιζε, νὰ ἀφήσει τὸ ποίμνιό του στὴ Σκόπελο ἀλειτούργητο, ἀγγιστρωμένος στὰ πατρικὰ μέρη, ἀσάλευτος στὴ γενέθλια γῆ του, ἔστειλε γραπτὴ τὴν εἰσήγησή του μὲ τίτλο «Ὁ ἱεροδιάκονος Ἰωσὴφ ἐκ Φουρνᾶς τῶν Ἀγράφων καὶ ἡ ἱερὰ μονὴ Εὐαγγελισμοῦ στὴ Σκιάθο», ἡ ὁποία ὑπῆρξε καὶ ἡ ἀφορμὴ νὰ ξεκινήσει μιὰ μακρᾶς διάρκειας ἐπικοινωνία μαζί του, κυρίως μέσω ἠλεκτρονικοῦ ταχυδρομείου, ποὺ κράτησε 17 ὁλόκληρα χρόνια. Μάλιστα, καὶ στὸ πρόγραμμα τοῦ Συνεδρίου ἀλλὰ καὶ στὰ ἐκδοθέντα ἀντίστοιχα «Πρακτικὰ» οἱ εἰσηγήσεις ἀμφοτέρων ἡμῶν γειτόνευαν,  ἦσαν μαζί, ἡ μία συνέχεια τῆς ἄλλης.

Ἦταν εὐλογία ἀληθινὴ ἡ προσωπικὴ ἐπαφὴ καὶ συνομιλία μὲ τὴν ἱερατική, τὴν ποιμαντική, ἀλλὰ καὶ τὴν λόγια πλευρὰ τῆς προσωπικότητάς του. Στιγμές, ποὺ ἔχουν μείνει στὴν ψυχὴ μας πλέον, ὡς ἀλησμόνητες καὶ κορυφαῖες μνῆμες· εἰκόνες φορτισμένες ἀπό συγκίνηση καὶ ρῖγος.

Τὸ 2012, τὸ καλοκαίρι ἐκείνης τῆς χρονιᾶς, εἴχαμε τὴν ἀγαθὴ τύχη καὶ τῆς διὰ ζώσης συνάντησής μας, ἔστω καὶ γιὰ λίγες ὧρες, στὸν τόπο του τὴ Σκόπελο, ὅπου μᾶς ἔκαμε μιὰ περιήγηση στὴ πόλη, βαδίζοντας μαζί του στὸν τόπο καὶ τὴν ἱστορία τοῦ νησιοῦ.

Ἦταν ἕνας λόγιος ἱερέας, ὁ ὁποῖος στὴ ζωή του προχωροῦσε, κυριολεκτικὰ καὶ μεταφορικά, στὰ βήματα τὰ πνευματικὰ τῶν δύο μεγάλων πνευματικῶν μορφῶν τῶν Σποράδων, τοῦ Ἀλεξάνδρου Παπαδιαμάντη καὶ τοῦ τριτεξαδέλφου του, Ἀλεξάνδρου ἐπίσης, Μωραϊτίδη· ἀπὸ τὴ Σκιάθο τὴν ὅμορη τῆς Σκοπέλου νήσου, μὲ ἰδιαίτερη, ὁμολογημένη ἀπὸ τὸν ἴδιο, ἀδυναμία στὸν δεύτερο, τὸν ὁποῖο θεωροῦσε ἂν ὄχι ἀδικημένο ὅμως σίγουρα γραμματολογικὰ κάπως παραμερισμένο.

Μπορεῖ νὰ ἀκολουθοῦσε τὰ ἴχνη τοῦ Παπαδιαμάντη καὶ τοῦ Μωραϊτίδη ἀλλὰ ὄχι μιμητικά. Ἐπεδίωκε μέσα ἀπὸ τὴ μελέτη τοῦ ἔργου τους νὰ βρεῖ τὰ δικά του βήματα, τὴ δική του προσωπικὴ πορεία στοὺς δρόμους τῆς γραφῆς ἀλλὰ καὶ τῆς διακονίας τοῦ ποιμνίου του. Ὁ Σταυρὸς τῆς ἱερωσύνης τὸν ἔφερνε ἀκόμη πιὸ κοντὰ στὰ ἴχνη τῶν βημάτων τους καθὼς προσπαθοῦσε, μέσω τοῦ ἔργου του, νὰ περπατήσει στὰ μονοπάτια ποὺ βάδισαν κι ἐκεῖνοι, φέροντες τὸν δικό τους πνευματικὸ ἀλλὰ καὶ βιοτικὸ Σταυρό.

Ὁ π. Καλλιανὸς στάθηκε πιστός, ὑποτακτικὸς ὑπηρέτης τῆς γενέθλιας γῆς, τῆς Σκοπέλου. Θαύμασε τὸ ἄπειρο κάλλος της. Ἐρεύνησε καὶ ἔφερε στὸ φῶς τὸν θρησκευτικό, ἱστορικό, παραδοσιακό, λαογραφικὸ θησαυρό της. Συνέδεσε, στὸν πανέμορφο αὐτὸν τόπο, τὰ παλιὰ καὶ τὰ κατοπινὰ μὲ τὰ τωρινὰ χρόνια. Ἀξιοποίησε, μὲ τὸ ἀσίγαστο ἐρευνητικό του πάθος, τὴν πλούσια παράδοση μιᾶς μακρᾶς τοπικῆς ἱστορικῆς διαδρομῆς, πάντα ὅμως κοντὰ στὸ ποίμνιό του, κοντὰ στὸν λαὸ τοῦ τόπου του. Χάρη στὶς μελέτες του καὶ τὰ ποικίλα δημοσιεύματά του, ποὺ ἔχουν ἄξονα τὴ ζωὴ καὶ τὴ δράση ἀξιόλογων προσωπικοτήτων τῶν Σποράδων, καὶ μὲ τὴ συνεχῆ προβολή, μέσω τῶν δημοσιεύσεών του, τῶν φυσικῶν καλλονῶν, τῶν ἱστορικῶν χώρων, τῶν χριστιανικῶν μνημείων καὶ κειμηλίων τῆς Σκοπέλου, πέτυχε νὰ κάνει γνωστὴ ἀλλά, κυρίως, νὰ διασώσει τὴν πολιτισμικὴ κληρονομιὰ τῆς ἰδιαίτερης πατρίδας του καὶ τῶν ἀνθρώπων της. Αὐτὸ καταθέτει, αὐτὸ ἀφήνει ὡς παρακαταθήκη πολύτιμη καὶ σὲ ὅσους θέλουν νὰ ἀκολουθήσουν τὸ παράδειγμά του.

Μὲ πολλὲς μελέτες, ἄρθρα, δημοσιεύσεις σὲ περιοδικά, ἐφημερίδες καὶ βιβλία, καταλείπει τεράστιο ἔργο γιὰ τὴν ἱστορία, τὰ γράμματα καὶ τὸν πολιτισμὸ τοῦ τόπου του, ὅπου, σχετικὰ πρόσφατα, τὴν 1η Αὐγούστου 2020 τιμήθηκε, στὴ Σκόπελο, ἀπὸ τοὺς συμπατριῶτες του γιὰ τὴν προσφορά του. Οἱ μελέτες του εἶναι προσεκτικές, ἐμπεριστατωμένες καὶ χρήσιμες, ἐμπλουτισμένες δὲ μὲ ἀνέκδοτα ἄγνωστα στοιχεῖα γιὰ πρόσωπα καὶ γεγονότα τοῦ ἱστορικοῦ καὶ κοινωνικοῦ παρελθόντος τῆς Σκοπέλου καὶ ὄχι μόνον· ὅλες γραμμένες μὲ τὸ τρόπο γραφῆς ποὺ τιμοῦσε καὶ ὑποστήριζε μὲ πάθος: μὲ τὸν τρόπο τῆς ἱστορικῆς ὀρθογραφίας, τοῦ λεγομένου πολυτονικοῦ, γιὰ τὸ ὁποῖο δὲν σήκωνε, κατὰ τὸ κοινῶς λεγόμενο, ‘‘οὔτε μῦγα στὸ σπαθί του’’.


Κληρικὸς μὲ πνευματικὲς ἀγωνίες καὶ ἀνησυχίες, πολυγραφώτατος, ποὺ τίμησε μὲ τὸ ἔργο του τὸν τόπο καὶ τοὺς ἀνθρώπους του· ἱερέας μὲ αἴσθηση τοῦ καθήκοντος, ὑπεύθυνος ἄνθρωπος τοῦ πνεύματος καὶ τοῦ μόχθου ἀλλὰ καὶ τίμιος οἰκογενειάρχης. Σαφῶς, ὁ π. Καλλιανὸς δὲν ἦταν μία συνηθισμένη μορφὴ κληρικοῦ. Κριτήριά του, ποὺ πήγαζαν ἀπὸ τὴν βαθειὰ θρησκευτική του πίστη, ἦταν ἡ ἀληθινή, ἀνυπόκριτη, ἀνιδιοτελής, ἀγαθὴ προαίρεση σὲ κάθε τι φιλογενὲς καὶ φιλόθεον: μὲ νεανικὴ ψυχὴ καὶ θεῖο ἔρωτα πρὸς τὴν ὀρθόδοξη ἀλήθεια καὶ ἀγάπη γιὰ τὰ γράμματα καὶ τὸν πολιτισμό. Εὐχῆς ἔργο θὰ ἦταν καὶ ἄλλοι κληρικοί, ἀλλὰ καὶ λαϊκοί, νὰ μιμηθοῦν τὸ παράδειγμά του· τὸ φωτεινὸ παράδειγμα βιοτῆς αὐτοῦ τοῦ καλοῦ ποιμένος,  ποὺ ἐγγράφεται στὴν ψυχή μας ὡς ἀλησμόνητη καὶ κορυφαία μνήμη.

Ἀγαπημένη του ἐνασχόληση, μεράκι μοναδικό, ποὺ βυθίζεται μέσα στὸ χρόνο καὶ δένεται γερὰ μὲ τὰ παιδικά του τὰ χρόνια, ἦταν καὶ ἡ κηπουρική. Ἔγραφε :

«Ὁλόκληρο τὸν ἐνιαυτό, ἡ εὐλογία καὶ ἡ εἰρήνη ποὺ ἀφήνει στὴν ψυχὴ ἡ καλλιέργεια τοῦ κήπου εἶναι καὶ ἀπερίγραπτη, ἀλλὰ περισσότερο ἀπ᾿ ὅλα, λυτρωτική. Γιατὶ καλλιεργώντας τὴ γῆ ἔχεις τὴν ἐντύπωση πὼς δημιουργεῖς καὶ πολὺ περισσότερο, ὅτι φωτίζεις τὴν ψυχή σου μὲ τὸ ἁγνὸ κερὶ τῆς πειθαρχημένης ἐργασίας, ἀφοῦ ἀπὸ μέσα της πηγάζει ἡ προσευχὴ καὶ ἡ λυτρωτικὴ σιωπή, ἀγαθὰ μέγιστα ποὺ συνδράμουν ψυχωφελίμως τὸν ἄνθρωπο [...]». 

Σαφῶς ἐπηρεασμένος ἀπὸ τὸν Ἀλέξανδρο Μωραϊτίδη, ὁ ὁποῖος στὸ διήγημά του  «Τὸ τάξιμον», γιὰ τὸ ἴδιο θέμα, σημειώνει:

«Δὲν ὑπάρχει τρυφερωτέρα ἀπόλαυσις ἀπό τὴν κηπουρικήν. Ὁ ἄνθρωπος ἀγάλλεται ἐν μέσῳ τοῦ ποικιλωτάτου ἐκείνου κόσμου τῶν φυτῶν καὶ τῶν ἀνθέων. Εἶναι ὁ κῆπος μικρόκοσμος, μὲ ποικίλας μορφὰς καὶ ποικίλας γλώσσας. Ἕκαστον φύλλον, εἶναι μία σκέψις. Ἕκαστον ἄνθος, μελέτη, καὶ ἕκαστον χρῶμα, μυστήριον».

Mνήμη, λοιπόν, ποιοῦμεν τοῦ πατρὸς Καλλιανοῦ, γιὰ ὅσα ἔγραψε, ὅσα μᾶς κοινολόγησε καὶ μᾶς ἄφησε ὡς παρακαταθήκη ζωῆς· σὰν μιὰ ἀγρυπνία χωρὶς τέλος, σὰν γῆ ‘‘ἀπὸ τὴν ποιότητα τῆς ὁποίας θα προέλθῃ εὐφορία καὶ βλάστησις καὶ  πᾶσα ἀγαθοσύνη.’’


Ἐλαφρὰ ἡ γῆ ποὺ κάλυψε τὸ σῶμα του. Ὁ Ἄγγελος ἀνέβασε τὴν ψυχή του ἐν οὐρανοῖς καὶ τὰ κύματα τῆς θάλασσας ἔφεραν αὔρα θαλασσινή, ὡς παρηγορία, ὡς παραμυθία στοὺς πενθοῦντες γιὰ τὴν κοίμησή του· περιμένοντας ὁ Ἄγγελος τοῦ Κυρίου νὰ σαλπίσει τὴν Ἡμέρα τῆς Ἐγέρσεως. Μέχρι τότε ὅμως, τὰ ἔργα του καὶ οἱ νουθεσίες του θὰ στέκουν ἀπέναντί μας θυμίζοντας στιγμὲς περιούσιες, ἀνεπανάληπες, συγκινητικές: βάλσαμο ἠρεμίας σώματος καὶ ψυχῆς. Πιστεύουμε δὲ πὼς «Εἶναι στὸν Παράδεισο πρύμα», πῶς ὄχι;  

Τὸν εὐγνωμονῶ μὲ ἄπειρη τιμή: ὡς ἐλάχιστο, κεγριαῖο ἀνταπόδομα ἀντὶ τῶν τόσων εὐχῶν καὶ ἱκεσιῶν ποὺ ἀνέπεμψε ἐκεῖνος, ὑπὲρ ἀναπαύσεως τῶν ψυχῶν τῶν κεκοιμημένων μας, ὑπὲρ ὑγείας ἡμῶν καὶ τῶν τέκνων μας,  ὑπὲρ προστασίας τῆς ζωῆς μας.  Πιστεύουμε ὅτι βρίσκεται ἐν μέσῳ Ἁγίων καὶ πὼς ἔχει βραβευθεῖ ἡ ὁσιακὴ ψυχή του διότι, κατὰ τὸ ἀποστολικόν, καὶ «Σὺ τὸν δρόμον τετέλακας, τὴν πίστιν τετήρηκας, λοιπὸν ἐναπόκειταί Σοι ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος» (Τιμόθ.8.4,8). Ἐκεῖ, ὅπου, μακρυὰ ἀπὸ τοὺς θορύβους, τὸν συναγελασμὸ τῶν ἀνθρώπων καὶ τὴν τύρβη τοῦ κόσμου καὶ τῆς καθημερινότητας,  θὰ συναντήσει πρόσωπα ἱερὰ κι ἀγαπημένα ὅπως τοὺς γονεῖς του, καὶ ὅλους τοὺς προτρέξαντες, περιμένοντας τοὺς ὑστερήσαντες συμπλωτῆρες του. Ἐμεῖς θὰ τὸν θυμόμαστε παντοτινά, ἕως ὅπου ἀναπνέουμε, ὅπως τὸ καλλίτερό μας ὄνειρο.

Κωνσταντῖνος Σπ. Τσιώλης

*Δημοσιεύτηκε στὸ ἀφιέρωμα γιὰ τὸν ἀείμνηστο π. Κων/νο Καλλιανὸ [σελ. 11-18] στὴν ἐφημερίδα Χρονικὰ Δυτ. Μακεδονίας (τῶν Γρεβενῶν), φ. 1116 / 25.4.2025,  στὶς σελ. 15-16 τοῦ ἀφιερώματος.

Δεῖτε ὅλο τὸ ἀφιερωματικὸ 8σέλιδο ἐδῶ: https://mygrevena.gr/wp-content/uploads/2025/04/%CF%80-.-%CE%BA.%CE%BD.%CE%BA.pdf 

Καὶ ἐδῶ: